Έξι στα δέκα νοικοκυριά δήλωσαν ότι το μηνιαίο εισόδημά τους δεν επαρκεί για ολόκληρο το μήνα, αλλά επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες, όπως αυτό προκύπτει από σχετική έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.

 

 

Ο αριθμός των νοικοκυριών μεταφράζεται σε 60,7%. Σε δυσμενέστερη θέση φαίνεται ότι βρίσκονται τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό, καθώς για το 65,1% αυτών το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλον το μήνα. Επιπλέον, το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλον το μήνα και για το 68% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα και ετήσιο εισόδημα έως 18.000 ευρώ. Μεταξύ των βασικών ευρημάτων της έρευνας για το εισόδημα και την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών είναι ότι το 30,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε (28% το αντίστοιχο ποσοστό το 2022) ενώ το 73,3% των νοικοκυριών διαβιοί με ετήσιο εισόδημα έως 25.000 ευρώ, έναντι 21,2% που διαβιοί με ετήσιο εισόδημα πάνω από 25.000 ευρώ. Επιπλέον, τα νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ αποτελούν το 8,1% του συνόλου των νοικοκυριών.

 

 

Οι τηλεφωνικές συνεντεύξεις της έρευνας έγιναν από τις 14 Δεκεμβρίου μέχρι και τις 21 του ίδιου μήνα από την εταιρεία MARC ΑΕ σε δείγμα 818 αντιπροσωπευτικά επιλεγμένων νοικοκυριών από όλη την Ελλάδα.

 

 

Επίσης τα ίδια στοιχεία της έρευνας έδειξαν πως:

 

 

Έχουν αυξηθεί τα νοικοκυριά με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και τις τράπεζες σε σχέση με το 2022. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα, πάνω από 1 στα 5 νοικοκυριά (21,7%) δήλωσε πως το ίδιο ή κάποιο άλλο μέλος του νοικοκυριού του έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο. Περίπου 1 στα 10 νοικοκυριά (9,6%) έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες για καταναλωτικά, επιχειρηματικά δάνεια ή/και κάρτες, ενώ από τα νοικοκυριά που έχουν ενεργό στεγαστικό δάνειο το 30% είτε καταβάλλει τις δόσεις συχνά με καθυστέρηση (20%), είτε έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από 3 μήνες (10%).


Πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (53,7%) εκτιμά ότι το 2024 θα χειροτερέψει η οικονομική του κατάσταση, έναντι μόλις 15,5% που εκτιμά ότι θα βελτιωθεί και 28,2% που εκτιμά ότι θα παραμείνει η ίδια.


Διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων μεταξύ των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, και των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα. Συγκεκριμένα, το 32,9% των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε το 2023, έναντι 15,3% που δήλωσε ότι αυξήθηκε και 51,4% που δήλωσε ότι παρέμεινε το ίδιο. Στον αντίποδα, το 30,3% των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ δήλωσε πως το εισόδημά του αυξήθηκε, έναντι 12,1% που δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε και 57,6% που δήλωσε ότι παρέμεινε το ίδιο. Ανάλογα ευρήματα είχαν καταγραφεί και στις αντίστοιχες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που διεξήχθησαν μετά την εκδήλωση της πανδημίας. Η συνεχιζόμενη διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων φαίνεται ότι αρχίζει να λαμβάνει μόνιμα χαρακτηριστικά.

 

Και τούτο γιατί συνεχίζει να επηρεάζει έντονα και τα μεσαία εισοδήματα, καθώς για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η πλειονότητα των νοικοκυριών δήλωσε ότι χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τα αναγκαία (51,8%). Επιπλέον, σταθερά υψηλό και μάλιστα αυξημένο σε σχέση με την περσινή χρονιά είναι το ποσοστό των νοικοκυριών που φαίνεται ότι διαβιοί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας (15%). Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι το 42,8% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ετήσιο εισόδημα έως 18.000 ευρώ. Με δεδομένο τον νέο τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών/ατομικών επιχειρήσεων φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών που έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα θα φορολογηθεί για εισοδήματα που δεν έχει, κάτι που όπως είναι επόμενο θα επιβαρύνει τον οικογενειακό προϋπολογισμό και θα μειώσει το διαθέσιμο εισόδημά του. Μάλιστα, για το 58,3% αυτών των νοικοκυριών τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα είναι και η μοναδική πηγή εισοδήματος.

 

Σχεδόν 1 στα 2 νοικοκυριά (49,6%) περιόρισε τις δαπάνες τους για εξόδους (εστιατόρια, καφέ, σινεμά κλπ). Το 49% ξόδεψε λιγότερα για ταξίδια, το 41,5% περιόρισε τις δαπάνες του για ένδυση-υπόδηση και το 38,9% δαπάνησε λιγότερα για οικιακά είδη-έπιπλα-ηλεκτρικές συσκευές.
Από την άλλη μεριά καταγράφεται εκτίναξη του ποσοστού των νοικοκυριών που αύξησε τις δαπάνες του για την κάλυψη βασικών αναγκών. Συγκεκριμένα, το 73,6% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για είδη διατροφής, το 71,5% για λογαριασμούς σπιτιού, το 57,2% για θέρμανση, το 49,4% για μετακινήσεις και το 45,2% για υγεία και φάρμακα
Επιδεινούμενοι σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές και σημαντικά υψηλοί παραμένουν οι δείκτες που αφορούν στην καθυστέρηση κάλυψης κάποιας βασικής ανάγκης, εξ αιτίας οικονομικής αδυναμίας. Ειδικότερα, σχεδόν 4 στα 10 (39,7%) νοικοκυριά καθυστέρησαν να αναζητήσουν την κατάλληλη θεραπεία για κάποιο ιατρικό πρόβλημα, πάνω από 1 στα 4 νοικοκυριά (26,2%) καθυστερεί να πληρώσει το ηλεκτρικό ρεύμα, το 21,8% καθυστερεί την πληρωμή λογαριασμών θέρμανσης και το 10% την πληρωμή φροντιστηρίου/παιδικού σταθμού κ.λπ.

 

 

Πηγές εισοδήματος

 

 

Ο μισθός και η σύνταξη αποτελούν την κύρια πηγή εισοδήματος για τη συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών. Το 43,5% δήλωσε ως κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό, το 43,5% τη σύνταξη, το 7% τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα και το 5,6% άλλο (ενοίκια, επίδομα, κ.λπ.).

 

Το 36,3% των νοικοκυριών δεν έχει άλλη πηγή εισοδήματος. To 24,7% έχει ως άλλη πηγή εισοδήματος τον μισθό, το 19,3% τη σύνταξη, το 12,1% τα ενοίκια, το 5% υποστηρίζεται εισοδηματικά από συγγενείς, το 4,5% έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ το 6,4% ως άλλη πηγή εισοδήματος δήλωσε κάποιο επίδομα (ανεργίας, αλληλεγγύης κ.λπ.).

 

Σημειώνεται ότι το 42,8% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ετήσιο εισόδημα έως 18.000 ευρώ. Η ΓΣΕΒΕΕ αναφέρει πως, με δεδομένο τον νέο τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών/ατομικών επιχειρήσεων φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών που έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα θα φορολογηθεί για εισοδήματα που δεν έχει, κάτι που όπως είναι επόμενο θα επιβαρύνει τον οικογενειακό προϋπολογισμό και θα μειώσει το διαθέσιμο εισόδημά του. Από τα ευρήματα της έρευνας, μάλιστα, προκύπτει πως το 58,3% αυτών των νοικοκυριών δεν έχει άλλη πηγή εισοδήματος.
Επάρκεια εισοδήματος – αποταμίευση

 

Επιδείνωση παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας σε σχέση με την μηνιαία επάρκεια του εισοδήματος των νοικοκυριών. Υπογραμμίζεται, μάλιστα, ότι είναι τα δυσμενέστερα που έχουν καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.

 

Συγκεκριμένα, 6 στα 10 νοικοκυριά (60,7%) δήλωσαν ότι το μηνιαίο εισόδημά τους δεν επαρκεί για όλον το μήνα. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ από το 2018, έτος που περιλήφθηκε ο συγκεκριμένος δείκτης.

 

Στο σύνολο των νοικοκυριών το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 ημέρες, ενώ για τα νοικοκυριά των οποίων το εισόδημα τελειώνει πριν από το τέλος του μήνα (60,7%), αυτό επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες.

 

Σε σχέση με την κύρια πηγή εισοδήματος σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό, καθώς για το 65,1% αυτών το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλον το μήνα και ακολουθούν το 57,7% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τη σύνταξη και το 42,8% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

 

Σταθερά συντριπτικό παραμένει το ποσοστό των νοικοκυριών που αδυνατεί να αποταμιεύσει. Συγκεκριμένα, πάνω από 8 στα 10 νοικοκυριά (84,8%) δήλωσαν ότι δεν καταφέρνουν να αποταμιεύσουν.

 

 


Βιοτικό επίπεδο, φτώχεια και εισοδηματική επισφάλεια

 

 

Tο 15% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήματά του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές του ανάγκες, εύρημα που καταδεικνύει πως υψηλό ποσοστό νοικοκυριών διαβιοί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, και είναι αυξημένο σε σχέση με το ποσοστό της αντίστοιχης έρευνας του 2022 (11,9%).

 

Πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (51,8%) δήλωσε πως χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τα αναγκαία.

 

Από την άλλη μεριά, το 27,1% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα καταφέρνει χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, ενώ μόλις το 6% των νοικοκυριών δήλωσε ότι ζει άνετα.

 

Σε εισοδηματική επισφάλεια συνεχίζει να βρίσκεται ένα υψηλό ποσοστό νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, στο ενδεχόμενο ενός έκτακτου αλλά απολύτως αναγκαίου εξόδου της τάξης των 500 ευρώ, το 18,1% δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να το αντιμετωπίσει, ενώ το 41,6% θα κάλυπτε αυτήν τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία.

 


Υποχρεώσεις νοικοκυριών

 

 

Υψηλότερο σε σχέση με την έρευνα του 2022 είναι το ποσοστό των νοικοκυριών που δήλωσε ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο.

 

Συγκεκριμένα, το 21,7% δήλωσε πως το ίδιο ή κάποιο άλλο μέλος του νοικοκυριού του έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, έναντι 20,9% που ήταν το 2022 και 16,8% που ήταν στην έρευνα του 2021. Το προαναφερόμενο ποσοστό (21,7%) επιμερίζεται σε 11,5% του οποίου οι ληξιπρόθεσμες οφειλές δεν έχουν ρυθμιστεί (9,9% το αντίστοιχο ποσοστό το 2021), και σε 10,2% του οποίου οι οφειλές είναι ρυθμισμένες (11% το αντίστοιχο ποσοστό το 2021).

 

Το 9,6% των νοικοκυριών (7,9% το 2022) έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες για καταναλωτικά, επιχειρηματικά δάνεια ή/και κάρτες, ενώ το 8,2% των νοικοκυριών δήλωσε πως δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις προαναφερόμενες τραπεζικές υποχρεώσεις το 2024.

 

Πάνω από 8 στα 10 νοικοκυριά (81,1%) διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι έναντι 18,2% που πληρώνει ενοίκιο.

 

 

Από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι το 22,6% έχει ενεργό στεγαστικό δάνειο. Από τα νοικοκυριά αυτά το 20% (18,7% το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2022) καταβάλλει τις δόσεις του δανείου συχνά με κάποια καθυστέρηση, ενώ το 10% (8,5% το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2022) έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από 3 μήνες.

 

Επιδεινωμένη είναι η εικόνα σε σχέση με την έρευνα του 2022 και ως προς τις εκτιμήσεις των νοικοκυριών αναφορικά με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανειακών τους υποχρεώσεων το 2024. Συγκεκριμένα, από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι και έχουν στεγαστικό δάνειο, το 9% (8,6% το 2022) δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις, ενώ το 13,3% (12,9% το 2022) δήλωσε πως μάλλον δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις.

 

Αυξημένος σε σχέση με το 2022 είναι και ο φόβος των νοικοκυριών ότι μπορεί να απολέσουν το σπίτι τους λόγω οφειλών. Ειδικότερα, το 15,3% (14,4% και 11,3% τα ποσοστά των ερευνών του 2022 και 2021, αντίστοιχα) των νοικοκυριών εξέφρασε τον φόβο απώλειας του ακινήτου λόγω αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ή το Δημόσιο.

 

Τέλος, το 5,6% των νοικοκυριών δήλωσε πως το 2023 υπέστη δέσμευση ή κατάσχεση λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων λόγω οφειλών, ποσοστό σημαντικά μεγαλύτερο σε σχέση με το 2022 (3,8%) και πολλαπλάσιο σε σχέση με το 2021 που ήταν 0,8%.

Τα νοικοκυριά μείωσαν δραστικά τις αγορές τους σε βασικά είδη διατροφής

 

«Πνιγμένα» από τα χρέη σε τράπεζες, εφορία και αντιμέτωπα με τη ακρίβεια που τους έχει αναγκάσει να περιορίσουν δραστικά τις δαπάνες και να αλλάξουν ακόμη και τις διατροφικές τους συνήθειες, είναι τα ελληνικά νοικοκυριά. Ένα στα τρία νοικοκυριά δηλώνει πως έχει οφειλές και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, ενώ η πλειοψηφία έχει μειώσει θεαματικά τις αγορές σε βασικά ήδη διατροφής.

 

Τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα της Interview που έγινε για λογαριασμό της POLITIC, είναι αποκαλυπτικά. Τουλάχιστον 1 στους 3 έχει λάβει τραπεζικό δάνειο (35%) ή/ και διατηρεί χρέος σε πιστωτική κάρτα (36%). Επίσης το 30% των συμμετεχόντων στην έρευνα δηλώνει ότι έχει χρέος προς την εφορία, ενώ 17% έχει οφειλές που αφορούν τους λογαριασμούς ρεύματος, ύδρευσης και ενοικίου.

 

Η ακρίβεια και οι συνεχείς ανατιμήσεις έχουν αναγκάσει τα νοικοκυριά και ευρύτερα τους καταναλωτές να προβούν σε μεγάλες περικοπές δαπανών σε διατροφικά προϊόντα πρώτης «γραμμής. Το 69% μείωσε τις αγορές σε ελαιόλαδο, το 75% στο μοσχάρι, το 77% στο κασέρι/γραβιέρα, το 73% στο τυρί φέτα και το 67% στο ψάρι. Επίσης «μαχαίρι» στα γλυκά όχι λόγω… δίαιτας αλλά ακρίβειας μπήκε στα γλυκά (82%), ενώ το 76% των ερωτηθέντων μείωσε τις δαπάνες και στα αλκοολούχα ποτά.

 

Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με την έρευνα, σημαντικά αυξήθηκε η κατανάλωση κοτόπουλου (αύξηση 28%) και οσπρίων (27%), ενώ αρκετά έχει ενισχυθεί και η κατανάλωση σπορέλαιου (22%) όπως επίσης και η επιλογή σε λαχανικά (20%). Είναι φανερό πως οι καταναλωτές που περιορίζουν το ελαιόλαδο από τη διατροφή τους, λόγω κόστους, στρέφονται προς το σπορέλαιο ως μια πιο οικονομική λύση, ενώ τη σημαντική μείωση σε μοσχάρι και ψάρι έρχεται να ισοφαρίσει η αύξηση σε κοτόπουλο και όσπρια.

 

Απαισιοδοξία για το 2024

 

Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα, συγκεκριμένα το 62%, εκφράζει την απαισιοδοξία του ενόψει του 2024. Οι πολίτες προβλέπουν πιο δύσκολους καιρούς σε σύγκριση με το 2023, ενώ μόλις το 15% πιστεύει πως το 2024 θα είναι καλύτερο.

 

Σ’ ό,τι αφορά στην τρέχουσα χρονιά, σχεδόν ένας στους δύο (53%) αξιολογεί σε προσωπικό επίπεδο το 2023 ως κακή χρονιά, ενώ μόλις το 12% τη βρήκε καλή, κάτι που μεταφράζεται πως οι δυσκολίες του έτους όπως το κύμα ακρίβειας και η ενεργειακή κρίση επηρέασαν σημαντικά τους πολίτες. Την ίδια στιγμή, ένας στους τρεις (35%) δηλώνει πως το 2023 ήταν ίδιο με το 2022, γεγονός που υποδηλώνει πως ένας στους τρεις δεν είχε σημαντικές μεταβολές στην καθημερινότητά του.

 

Αντιπαραβάλλοντας τις απαντήσεις των ερωτώμενων σε ανάλογη περσινή έρευνα της Interview για λογαριασμό της POLITIC, γίνεται φανερό πως οι προσδοκίες των Ελλήνων έχουν υποστεί αρνητική τροπή στη διάρκεια ενός χρόνου, καθώς πέρυσι το 41% ήταν αισιόδοξο για το 2023, σε αντίθεση με φέτος, που το ποσοστό έχει μειωθεί κατά 26 ποσοστιαίες μονάδες.

Τεράστιο το πρόβλημα για τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα – Πόσο μειώθηκε ο πραγματικός μέσος μισθός

 

O υψηλός πληθωρισμός σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση που έχουν προκαλέσει «τσουνάμι» ακρίβειας και συνεχείς ανατιμήσεις σε βασικά προϊόντα έχουν «τσακίσει» την αγοραστική δύναμη εργαζόμενων και νοικοκυριών. Η μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την απώλεια της αγοραστικής δύναμης μισθωτών και νοικοκυριών και των επιπτώσεων που αυτή έχει στο βιοτικό τους επίπεδο είναι αποκαλυπτική.

 

Οι αριθμοί και στα στοιχεία μιλούν από μόνα τους και αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα για την επί τα χείρω μεταβολή των συνθηκών για τα ελληνικά νοικοκυριά, εξαιτίας της ακρίβειας. Στον «κυκεώνα» της κρίσης βρίσκονται κυρίως τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, τα οποία έχουν απολέσει έως και 40% της αγοραστικής τους δύναμης

 

Ειδικότερα από τον Απρίλιο του 2022 και ύστερα η απώλεια της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα κυμαίνεται γύρω στο 19%. Δεδομένου ότι το ύψος του κατώτατου μισθού στη χώρα μας είναι κάτω από το επίπεδο της αξιοπρεπούς διαβίωσης, γίνεται αντιληπτό ότι η ακρίβεια έχει συρρικνώσει το βιοτικό επίπεδο των μισθωτών και των οικογενειών τους. Ο συνδυασμός αύξησης των τιμών κυρίως σε βασικά αγαθά, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα, και τα πολύ χαμηλά εισοδήματα εκτινάσσουν την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των 750 ευρώ έως και 40%.

 

Στο αμέσως επόμενο εισοδηματικό κλιμάκιο (751-1.100 ευρώ) η απώλεια αγοραστικής δύναμης είναι υψηλή (9% έως 14%) αλλά σημαντικά πιο περιορισμένη σε σχέση με το φτωχότερο εισοδηματικό κλιμάκιο, παρ’ ότι η μέση κατανάλωση είναι αρκετά υψηλότερη.

 

Στα υπόλοιπα εισοδηματικά κλιμάκια η απώλεια αγοραστικής δύναμης είναι χαμηλότερη του 11% και μειώνεται όσο αυξάνεται το επίπεδο του εισοδήματος. Εξαίρεση αποτελούν τα μηνιαία εισοδήματα που είναι μεγαλύτερα των 3.500 ευρώ, των οποίων η απώλεια αγοραστικής δύναμης μπορεί και να ξεπερνάει την αντίστοιχη του αμέσως προηγούμενου κλιμακίου (2.801-3.500 ευρώ), επειδή η κατανάλωση στο υψηλότερο κλιμάκιο είναι πολύ μεγαλύτερη του προηγούμενου.

 

Σε κάθε περίπτωση, οι διαφορές στην απώλεια αγοραστικής δύναμης αποκαλύπτουν με εμφατικό τρόπο την άνιση επιβάρυνση που υφίστανται τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού.
Μείωση του πραγματικού μέσου μισθού κατά 12%

 

Αξιοσημείωτη είναι και η συμπεριφορά του μέσου μισθού, ο οποίος μειώνεται τόσο σε ονομαστικούς όσο και σε πραγματικούς όρους. Το α’ τρίμηνο του 2022,, σύμφωνα με τη μελέτη, ο ονομαστικός μέσος μισθός μειώθηκε κατά περίπου 4,5%, ενώ η μείωση του πραγματικού μέσου μισθού άγγιξε το 12%. Σαφώς, τα ευρήματα αυτά αποτελούν ένδειξη της αρνητικής μεταβολής των εισοδημάτων και ως έναν βαθμό της αύξησης της απασχόλησης στα χαμηλά μισθολογικά κλιμάκια, που μειώνει τον μέσο μισθό. Σε κάθε περίπτωση, η μείωση του μέσου μισθού εξασθενεί τη ροπή της κοινωνίας προς κατανάλωση και αναδεικνύει το χαμηλό επίπεδο προστασίας της εργασίας από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και την υποβάθμιση της ευημερίας των εργαζομένων.


Οι προτάσεις για την προστασία της αγοραστικής δύναμης εργαζομένων και νοικοκυριών

 

Μέσα από την έρευνα, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνουν μία σειρά από αναγκαίες παρεμβάσεις, οι οποίες να στοχεύουν στην προστασία της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο, η μεγάλη πρόκληση για την ασκούμενη οικονομική πολιτική είναι να πετύχει ταυτόχρονα:
α) την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού,
β) τη δίκαιη διανομή του κόστους του πληθωρισμού και
γ) την αποφυγή υφεσιακής επίδρασης στο ΑΕΠ, η οποία με τη σειρά της θα διεγείρει δημοσιονομικούς κινδύνους.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως αναφέρεται στην έρευνα, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ υποστηρίζει ως άμεσα αναγκαίες τις παρακάτω παρεμβάσεις:

 

Καθολική προστασία της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Είναι πολύ σημαντικό να προσαρμοστούν οι δαπάνες κοινωνικής πρόνοιας και οι παροχές και τα επιδόματα κοινωνικής προστασίας στην εξέλιξη του πληθωρισμού. Η προσαρμογή αυτή μπορεί να μετριάσει το κόστος του πληθωρισμού στους πιο ευάλωτους και να τους προστατεύσει από την απόλυτη φτωχοποίηση.

 

Τα προσωρινά επιδοματικά μέτρα, κυρίως της ενεργειακής προστασίας συγκεκριμένων ομάδων, που έχουν ληφθεί, μέχρι σήμερα, περιορίζουν την κρίση κόστους ζωής, αλλά δεν την αντιμετωπίζουν και πρέπει να αξιολογηθούν μόνο ως πρόσθετες παρεμβάσεις στο σύστημα κοινωνικής προστασίας.

 

Επίσης, το πρόσθετο επιδοματικό εισόδημα πρέπει να είναι αφορολόγητο.
Στην κατεύθυνση αυτή είναι αναγκαίο επίσης να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα μείωσης της άμεσης και της έμμεσης (σε βασικά είδη διατροφής) φορολογίας, βάσει του δημοσιονομικού χώρου της οικονομίας και της εκτίμησης του κινδύνου δημοσιονομικής φερεγγυότητας της χώρας.

 

'Αμεση και επαρκής αύξηση του κατώτατου μισθού. Η παρέμβαση αυτή θα βοηθούσε σημαντικά στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα στην τρέχουσα κρίση κόστους ζωής.
Για να είναι αποτελεσματική αυτή η διαδικασία προσαρμογής, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με την πλήρη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και την επαναφορά της διαδικασίας της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.


Δημοκρατική επαναρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και κάλυψη της προστασίας των εργαζομένων με κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας για την επίτευξη μισθολογικών προσαρμογών, οι οποίες θα αντισταθμίζουν την επίδραση του πληθωρισμού σε όλη την κλίμακα των μισθών, με στόχο την επίτευξη δίκαιων αμοιβών και μιας βιώσιμης οικονομίας.


Δομική μεταρρύθμιση της οργανωτικής λειτουργίας της αγοράς ενέργειας, με δραστικό περιορισμό της επίδρασης του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, επαναξιολόγηση της αναπτυξιακής αποτελεσματικότητας της ιδιωτικοποίησης και του κατακερματισμού της αγοράς ενέργειας και έλεγχος των μηχανισμών διαφάνειας και ανταγωνισμού της.


Αυστηρός έλεγχος του τρόπου διαμόρφωσης των τιμών και των περιθωρίων κέρδους των εταιρειών ενέργειας (παραγωγοί, προμηθευτές, εισαγωγείς), ανώτατα όρια τιμών και αυστηρή φορολόγηση στα υπερβολικά κέρδη τους, ώστε να περιοριστεί η μεταβλητότητα, η χρηματιστηριακή χειραγώγηση της τιμής και η κερδοσκοπία.


Αυστηρός έλεγχος του τρόπου διαμόρφωσης του κόστους, των τιμών και των περιθωρίων κέρδους και πάταξη της κερδοσκοπίας σε όλες τις επιχειρήσεις βασικών κλάδων παραγωγής και εμπορίας βασικών αγαθών διατροφής.


Απαγόρευση των αποσυνδέσεων ηλεκτρικού ρεύματος των νοικοκυριών, των οποίων η εισοδηματική κατάσταση είναι κάτω από το όριο της φτώχειας.
Επιτάχυνση των διαδικασιών πράσινου και ενεργειακού μετασχηματισμού του παραγωγικού υποδείγματος της οικονομίας με αύξηση των δημόσιων επενδύσεων».

Διπλό και τριπλό επίδομα θέρμανσης αναμένεται να λάβουν φέτος κάποια νοικοκυριά.

Aπόφαση της ΑΑΔΕ  ανοίγει το “παράθυρο” στα νοικοκυριά  που έχουν ενήλικα μη εξαρτώμενα τέκνα (παιδιά άνω των 18 ετών με  ετήσιο εισόδημα άνω των 3.000 ευρώ) να δηλώνονται πλέον στην εφορία ως διαμένοντα σε δωρεάν παραχωρούμενο τμήμα της κύριας κατοικίας τους και όχι ως  “φιλοξενούμενα”.


Όπως αναφέρεται στο άρθρο  5 της υπ’ αριθμόν Α1041/2019 απόφασης της ΑΑΔΕ, για τον καθορισμό του τύπου και του περιεχομένου των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, «το τεκμαρτό εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση κατοικίας μέχρι διακόσια τετραγωνικά μέτρα (200 τ.μ.), ολόκληρης ή τμήματος αυτής, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία προς ανιόντες ή κατιόντες συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, το οποίο απαλλάσσεται από το φόρο και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, δεν αναγράφεται στη δήλωση».

Από το άρθρο αυτό προκύπτει ότι η ΑΑΔΕ έχει αναγνωρίσει το δικαίωμα σε κάθε φορολογούμενο να παραχωρεί δωρεάν μέρος της κύριας κατοικίας του σε ενήλικο μη εξαρτώμενο τέκνο του, δηλαδή να μην δηλώνει το τέκνο αυτό ως “φιλοξενούμενο”.

Από το παραπάνω άρθρο προκύπτει ότι τα ενήλικα μη εξαρτώμενα τέκνα που δηλώνονται στην εφορία τα οποία διαμένουν σε δωρεάν παραχωρούμενα σπίτια δικαιούνται κανονικά να λάβουν επίδομα θέρμανσης.

Συνεπώς περισσότερα από ένα επιδόματα θέρμανσης θα λάβουν τα  νοικοκυριά που έχουν ενήλικα μη εξαρτώμενα τέκνα. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει  για τα  ενήλικα τέκνα που διαμένουν μαζί  με τους γονείς τους και το ετήσιο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των  3.000 ευρώ, όπως προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία.

Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα το οικονομικό επιτελείο κυβέρνησης ανακοίνωσε ότι θα λάβουν διπλάσιο επίδομα θέρμανσης, δηλαδή 700 ευρώ όσοι χρησιμοποιούν για πρώτη φορά φέτος  πετρέλαιο ή υγραέριο ή άλλες μορφές καυσίμου με την προϋπόθεση ότι  δεν θα καταναλώσουν φυσικό αέριο. Συνεπώς όλοι οι νέοι δικαιούχοι αλλά και οι περσινοί δικαιούχοι που δεν είχαν παραγγείλει και δηλώσει αγορές πετρελαίου θα έχουν επιδότηση με ποσό βάσης 700 ευρώ.

Επίσης επισημαίνεται πως δεν αναμένεται να αλλάξουν οι συντελεστές επιδότησης, οι “βαθμοημέρες” που έχουν καταρτιστεί ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες και το ψύχος της κάθε περιοχής . Το επίδομα για κάθε δικαιούχο θα υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό του βασικού ποσού των 350 ευρώ με τον συντελεστή επιδότησης, που διαμορφώνεται από 0,12  έως 1,62  αναλόγως του οικισμού στον οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του.

Έρχονται νέα «Εξοικονομώ» για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Τριπλή παρέμβαση, συνολικού ύψους 1,190 δισ. ευρώ, για εξοικονόμηση ενέργειας σε κατοικίες, με αντικατάσταση ηλεκτρικών συσκευών, σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αλλά και στα δημόσια κτίρια προωθεί η κυβέρνηση, σε ακόμη μία κίνηση θωράκισης απέναντι στην εκτόξευση του ενεργειακού κόστους.

Στις αρχές Ιουνίου θα ενεργοποιηθεί η πλατφόρμα του «Ανακυκλώνω - Αλλάζω Συσκευή», που θα καλύπτει μέρος του κόστους για την απόσυρση των παλαιών, ενεργοβόρων συσκευών, με στόχο να επωφεληθούν περί τα 350.000 νοικοκυριά. Ακολουθεί μέσα στο καλοκαίρι η έναρξη του προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης δημοσίων κτιρίων, μεταξύ των οποίων νοσοκομεία, σχολεία και αθλητικές εγκαταστάσεις.

Η αρχή θα γίνει με το πρόγραμμα «Ανακυκλώνω - Αλλάζω Συσκευή», ύψους 100 εκατ. ευρώ, που θα ξεκινήσει στις αρχές Ιουνίου με την ενεργοποίηση πλατφόρμας στην οποία οι ενδιαφερόμενοι πολίτες θα υποβάλουν αίτημα προκειμένου να αποσύρουν παλαιές συσκευές και να τις αντικαταστήσουν με νέες. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει την αντικατάσταση και την ανακύκλωση κλιματιστικών, ψυγείων και καταψυκτών, καθώς οι συσκευές αυτές δημιουργούν τα μεγαλύτερα φορτία ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ δεν περιλαμβάνει πλυντήρια ρούχων, πλυντήρια πιάτων και ηλεκτρικές κουζίνες.

Τα ωφελούμενα νοικοκυριά θα έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν έως και τρεις ηλεκτρικές συσκευές. Τα ποσοστά επιδότησης θα κυμανθούν από 30% έως 50% ανά νοικοκυριό, ανάλογα με το ετήσιο εισόδημα. Αναφορικά με την αξιολόγηση των αιτήσεων, θα ισχύσουν κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια, ενώ προτεραιότητα θα δοθεί σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως ΑμεΑ, μονογονεϊκές οικογένειες και πολύτεκνοι. Δεν θα υπάρξει εισοδηματικό πλαφόν, ωστόσο όσο πιο μεγάλο εισόδημα έχει κάποιος θα μειώνεται η επιδότηση και αντιστρόφως.

Η αίτηση θα υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσα από ειδική πλατφόρμα και οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να εισέρχονται στο σύστημα χρησιμοποιώντας τους κωδικούς taxisnet. Εφόσον έχει εγκριθεί η αίτηση, θα χορηγείται στους ωφελούμενους εκπτωτικό κουπόνι, το οποίο θα αφαιρείται από την τιμή των νέων ηλεκτρικών συσκευών από το κατάστημα.
Νοσοκομεία

Στη συνέχεια, μέσα στο καλοκαίρι, θα ξεκινήσει το πρόγραμμα για την ενεργειακή αναβάθμιση τουλάχιστον 500 κτιρίων που στεγάζουν υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα και καταλαμβάνουν έκταση περί τα 2,5 εκατ. τετραγωνικά μέτρα.

Για τα κτίρια του Δημοσίου προβλέπεται η ετήσια ενεργειακή αναβάθμιση του 3% του συνολικού εμβαδού των κτιρίων της κεντρικής διοίκησης, ενώ θα υπάρχει η δυνατότητα συμμετοχής και των εταιρειών ενεργειακών υπηρεσιών.

Το πρόγραμμα, ύψους 640 εκατ. ευρώ, αφορά κτίρια του Δημοσίου που εντάσσονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης (το οποίο καταρτίζεται από τη Στατιστική Υπηρεσία) και έχουν μεγάλη ετήσια κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας. Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνονται: α) Κτίρια της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και των ΝΠΔΔ, β) Υγείας και κοινωνικής πρόνοιας όπως νοσοκομεία, κέντρα υγείας, γηροκομεία κ.λπ. γ) Εκπαίδευσης, δηλαδή ΑΕΙ, σχολεία κ.λπ., δ) Εγκαταστάσεις γραφείων, διοικητήρια, επισκοπεία, ε) Λοιπά κτίρια που εντάσσονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης ή είναι ΝΠΔΔ, όπως κλειστές αθλητικές εγκαταστάσεις, χώροι μουσείων, εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Εταιρείες

Το φθινόπωρο θα τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα για την ενεργειακή αναβάθμιση περίπου 10.000 μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Το πρόγραμμα, ύψους 450 εκατ. ευρώ, θα βελτιώσει την ενεργειακή αποδοτικότητα της λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με στόχο εξοικονόμηση κατ' ελάχιστον 30% του ενεργειακού κόστους. Εμφαση θα δοθεί στην αυτονομία που μπορεί να προσφέρει η επένδυση σε φωτοβολταϊκά πάνελ συνδεδεμένα με μπαταρίες σώρευσης πλεονάζουσας ενέργειας.

Tο ύψος της επιδότησης, που εκτιμάται ότι θα φθάσει στο 50%, θα καθορίζεται από το είδος των επιλέξιμων δαπανών.

 

 

Με επιστολή του, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, ενημερώνει τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας για την επικαιροποίηση της κρατικής επιδότησης στους λογαριασμούς Απριλίου.

 

 

Οικιακά Τιμολόγια

 


Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τα νοικοκυριά, ο υπουργός αναφέρει:

 

Η επιδότηση αφορά στις κύριες κατοικίες (περίπου 4,2 εκατ. παροχές) σύμφωνα με τις δηλώσεις εισοδήματος φορολογικού έτους 2020.
Η επιδότηση χορηγείται σε όλους τους δικαιούχους του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ).
Για καταναλωτές που είναι συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, η μοναδιαία επιδότηση ορίζεται σε:

 

Για τις πρώτες 150 kWh του μήνα στο ποσό των 270 ευρώ/MWh.
Για κατανάλωση από 151 έως 300 kWh του μήνα στο ποσό των 210 ευρώ/MWh.
Η μέση μηνιαία ενίσχυση για ένα μέσο νοικοκυριό που καταναλώνει μέχρι 300 KWh/μήνα αυξάνεται κατά 80% τον Απρίλιο σε σχέση με τον Μάρτιο, από 40 ευρώ σε 72 ευρώ.
Για τους δικαιούχους Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου, η μοναδιαία επιδότηση ορίζεται στο ποσό των 290 ευρώ/MWh για τις πρώτες 300 kWh κατανάλωσης του μήνα. Η μέση μηνιαία ενίσχυση για το ΚΟΤ από 53 ευρώ τον Μάρτιο αυξάνεται στα 87 ευρώ τον Απρίλιο.

 


Μη Οικιακά Τιμολόγια (αγροτικά, εμπορικά, βιομηχανικά, επαγγελματικά, λοιπές χρήσεις)


Για τους επαγγελματικούς καταναλωτές, ανεξαρτήτως επιπέδου τάσης, οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια, η μοναδιαία επιδότηση διπλασιάζεται τον Απρίλιο σε σχέση με τον Μάρτιο και διαμορφώνεται σε 130 ευρώ/MWh για όλη τη μηνιαία κατανάλωση.

 

Για επαγγελματικούς καταναλωτές (επαγγελματική, βιομηχανική, αγροτική χρήση) με παροχή ισχύος μέχρι 35 kVA και για όλα τα αρτοποιεία ανεξαρτήτως ισχύος παροχής, επιδοτείται το σύνολο της κατανάλωσης επιπρόσθετα με 100 ευρώ/MWh.

 

Συνεπώς, η συνολική μοναδιαία επιδότηση των κατηγοριών αυτών ανέρχεται σε 230 ευρώ/MWh. Σημειώνεται ότι ο αριθμός των δικαιούχων αυξάνεται κατά 80.000, σε 1.240.000, δεδομένου ότι αρχικά είχε ανακοινωθεί ότι θα λάβουν την πρόσθετη επιδότηση των 100 ευρώ/MWh μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με παροχή ισχύος έως 25 kVA.

 

 

Τι προβλέπεται για τους φούρνους


Ειδικά για την περίπτωση των αρτοποιείων, οι εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να λάβουν από τους πελάτες τους στοιχεία για την επιβεβαίωση των δικαιούχων (βεβαίωση σχετικών ΚΑΔ, ΑΦΜ, κλπ).

Το μέτρο επιδότησης του συνόλου της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας για επαγγελματικούς καταναλωτές με παροχή ισχύος έως 35 kVA και για όλα τα αρτοποιεία, θα ισχύσει αναδρομικά για την κατανάλωση των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2022.

Ασφυκτικό κλοιό έχει προκαλέσει η οικονομική κρίση των περασμένων ετών και η πανδημία με τις αναστολές εργασίας σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας από τον Μάρτιο του 2020, σε σημείο που σχεδόν ένα στα δύο νοικοκυριά αναγκάζεται να καλύπτει τις καθημερινές ανάγκες του με δανεικά, προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει.


Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) τη χρονιά που πέρασε, 46,5% των νοικοκυριών δήλωσαν ότι δανείζονται για να πληρώσουν καθημερινά έξοδα διαβίωσης με κύρια πηγή χρηματοδότησης τις τράπεζες (δάνεια και κάρτες), ενώ στα καθημερινά έξοδα φαίνεται να συνεισφέρουν με δανεισμό συγγενείς και φίλοι, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας "ΤΑ ΝΕΑ".


Τι ασφυκτικές συνθήκες δείχνει και το γεγονός ότι 35,2% των νοικοκυριών δηλώνει πως δεν διαθέτει αποταμιεύσεις. τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία περιλαμβάνονται στην Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (EU-SILC), αποτελούν μέρος ενός κοινοτικού στατιστικού προγράμματος στο οποίο συμμετέχουν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ερευνά τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών και την εικόνα του δανεισμού τους.


Τα δάνεια


Αν και το 72% των νοικοκυριών δεν έχει υποχρέωση να εξοφλήσει κανένα δάνειο, εξαιρώντας τυχόν ενυπόθηκο δάνειο για την αγορά της κύριας κατοικίας, το 28% έχει την υποχρέωση εξόφλησης ενός τουλάχιστον δανείου, εκ των οποίων το 19,6% ενός δανείου, το 6,5% δύο δανείων, το 1,7% τριών δανείων και 0,2% τεσσάρων δανείων. Μάλιστα, το μέσο οφειλόμενο ποσό συμπεριλαμβανομένων τόκων και κεφαλαίου (με εξαίρεση τυχόν ενυπόθηκο δάνειο για την αγορά κύριας κατοικίας) εκτιμάται σε 236,70 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσό των φτωχών νοικοκυριών είναι στα 174 ευρώ και των μη φτωχών νοικοκυριών στα 246,35 ευρώ. Ως κύριος λόγος για τη λήψη ενός δανείου από τα νοικοκυριά αποτελεί η αγορά περιουσιακών στοιχείων (συμπεριλαμβανομένων των οικιακών επίπλων και συσκευών και της διακόσμησης εσωτερικών χώρων) σε ποσοστό 56,3%, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι ακολουθούν η κάλυψη καθημερινών εξίοδων διαβίωσης (46,5%), η εκπαίδευση (7,9%), η αγορά μεταφορικού μέσου (7,8%), οι διακοπές (7,2%), η ιατρική περίθαλψη (3,6%), το προσωπικό δάνειο για χρηματοδότηση ιδίας επιχείρησης (1,5%) και η αναχρηματοδότηση δανείων (1,4%).

 

 

Με πληροφορίες από ΤΑ ΝΕΑ

Η συσσώρευση των πληρωμών προς την Εφορία στους τελευταίους μήνες του έτους διογκώνει τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο.

 

Υπέρογκους φόρους, άνω των 6 δισ. ευρώ καλούνται να πληρώσουν τα νοικοκυριά έως το τέλος του έτους, με το τελευταίο τετράμηνο να συμπυκνώνει πλήθος φορολογικών υποχρεώσεων και πληρωμών.

 

Η συσσώρευση των πληρωμών προς την Εφορία στο διάστημα αυτό αποτελεί και μία από τις αιτίες της διόγκωσης των απλήρωτων φόρων προς το δημόσιο, το ύψος των οποίων έχει εκτιναχθεί σε επίπεδα άνω των 109 δισ. ευρώ.

 

Την πρώτη ψυχρολουσία οι φορολογούμενοι θα την υποστούν τον Σεπτέμβριο, όταν θα πρέπει να πληρώσουν δόσεις του φόρου εισοδήματος και, προαιρετικά, την πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ.

Αναλυτικότερα:


Φόρος εισοδήματος

 

Τρέχουν οι δόσεις του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, από τον Ιούλιο για όσους έχουν υποβάλει τη φορολογική τους δήλωση μέσα στον προηγούμενο μήνα ενώ σωρευτικά, τρεις δόσεις θα πληρώσουν τον Σεπτέμβριο όσοι καθυστερήσουν.

 

Ειδικότερα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να πληρώσουν μαζεμένες, τρεις δόσεις του φόρου εισοδήματος, ήτοι του Ιουλίου, του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου. Οι επόμενες θα πληρωθούν έως τον Δεκέμβριο του 2021.

 

Ο συνολικός φόρος που θα βεβαιωθεί φέτος, μέσω των εκκαθαριστικών στα φυσικά πρόσωπα, θα είναι αισθητά χαμηλότερος από πέρυσι, όταν βεβαιώθηκε ποσό ύψους 3,63 δισ. ευρώ.
Φέτος, λόγω της πανδημίας το ποσό θα διαμορφωθεί κάτω από τα 3 δισ. ευρώ, προς την περιοχή των 2,5 δισ. ευρώ εξαιτίας των μειωμένων εισοδημάτων που δηλώνουν οι πληττόμενοι από την πανδημία μισθωτοί και επαγγελματίες.

 

Μέχρι τώρα έχουν εκκαθαριστεί 4.500.000 φορολογικές δηλώσεις (πέρυσι είχαν υποβληθεί 6.444.479 δηλώσεις Ε1) και ο φόρος που έχει βεβαιωθεί στα 1.950.000 χρεωστικά εκκαθαριστικά ανέρχεται σε 1,6 δισ. ευρώ.

 

Επίσης υπάρχουν και 1.050.000 εκκαθαριστικά τα οποία λαμβάνουν επιστροφή φόρου ύψους 260 εκατ. ευρώ.


ΕΝΦΙΑ

Ακολουθεί ο ΕΝΦΙΑ, με την πρώτη δόση πληρωμής να έχει οριστεί για τον Σεπτέμβριο και να εκτείνονται έως τον Φεβρουάριο του 2022. Το ποσό που θα εισπραχθεί φέτος έχει προϋπολογιστεί σε 2,6 δισ. ευρώ, αλλά θα είναι μικρότερο, λόγω των απαλλαγών από τον ΕΝΦΙΑ που ισχύουν ήδη για τους πληττόμενους από την πανδημία αλλά και τις απαλλαγές που θα ισχύσουν για τους πυρόπληκτους.

 

Ωστόσο, επειδή τα εκκαθαριστικά σημειώματα θα αναρτηθούν μέσα στον Σεπτέμβριο και όχι τον Αύγουστο, θα δοθεί η δυνατότητα στους φορολογούμενους να πληρώσουν την 1η και τη 2η δόση έως το τέλος Οκτωβρίου, χωρίς καμία επιβάρυνση.


Τέλη κυκλοφορίας

 

Μέχρι τον τέλος Δεκεμβρίου θα πρέπει να πληρωθούν και τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων για το 2022. Το συνολικό ποσό που βεβαιώνεται ανέρχεται σε 1,2 δισ. ευρώ και καταβάλλεται εφάπαξ, χωρίς δόσεις διευκόλυνσης.

Υπό την απειλή κατασχέσεων καταθέσεων, ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων τελούν σχεδόν εκατομμύρια οφειλέτες της Εφορίας.

 

Στο τέλος του περασμένου Μαρτίου, οι οφειλέτες του Δημοσίου άγγιζαν τα 4 εκατομμύρια ή το 50% των φορολογουμένων, χωρίς σε αυτούς να υπολογίζονται όσοι έχουν χρέη σε αναστολή, λόγω της πανδημίας. Στο σχετικό κατάλογο των ληξιπρόθεσμων βρίσκονται τα χρέη τα οποία οι υπόχρεοι είτε δεν μπορούν να τα αποπληρώσουν ούτε με ρύθμιση, είτε μπορούν αλλά δεν θέλουν.

 

Στο πρώτο τρίμηνο του έτους επιχειρήσεις και νοικοκυριά άφησαν απλήρωτους φόρους ύψους 2,164 δισ. ευρώ με την πανδημία να αφήνει βαρύ το αποτύπωμά της στην οικονομία.

 

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) δείχνουν ότι στο πρώτο τρίμηνο του έτους τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη στην Εφορία ανήλθαν σε 2,312 δισ. ευρώ εκ των οποίων 684 εκατ. ευρώ γεννήθηκαν τον Μάρτιο.

 

Η ανησυχία στο υπουργείο Οικονομικών είναι έντονη, αφού τα χρέη σημείωσαν νέα αύξηση τον Μάρτιο, ενώ η οριακή μείωση που καταγράφηκε στο συνολικό ύψος των χρεών, από 109,16 δισ. ευρώ, τον Φεβρουάριο σε 109,078 δισ. ευρώ, τον Μάρτιο οφείλεται βασικά στις διαγραφές χρεών.

 

Τον Μάρτιο τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο, κατέγραψαν αύξηση κατά 27% και διαμορφώθηκαν σε 684 εκ. ευρώ, ενώ πέρυσι τον ίδιο μήνα ήταν 539 εκατ. ευρώ.

 

Στο τρίμηνο Ιανουαρίου – Μαρτίου το συνολικό νέο ληξιπρόθεσμο χρέος έφτασε τα 2,31 δισ. ευρώ, από 2,21 δισ. ευρώ, πέρυσι, αύξηση κατά 4,7%.
Ανησυχητική η κατάσταση

Η κατάσταση είναι ανησυχητική, καθώς λόγω της πανδημίας τα χρέη συσσωρεύονται, και μετά τη λήξη των περιόδων χάριτος και των αναστολών που έχουν δοθεί, υπάρχει φόβος για εκτόξευσή τους, σε δυσθεώρητα ύψη, αφού οι φορολογούμενοι θα καλούνται να πληρώνουν και τις τρέχουσες υποχρεώσεις τους και τις ρυθμίσεις των χρεών που έχουν ανασταλεί.

 

Το ΥΠΟΙΚ φοβάται ότι λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά, θα «διπλώσουν» οι δόσεις αποπληρωμής του φόρου εισοδήματος, στις οποίες έχουν προβεί χιλιάδες φορολογούμενοι, με τους φόρους που θα καταλογιστούν με τα νέα εκκαθαριστικά σημειώματα του φόρου εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ.

 

Ήδη αποστέλλονται ενημερωτικά email για την τακτοποίηση των οφειλών τους, με την ένταξή τους σε κάποια από τις ενεργές ρυθμίσεις, και ταυτόχρονα υπάρχει η προειδοποίηση για τον κίνδυνο των κατασχέσεων.

 

Επισημαίνεται ότι Σημειώνεται ότι πρώτος στόχος της Εφορίας για την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων χρεών είναι οι κατασχέσεις των καταθέσεων, καθώς είναι μια εύκολη διαδικασία, που διεκπεραιώνεται με μια απλή εντολή στις τράπεζες.

 

Επίσης, οι κατασχέσεις μπορούν να κλιμακωθούν, ανάλογα με το ύψος της οφειλής σε ακίνητα, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής.

 

 

Πηγή: ΟΤ

Νέες ρυθμίσεις φορολογικής ανακούφισης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων προωθήθηκαν με τροπολογία στο πρόσφατο, ψηφισθέν νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας.


Ειδικότερα, η δέσμη μέτρων αναφέρεται:


• στη μείωση της προκαταβολής φόρου φυσικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2020, σε 55% από 100%


• στον καθορισμό προκαταβολής φόρου νομικών προσώπων& οντοτήτων για το φορολογικό έτος 2020, σε 70%


• στη μείωση της προκαταβολής φόρου φυσικών& νομικών προσώπων για το φορολογικό έτος 2021 και των επόμενων, σε 80% από 100%


• στη μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων & οντοτήτων, από 24% σε 22%


• στην απαλλαγή για το φορολογικό έτος 2021 από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα εισοδήματα φυσικών προσώπων, που προέρχονται από μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα και από επιχειρηματική δραστηριότητα


Όπως σχολιάζει ο Τάσος Μπαρτζώκας «η ελάφρυνση των φορολογικών βαρών είναι απόλυτα επιβεβλημένη, όχι μόνο λόγω των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης. Προκειμένου η ατμομηχανή της χώρας να πάρει ξανά μπροστά, οφείλουμε να κάμψουμε όλα τα εμπόδια. Συνεχίζουμε να υλοποιούμε το φορολογικό, μεταρρυθμιστικό πλάνο μας, στρέφοντας το βλέμμα μας στις ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων.»

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας