Παράθυρο φθηνότερων αγορών πρώτης κατοικίας με προφανή οφέλη για την κτηματαγορά ανοίγει η ενεργοποίηση του μέτρου για αφορολόγητες -επί της ουσίας- χρηματικές δωρεές από τους γονείς προς τα παιδιά τους.
Με εγκύκλιο της ΑΑΔΕ, ενεργοποιείται η διάταξη που ψηφίστηκε τον περασμένο μήνα κι έτσι κατά τις γονικές παροχές χρηματικών ποσών -με τα οποία αποκτάται πρώτη κατοικία- δεν θα ισχύει η αυτοτελής φορολόγηση 10% αλλά η πρώτη κλίμακα φορολόγησης των γονικών παροχών και κληρονομιών. Η συγκεκριμένη κλίμακα έχει αφορολόγητο όριο 150.000 ευρώ ενώ τα επόμενα 150.000 ευρώ ο φορολογικός συντελεστής είναι 1%. Έτσι, για μια γονική παροχή χρηματικού ποσού ύψους 300.000 ευρώ ο φόρος που θα πληρώσει ο γονιός ανέρχεται σε 1.500 ευρώ.
Ειδικότερα, για τον υπολογισμό του φόρου χρηματικών δωρεών και γονικών παροχών, που συνιστώνται από τους γονείς προς τα παιδιά τους για την αγορά πρώτης κατοικίας, εφαρμόζεται η κλίμακα του Κώδικα φορολογίας κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών, που προβλέπει αφορολόγητο όριο 150.000 ευρώ. Για χρηματικά ποσά άνω των 150.000 και έως 300.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 1%, για ποσά πάνω από 150.000 και έως 600.000 ευρώ εφαρμόζεται φορολογικός συντελεστής 5%, ενώ για το τμήμα των χρημάτων που υπερβαίνει τις 600.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 10%. Προϋπόθεση για την ευνοϊκή μεταχείριση των δωρεών και γονικών παροχών είναι να προκύπτει ότι η δωρεά ή γονική παροχή γίνεται για την απόκτηση ακινήτου για το οποίο τα παιδιά έτυχαν της απαλλαγής πρώτης κατοικίας.
Προαπαιτούμενο για την ευνοϊκή μεταχείριση των εν λόγω δωρεών/γονικών παροχών είναι να προκύπτει ότι η δωρεά/γονική παροχή γίνεται για την απόκτηση του συγκεκριμένου ακινήτου για το οποίο έτυχε το τέκνο της απαλλαγής πρώτης κατοικίας. Επιπλέον, η κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης με συντελεστή 10% αφορά μόνο τις γονικές παροχές για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από τα παιδιά και όχι για την απόκτηση άλλων περιουσιακών στοιχείων π.χ. αγορά αυτοκινήτου.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι το τεκμήριο απόκτησης του ποσού που δίνεται ως παροχή του γονιού προς το παιδί του ισχύει κανονικά και θα πρέπει να δικαιολογείται από τα εισοδήματα του γονέα, όπως για παράδειγμα, από αποταμίευση.
Με την ίδια εγκύκλιο επεκτείνεται και στη φορολογία δωρεών η ρύθμιση που αφορά στην απαλλαγή από τον φόρο κληρονομιάς της κινητής περιουσίας Έλληνα υπηκόου που κατοικούσε στο εξωτερικό για δέκα τουλάχιστον συνεχόμενα έτη Θα πρέπει να αποδεικνύεται η μόνιμη εγκατάσταση του δωρητή στην αλλοδαπή για το διάστημα των δέκα ετών τουλάχιστον πριν από τη σύσταση της δωρεάς, ότι η δωρούμενη κινητή περιουσία έχει αποκτηθεί στο εξωτερικό (και όχι απλώς να βρίσκεται κατατεθειμένη σε πιστωτικά ιδρύματα κ.λπ. του εξωτερικού) και, σε περίπτωση μετεγκατάστασης του δωρητή στην Ελλάδα, ότι δεν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την παραμονή του στο εξωτερικό. Εύλογο θεωρείται εν προκειμένω το διάστημα των πέντε ετών!
Φρένο στις αποποιήσεις κληρονομιών επιχειρεί να βάλει το υπουργείο Οικονομικών με τη νέα, βελτιωμένη «πάγια ρύθμιση» φορολογικών οφειλών που προωθεί για ψήφιση στη Βουλή.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Ελεύθερου Τύπου», η νέα αυτή ρύθμιση θα παρέχει τη δυνατότητα εξόφλησης των φόρων κληρονομιάς με άκρως ευνοϊκούς όρους οι οποίοι ουδέποτε ίσχυσαν κατά το παρελθόν, επιτρέποντας σε πολλούς φορολογούμενους να απαλλαγούν από δυσβάστακτα οικονομικά βάρη, πληρώνοντας σταδιακά με χαμηλά ποσά μηνιαίων δόσεων, τις οφειλές που προκύπτουν από την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας κληρονομιάς.
Συγκεκριμένα με τη νέα ρύθμιση, οι οφειλές από φόρους κληρονομιάς θα είναι δυνατόν να εξοφλούνται έως και σε 48 δόσεις υπό τον περιορισμό ότι το ποσό της κάθε δόσης δεν θα μπορεί να είναι χαμηλότερο των 15 ευρώ. Με το ισχύον σήμερα καθεστώς οι φόροι κληρονομιών μπορούν να εξοφληθούν είτε άτοκα σε 12 μηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη των 500 ευρώ ή σε 24 μηνιαίες δόσεις, με ετήσιο επιτόκιο 5% και με το ελάχιστο ποσό κάθε δόσης να έχει οριστεί στα 15 ευρώ.
Προϋπόθεση για να ισχύσει το ανώτατο όριο των 48 μηνιαίων δόσεων θα είναι ο οφειλέτης να έχει ετήσιο πραγματικό εισόδημα μέχρι 10.000 ευρώ. Σε περίπτωση που το πραγματικό ετήσιο ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα ξεπερνά τα 10.000 ευρώ, ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων θα προκύπτει με βάση κλίμακα ποσοστών που θα εφαρμόζονται επί του εισοδήματος αυτού και θα καθορίζουν το ποσό των καταβολών που θα μπορεί να πραγματοποιεί ο οφειλέτης σε ετήσια βάση.
Στη συνέχεια το ποσό των καταβολών σε ετήσια βάση θα διαιρείται με το 12 και έτσι θα προκύπτει το μηνιαίο ποσό καταβολής. Κατόπιν, με διαίρεση της ρυθμιζόμενης οφειλής δια του μηνιαίου ποσού καταβολής θα διαμορφώνεται ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων, ο οποίος θα μπορεί να φτάνει έως και τις 48.