«Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που έφερε η Κυβέρνηση της ΝΔ προς κύρωση στη Βουλή με την οποία ενισχύονται οι μηχανισμοί εσωτερικής και κοινοβουλευτικής εποπτείας της ΕΥΠ, για την αποφυγή μελλοντικών σφαλμάτων στη στάθμιση των αιτημάτων άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, καταδεικνύει την αποφασιστικότητα της να διορθώσει τα κακώς κείμενα στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας».
Αυτό υπογράμμισε στην ομιλία του από το Βήμα της Βουλής επί της σχετικής χθεσινής συζήτησης στην Ολομέλεια ο Αν. Γεν. Γραμματέας ΚΟ της ΝΔ και Βουλευτής Ημαθίας κ. Λάζαρος Τσαβδαρίδης, επισημαίνοντας ότι το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΥΠ οφείλει να ισορροπεί πάντα σε ένα λεπτό σκοινί, που ενώνει δύο ύψιστα δημόσια αγαθά, την προστασία της εθνικής ασφάλειας και την προστασία της ιδιωτικότητας.
Ο Βουλευτής Ημαθίας τόνισε ότι η εν λόγω Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου όχι μόνο διευρύνει τις αρμοδιότητες της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, της οποίας πλέον θα απαιτείται η γνωμοδότηση επί του προσώπου του Διοικητή της ΕΥΠ ενώ μέχρι σήμερα αυτή επαφίετο στο χέρι της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και επαναφέρει την πρόβλεψη για παραπομπή των αιτημάτων άρσης απορρήτου στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών, εισάγοντας έτσι ένα διπλό πλέον εισαγγελικό φίλτρο, το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταργήσει το 2018.
Επιπροσθέτως, ο κ. Τσαβδαρίδης ανέφερε ότι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, πιστός στη δέσμευσή του για διασφάλιση των αναγκαίων δικλείδων που θα εξαλείφουν τις παθογένειες της ΕΥΠ, χωρίς όμως να θέτουν σε κίνδυνο τον άκρως ευαίσθητο τρόπο λειτουργίας της, προχώρησε άμεσα στις απαραίτητες νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα τη διασφαλίζουν, ως συνέχεια της ανάληψης της αναλογούσας πολιτικής ευθύνης και των σαρωτικών αλλαγών που ακολούθησαν στο Μέγαρο Μαξίμου και στην ΕΥΠ, για ένα ζήτημα όχι νομιμότητας αλλά πολιτικής δεοντολογίας.
Επέρριψε δε ευθύνες στην Αντιπολίτευση και ιδιαίτερα στην Αξιωματική για το γεγονός ότι προσπαθεί απεγνωσμένα, εξ αιτίας της απόλυτης πενίας προτάσεων για την χώρα, να δημιουργήσει ατζέντα γαντζωμένη από την υπόθεση της νόμιμης, πλην όμως άστοχης, συνακρόασης από την ΕΥΠ στο κινητό τηλέφωνο του κ. Νίκου Ανδρουλάκη και να εργαλειοποιήσει με τρόπο κυνικό ένα υπηρεσιακό και διοικητικό κενό στη λειτουργία της υπηρεσίας.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο κ. Τσαβδαρίδης, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται για ακόμη μία φορά κατώτερος των περιστάσεων καθώς όχι μόνο δεν κατέθεσε καμία πρόταση για τη διαφάνεια της ΕΥΠ αλλά και γιατί η Κυβέρνηση Τσίπρα ήταν αυτή που είχε ψηφίσει με τον τότε Ποινικό Κώδικα την υποβάθμιση από κακούργημα σε πλημμέλημα της υποκλοπής των επικοινωνιών και τη χρήση των προϊόντων της.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου στο «Βήμα της Κυριακής», πρόκειται για σύστημα με τριπλάσιες σχεδόν δυνατότητες και εύρος τηλεφωνικών παρακολουθήσεων από αυτό που χρησιμοποιούσαν έως τώρα οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες.
Νέο «Μεγάλο Αδελφό» προηγμένης τεχνολογίας κόστους 6,2 εκατ. ευρώ, που θα έχει τη δυνατότητα να καταγράφει πλέον χιλιάδες τηλεφωνικές επαφές μέσω Viber, WhatsApp, Signal και άλλων διαδικτυακών εφαρμογών αποκτά το επόμενο χρονικό διάστημα η ΕΥΠ.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου στο «Βήμα της Κυριακής», πρόκειται για σύστημα με τριπλάσιες σχεδόν δυνατότητες και εύρος τηλεφωνικών παρακολουθήσεων από αυτό που χρησιμοποιούσαν έως τώρα οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες. Το νέο σύστημα θα μπορεί να καταγράφει τις συνομιλίες 1.100 κινητών τηλεφώνων την ίδια χρονική περίοδο και να προχωρά σε ταυτόχρονες live ακροάσεις συνομιλιών σε 350 κινητά τηλέφωνα.
Η κύρια καινοτομία του νέου αποκτήματος των Αρχών αφορά στις διαδικτυακές πλατφόρμες της κινητής τηλεφωνίας. Μέχρι τώρα δεν μπορούσε να υπάρξει εκεί οποιοσδήποτε έλεγχος από τις ελληνικές αρχές ασφαλείας και αποτελούσε «μαύρη τρύπα» στις έρευνες για εξάρθρωση συμμοριών, δράση μελών του οργανωμένου εγκλήματος, υποθέσεις εθνικής ασφάλειας κλπ.
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές του, όπως αναφέρει το «Βήμα της Κυριακής», το νέο σύστημα θα υποστηρίζει την παρακολούθηση τουλάχιστον 1.100 «στόχων» κινητής τηλεφωνίας και 500 στόχων σταθερής τηλεφωνίας. Επιπλέον, θα εξασφαλίζει την ταυτόχρονη παρακολούθηση 350 «στόχων» κινητής τηλεφωνίας/ Διαδικτύου και τουλάχιστον 200 στόχων σταθερής τηλεφωνίας και ίντερνετ.