Ως εκ τούτου το δικαστήριο διέταξε την επιστροφή των ποσών που είχαν καταβληθεί από τους φορολογούμενους πολίτες.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι η επιβολή ΕΤΑΚ σε ακίνητα που βρίσκονται υπό ειδικές συνθήκες από άποψη πολεοδομικών βαρών και περιορισμών, όπως είναι εκείνα που έχουν απαλλοτριωθεί, λόγω ρυμοτομίας χωρίς να έχει συντελεσθεί η απαλλοτρίωση, θα έπρεπε να γίνεται με την χρησιμοποίηση συντελεστών τέτοιων που να αποδίδουν, κατά το δυνατόν, την πραγματική επίδραση που έχει η απαλλοτρίωση στην αξία του ακινήτου κατά τα χρόνο της φορολογίας. Συγκεκριμένα, κατα την Ολομέλεια του ΣτΕ, θα έπρεπε να προβλέπεται μηδενικός συντελεστής και «κατ΄ ακολουθίαν, εξαίρεση από το φόρο» αφού ουσιαστικά οι ιδιοκτήτες δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν τα επίμαχα ακινήτα τους.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας τονίζουν ότι η «υπαγωγή ενός τέτοιου ακινήτου σε φόρο ακίνητης περιουσίας, όπως είναι το ένδικο ενιαίο τέλος ακινήτων, αφ΄ ενός μεν θα συνιστούσε υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας και αφ΄ ετέρου θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 4 του Συντάγματος, αφού υπό τις συνθήκες αυτές, η κυριότητα του ακινήτου, ως αντικείμενο του φόρου, δεν θα αποτελούσε, για τον ιδιοκτήτη ένδειξη αντίστοιχης φοροδοτικής ικανότητας, όπως θα έπρεπε δηλαδή, τη φορολόγησή του, ανάλογα με τις δυνάμεις του».
Πηγή-enikos.gr