Πανελλήνια συγκίνηση για το θάνατo του Αλέκου Φασιανού – Κληρονομιά τα έργα του για τη χώρα
17 Ιαν 2022Ο Αλέκος Φασιανός, ο εμβληματικός Έλληνας ζωγράφος, ο οποίος σφράγισε μία ολόκληρη εποχή, έφυγε από τη ζωή την Κυριακή, σε ηλικία 87 ετών στο σπίτι του μαζί με την οικογένειά του και αφού για πολλά χρόνια έδωσε μάχη με τα θέματα υγείας που αντιμετώπιζε. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους της χώρας μας, του οποίου τα έργα γνωρίζουν οι περισσότεροι Έλληνες καθώς εκτός από τα μουσεία τέχνης, έχουν κοσμήσει και σχολικά βιβλία που διάβασαν πολλές γενιές.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935 και είχε σπουδάσει βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, αφού έλαβε υποτροφία από την γαλλική κυβέρνηση και έζησε στην πόλη του φωτός για 35 χρόνια. Συνολικά έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 75 εκθέσεις σε Γαλλία, Ελλάδα και πολλές ακόμα χώρες. Τα βραβεία και οι διακρίσεις που έχει λάβει για το έργο του είναι πολλά ενώ είχε συμμετάσχει σε πολλές διεθνείς εκδηλώσεις τέχνης.
Η ζωγραφική του είναι ανθρωποκεντρική, καθώς στο επίκεντρο των έργων του βρίσκεται κατά κύριο λόγο ο άνθρωπος, όμως τόσο η φύση όσο και το περιβάλλον έχουν σημαντική θέση στη ζωγραφική του.
Εκτός από τη ζωγραφική είχε ασχοληθεί και με το θέατρο ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος και είχε συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα θέατρα της χώρας, όπως το Θέατρο Τέχνης και το Εθνικό Θέατρο. Επίσης, είχε εικονογραφήσει πολλά και σημαντικά βιβλία άλλων σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως ο Καβάφης, ο Ελύτης, ο Ταχτσής και ο Αραγκόν.
Η απώλειά του είναι μεγάλη, καθώς το κενό που αφήνει στον χώρο της ζωγραφικής και των εικαστικών είναι τεράστιο. Ακόμα δεν έχει γίνει γνωστή η ημερομηνία της κηδείας του σπουδαίου καλλιτέχνη. Ήδη πολιτικοί, καλλιτέχνες αλλά και απλοί πολίτες των αποχαιρετούν, με τα έργα του να έχουν κατακλύσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η τέχνη του Αλέκου Φασιανού
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του 30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.
Έχει ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ποιητών και συγγραφέων στην Ελλάδα και τη Γαλλία (των Ελύτη, Ταχτσή, Καβάφη, Aragon, Apollinaire κ.ά.). Έχει επίσης σχεδιάσει αφίσες και γραμματόσημα. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων. Επίσης έχει εκδόσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό. Έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για το έργο του, από την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν αρκετές μονογραφίες του. Το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Legion d'Honneur (Officier des Lettres et des Arts).
Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 75 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν - Μπάντεν 1985, κ. ά.).
Στα θέματά του Φασιανού κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και εννιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά.
Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.