Παράγοντες της αγοράς κάνουν λόγο για επικίνδυνη μείωση των αποθεμάτων σιταριού στους μύλους της χώρας μας, προσθέτοντας ότι οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές του αλευριού ήδη αγγίζουν το 80%
Διαταραχές στον εφοδιασμό και της ελληνικής αγοράς με σιτάρι προέλευσης Ρωσίας και Ουκρανίας, γεγονός, που, με τη σειρά του, θα επηρεάσει το κόστος παραγωγής αλεύρου, προκαλούν οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες μεταξύ των δύο χωρών.
Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούν τον σιτοβολώνα της Ευρώπης. Είναι υπεύθυνες για το 14% της παγκόσμιας παραγωγής σίτου και πραγματοποιούν περίπου το 29% των εξαγωγών.
Η Ρωσία είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας μαλακού σιταριού στον κόσμο και αντιπροσωπεύει το 10% της παγκόσμιας παραγωγής και το 20% των διεθνών εξαγωγών. Από την άλλη πλευρά, η Ουκρανία είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας στο μαλακό σιτάρι, με μερίδιο 10%, ενώ επίσης κατέχει ποσοστό στις διεθνείς εξαγωγές καλαμποκιού που υπερβαίνει το 10%.
Εναλλακτικοί δυνητικοί προμηθευτές
Στη δεκάδα των κορυφαίων εξαγωγέων σίτου περιλαμβάνονται ακόμα οι ΗΠΑ (2η θέση), ο Καναδάς (3η θέση), η Γαλλία (4η), ενώ στη δεύτερη πεντάδα βρίσκουμε την Αυστραλία, την Αργεντινή, τη Γερμανία, το Καζακστάν και την Πολωνία.
Στην επόμενη δεκάδα υπάρχουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν λύσεις για την κάλυψη ενδεχόμενων ελλείψεων, όπως π.χ. η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Σλοβακία κ.ά., μολονότι ανάλογα προβλήματα με εμάς θα έχουν και τα υπόλοιπα κράτη.
Η ελληνική παραγωγή
Σκληρό σιτάρι: Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας αναφορικά με το ελληνικό σκληρό σιτάρι, κατά τη διάρκεια της περιόδου 2011-2019 τόσο οι εκτάσεις, όσο και η παραγωγή παρουσίασαν έντονα πτωτικές τάσεις (από 4 εκατ. στρέμματα σε 2,95 εκατ., και από 1,47 εκατ. τόνους σε 0,77 εκατ. αντίστοιχα).
Πάντως, η εγχώρια παραγωγή υπερκαλύπτει την εγχώρια κατανάλωση, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο του προϊόντος είναι θετικό. Σημαντική είναι η παρουσία της συμβολαιακής γεωργίας μεγάλων εταιρειών στην παραγωγή του σκληρού σιταριού.
Μαλακό σιτάρι: Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2011-2019, τόσο η καλλιεργήσιμη έκταση μαλακού σίτου, όσο και η παραγωγή του παρουσιάζουν έντονα πτωτικές τάσεις (μείωση κατά 29,5% και 55,3%, αντίστοιχα). Παρότι η κατανάλωση του προϊόντος εμφάνισε μικρή αύξηση, η εγχώρια παραγωγή καλύπτει την εγχώρια κατανάλωση σε ποσοστά χαμηλότερα του 50%, ενώ οι εισαγωγές υπερβαίνουν κατά πολύ τις εξαγωγές.
Ελπίζουν σε άμεση εξομάλυνση της κατάστασης
Η ανησυχία στις τάξεις των ελληνικών μύλων είναι εμφανής, με τις επιχειρήσεις να τηρούν τη δεδομένη στιγμή μια στάση αναμονής, ελπίζοντας ότι η κατάσταση στην Ουκρανία θα εξομαλυνθεί εντός βραχυπρόθεσμου χρονικού ορίζοντα και δεν θα χρειαστεί να αναζητήσουν άλλες επιλογές προμήθειας της πρώτης ύλης.
Παράγοντες της αγοράς πάντως κάνουν λόγο για επικίνδυνη μείωση των αποθεμάτων σιταριού στους μύλους της χώρας μας, προσθέτοντας ότι οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές του αλευριού ήδη αγγίζουν το 80%. Σύμφωνα με άλλες πηγές, η Ελλάδα έχει χαμηλά αποθέματα σιταριού τα οποία μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού για διάστημα 30-45 ημερών, αν και υπογραμμίζεται ότι δεν αναμένεται τελικά να παρουσιαστεί πρόβλημα επάρκειας στη χώρα μας, αφού και παραγωγός είναι και εναλλακτικές επιλογές υπάρχουν στο τραπέζι.
Θα πούμε το ψωμί… ψωμάκι: Ποια προϊόντα πήραν την... ανηφόρα λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία
24 Φεβ 2022Οι εξελίξεις στην Ουκρανία πυροδοτούν την ακρίβεια. Θα πούμε το... ψωμί, ψωμάκι: Η «τέλεια καταιγίδα» ακρίβειας όχι μόνο δεν λέει να κοπάσει, αλλά τροφοδοτείται κιόλας από τις εξελίξεις στο μέτωπο Ρωσίας –Ουκρανίας.
Όλα δείχνουν έναν νέο κύκλο ανατιμήσεων με επίκεντρο, πέρα από την ενέργεια και αγροτικά προϊόντα όπως το σιτάρι και το καλαμπόκι. Κάτι που θα προκαλέσει «ντόμινο» νέων ανατιμήσεων, σε ψωμί, ζυμαρικά, ακόμη και το κρέας καθώς ακριβαίνουν και οι ζωοτροφές!
Η ενεργειακή θύελλα μαίνεται και ενισχύεται από τα γεγονότα στην Ουκρανία, όμως οι συγκεκριμένες εξελίξεις ωθούν τις χρηματιστηριακές τιμές και μιας σειράς πρώτων υλών και εμπορευμάτων, που ήδη είχαν ανατιμηθεί, σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα.
Καίριο το πλήγμα για την ολόκληρο τον κόσμο, που δεν πρόλαβε να απορροφήσει τους κραδασμούς τους οποίους προκάλεσε στην πραγματική οικονομία η πανδημία, βιώνει και νέες σοβαρές επιπλοκές λόγω της σύγκρουσης Ρωσίας –Ουκρανίας.
Ειδικά για την Ελλάδα τα πράγματα φαντάζουν ακόμη πιο δύσκολα καθώς μπαίνει σε αυτή τη νέα περιπέτεια «φορτωμένη» και με μια δεκαετία Μνημονίων.
Το νιτρικό αμμώνιο, το ψωμί και τα ζυμαρικά
Η απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να αναστείλει τις εξαγωγές νιτρικού αμμωνίου για τους επόμενους δύο μήνες είχε ήδη «ανάψει φωτιές». Απόφαση, μάλιστα, που προηγήθηκε κατά είκοσι ημέρες του διαγγέλματός του για αναγνώριση του Ντονμπάς.
Το νιτρικό αμμώνιο αποτελεί στοιχείο απαραίτητο για την καλλιέργεια σιτηρών. Αποκαλείται «το πιο στρατηγικό από όλα τα λιπάσματα» και είναι το λίπασμα που χρησιμοποιείται περισσότερο στην Ευρώπη.
Βασικός προμηθευτής των Ευρωπαίων παραγωγών είναι η Ρωσία.
Η έλλειψη νιτρικού αμμωνίου κινδυνεύει να προκαλέσει νέο ντόμινο ανατιμήσεων πόσω μάλλον όταν η απόφαση αυτή έρχεται σε μία περίοδο που το λίπασμα χρησιμοποιείται περισσότερο.
Δεδομένου ότι αντιπροσωπεύει 20-25% του κόστους παραγωγής θα έχει διαδοχικές επιπτώσεις στις τιμές:
· του σιταριού,
· στα ζυμαρικά,
· το ψωμί και
· το αλεύρι.
Το Κρεμλίνο επικαλέστηκε, ως αιτία για την απόφασή του, την αύξηση της ζήτησης στην εσωτερική αγορά.
Όπως μετέδωσε το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Tass, η απαγόρευση εξαγωγών νιτρικού αμμωνίου θα διαρκέσει, καταρχάς, έως τις 2 Απριλίου.
Και αυτό ενώ ήδη τους τελευταίους έξι μήνες το κόστος όλων των πρώτων υλών –για τα αρτοποιεία- έχει εκτοξευτεί από 20% έως 70%.
Συγκεκριμένα οι ανατιμήσεις που έχουν καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2021:
· Αλεύρι: 70%
· Ελαιόλαδο: 50%
· Μαργαρίνη: 20%
· Υλικά συσκευασίας: 20%
Αυξήσεις στις πρώτες ύλες λόγω κλιμάκωσης της έντασης
Δεν είναι όμως μόνον η απόφαση για το νιτρικό αμμώνιο που ενισχύει τις τιμές: Η κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία, δύο χώρες που είναι από τις μεγαλύτερες αγροτικές δυνάμεις στον κόσμο, έχει αντίκτυπο και στις «χρηματιστηριακές» τιμές του σιταριού, του καλαμποκιού και του ηλιέλαιου.
Καθώς στις δύο αυτές χώρες αντιστοιχούν το 29% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, το 19% της προσφοράς καλαμποκιού και το 80% της προσφοράς ηλιέλαιου, οι έμποροι ανησυχούν ότι η όποια στρατιωτική εμπλοκή μπορεί να προκαλέσει μία μαζική στροφή των χωρών που εισάγουν τα εμπορεύματα αυτά σε εναλλακτικές πηγές προμήθειας.
Οι προθεσμιακές τιμές του σιταριού αυξήθηκαν στις 22 του μήνα πάνω από 6% στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Σικάγο, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από τον Ιούλιο του 2018, ενώ και οι τιμές του καλαμποκιού αυξήθηκαν σε υψηλό επίπεδο επτά μηνών.
Ήδη, οι τιμές των εν λόγω εμπορευμάτων έχουν κάνει «ράλι» περίπου 40% από τα χαμηλά επίπεδα του 2021, ενισχυμένες από τη μείωση της παγκόσμιας παραγωγής και την ισχυρή ζήτηση.
Η αύξηση των τιμών του σιταριού απειλεί να οδηγήσει σε νέες ανατιμήσεις στο ψωμί, τα ζυμαρικά και το σανό που χρησιμοποιείται ως τροφή για τα ζώα, κάτι που αργά ή γρήγορα θα φέρει αυξήσεις και στο κρέας.
Πώς άρχισε η «τέλεια καταιγίδα» ακρίβειας
Η ακρίβεια όμως ήδη έχει βάλει «φωτιά» στο καλάθι των νοικοκυριών με τα όσα είχαν προηγηθεί από το περασμένο καλοκαίρι λόγω της πανδημίας. Η «έκρηξη» του κόστους ενέργειας λόγω της άρσης των σκληρών περιοριστικών μέτρων και της ισχυρής ζήτησης ήταν μεν ένα βασικό συστατικό αυτού του «κοκτέιλ» παραγόντων που άρχισαν να διαμορφώνουν το πληθωριστικό περιβάλλον, αλλά δεν ήταν το μόνο.
Το περασμένο καλοκαίρι, η μετάλλαξη Δέλτα δεν άφησε να επαναλειτουργήσουν πλήρως μεγάλα εμπορικά λιμάνια, κυρίως στην Ασία και ειδικά στην Κίνα. Με αποτέλεσμα σχεδόν το 13% του παγκόσμιου στόλου να είχε «ρίξει άγκυρα» με πολυήμερη αναμονή στα λιμάνια.
Είναι ενδεικτικό ότι τερματικός σταθμός-κλειδί στο λιμάνι με την τρίτη μεγαλύτερη κίνηση εμπορευματοκιβωτίων (κοντέινερ) στον κόσμο, το Νιγκμπό-Ζουσάν, παρέμεινε κλειστός για πάνω από μία εβδομάδα, όταν αυξήθηκαν ξανά τα κρούσματα της COVID-19 και επιβλήθηκαν περιορισμοί.
Και βέβαια το φαινόμενο έχει πάρει έκταση: Έκθεση της RBC Capital Markets και της Orbital Insight που ανέλυσε τα 22 κορυφαία λιμάνια με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο, διαπίστωσε ότι το 77% των λιμανιών είχαν παράγει χρόνο αναμονής πάνω από τον μέσο όρο. Ο χρόνος διεκπεραίωσης για ένα εμπορευματοκιβώτιο στα λιμάνια σχεδόν διπλασιάστηκε το 2021 σε σύγκριση με τους μέσους όρους που παρατηρήθηκαν από το 2017 έως το 2019.
Αυτή η εξέλιξη –απόρροια βεβαίως της πανδημίας- πρακτικά σήμαινε ότι ουδείς ήταν σε θέση να γνωρίζει πότε ακριβώς θα παραλάβει τα εμπορεύματα που είχε παραγγείλει! Άρα καθυστερήσεις.. άρα και ελλείψεις.
Ελλείψεις στα αγαθά τροφοδοτούν το «τσουνάμι» ακρίβειας
Αλλά υπήρχε και ακόμη μία παράμετρος: Τα πλοία έμεναν δεμένα στα λιμάνια και επειδή ενίοτε... δεν είχαν τι να παραλάβουν!
Η πανδημία ώθησε το Πεκίνο σε επαναφορά σκληρών περιορισμών όχι μόνο σε λιμάνια, αλλά και σε εργοστάσια της Κίνας κάτι που συνδυαστικά επέφερε νέο πλήγμα τόσο στη διαθεσιμότητα όσο και στη διακίνηση αγαθών.
Οι βιομηχανίες δεν ήταν σε θέση να επαναλειτουργήσουν στο πλήρες δυναμικό τους, είτε λόγω περιοριστικών μέτρων είτε εξαιτίας έλλειψης προσωπικού είτε λόγω έλλειψης πρώτων υλών ή άλλων εξαρτημάτων.
Είναι ενδεικτικό ότι η έλλειψη μικροτσίπ (σ.σ: που προκλήθηκε επίσης μέσα από μια «τέλεια καταιγίδα» με άξονες την πανδημία, τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ- Κίνας, τις ιδιομορφίες της ίδιας της αγοράς ημιαγωγών, ακόμη και μια... ξηρασία που έπληξε την Ταϊβάν και «φρέναρε» την παραγωγή) είχε «γονατίσει» ολόκληρους κλάδους, από εταιρείες ηλεκτρονικών μέχρι και αυτοκινητοβιομηχανίες.
Η Nissan, για παράδειγμα, επρόκειτο να κατασκευάσει 500.000 λιγότερα αυτοκίνητα λόγω των ελλείψεων αυτών, ενώ άλλες όπως η Τζένεραλ Μότορς είχαν μεν κατασκευάσει οχήματα τα οποία όμως δεν μπορούσαν κινηθούν επειδή τους έλειπαν τέτοιοι μικροεπεξεργαστές!
Ακόμη και η Apple είχε προειδοποιήσει για προβλήματα στην παραγωγή έξυπνων κινητών τηλεφώνων λόγω της έλλειψης μικροτσίπ, ενώ το αφεντικό της Intel Πατ Γκέλσινγκερ είχε προειδοποιήσει ότι θα χρειάζονταν ένα με δύο χρόνια μέχρι η προσφορά να καλύψει πλήρως τη ζήτηση.
Με φόντο λοιπόν τις αναταράξεις στην παραγωγική διαδικασία, τις ελλείψεις σε πρώτες ύλες και με τα πλοία καθηλωμένα στα λιμάνια να ... αναμένουν εμπορεύματα το μεταφορικό κόστος είχε εκτοξευτεί. Είναι ενδεικτικό, το κόστος μεταφοράς ενός στάνταρντ κοντέινερ 40 ποδών από τη Σανγκάη προς το Ρότερνταμ ή τη Νέα Υόρκη είχε ξεπεράσει τα 13.500 δολάρια. Κατεγράφησαν ιλιγγιώδεις αυξήσεις που άγγιξαν και το 635%!