Την Τετάρτη της Διακαινησίμου 8 Μαΐου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στο Νησέλι.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Οὗτος ἐστιν ὁ μαθητής, ὁ μαρτυρῶν περί τούτων καί γράψας ταῦτα, καί οἴδαμεν ὅτι ἀληθής αὐτοῦ ἡ μαρτυρία».
Γίναμε τίς τελευταῖες ἡμέρες μάρτυρες ὅλων τῶν κοσμοσωτηρίων γεγονότων τοῦ Πάθους καί τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Γίναμε μάρτυρες μέσα ἀπό τήν περιγραφή τῶν ἱερῶν εὐαγγελιστῶν, πού κατέγραψαν ὅλα ὅσα ὑπέμεινε ὁ Χριστός γιά τή σωτηρία μας ἀλλά καί τό μέγα θαῦμα τῆς Ἀναστάσεώς του. Καί ἕνας ἀπό τούς ἱερούς εὐαγγελιστές εἶναι καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου μας, τόν ὁποῖο τιμοῦμε σήμερα ἐδῶ στό Νησέλι, στόν πανηγυρίζοντα ἱερό ναό του.
Εἶναι αὐτός, τόν ὁποῖο ἀκούσαμε πρό ὀλίγου, στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, νά μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὅσα γράφει στό Εὐαγγέλιό του γιά τόν Χριστό δέν εἶναι μύθοι καί ἱστορίες, δέν εἶναι ψεύδη καί ἀποκυήματα τῆς φαντασίας του, ἀλλά εἶναι πραγματικότητα, εἶναι ἡ ἀλήθεια. Εἶναι ὅσα εἶδε καί ἄκουσε ἐπί τρία χρόνια κοντά στόν Διδάσκαλό του, κοντά στόν Χριστό. Εἶναι ὅσα εἶδε καί ἄκουσε, μαζί μέ τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, στόν Γολγοθᾶ, τίς τραγικές ἐκεῖνες στιγμές τοῦ μαρτυρίου του. Εἶναι ὅσα εἶδε καί ἔζησε στόν κῆπο τοῦ Ἰωσήφ τό πρωί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί ὅλα ὅσα ἀκολούθησαν κατά τίς ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου στούς μαθητές του.
Μάρτυς αὐτόπτης καί αὐτήκοος ὅλων αὐτῶν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος δίδει τή μαρτυρία του γιά τόν Χριστό ὄχι μόνο στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του ἀλλά καί στούς ἀνθρώπους κάθε ἐποχῆς. Ὄχι γιατί ὁ Χριστός ἔχει ἀνάγκη μαρτύρων γιά νά ἐπιβεβαιωθεῖ τό σωτηριῶδες ἔργο του ἤ ἡ Θεότητά του, ἀλλά γιατί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε ἀνάγκη τῆς μαρτυρίας τῆς ζωῆς καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, γιά νά τόν πιστεύσουμε καί νά γίνουμε μέτοχοι τῆς σωτηρίας πού μᾶς προσέφερε μέ τήν ἐνανανθρώπησή του, μέ τή θυσία του καί μέ τήν Ἀνάστασή του.
Αὐτόπτης καί αὐτήκοος μάρτυς τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου μας ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, δίδει τή μαρτυρία του καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο. Γιατί, ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, ὅποιος ἀκούει τόν λόγο του, ὅποιος βλέπει τά θαύματά του, ὅποιος αἰσθάνεται τήν ὀδύνη τῆς θυσίας του γιά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί ὅποιος ἀξιώνεται νά δεῖ τή δόξα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί τήν αἴγλη τῆς Θεότητός του, αὐτός δέν μπορεῖ νά κρατήσει γιά τόν ἑαυτό του τό θαῦμα. Θέλει νά κάνει, κατά τό δυνατόν, καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους κοινωνούς τῆς δικῆς του ἐμπειρίας.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἔγινε μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, μέ τή ζωή του, μέ τό κήρυγμά του καί μέ τά ἔργα του, μέ τό Εὐαγγέλιό του, μέ τίς ἐπιστολές του ἀλλά καί μέ τήν Ἀποκάλυψη, μέ τά ὁποῖα γνωρίζει καί σέ μᾶς τόν Χριστό, τόν θεῖο Διδάσκαλό του, τόν ὁποῖο ἀγάπησε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του καί στήν ἀγάπη τοῦ ὁποίου ἀφοσιώθηκε ἀπόλυτα.
Καί αὐτή τή μαρτυρία, μαρτυρία πίστεως καί ἀγάπης πρός τόν ἀναστάντα Χριστό, ἐπαναλαμβάνει καί σήμερα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, πρός ὅλους ἐμᾶς πού ἤλθαμε στόν ναό του γιά νά τιμήσουμε τή μνήμη του, γιά νά τιμήσουμε τήν πιστότητα καί τήν ἀφοσίωσή του στόν Κύριό μας, τόν ὁποῖο δέν ἐγκατέλειψε οὔτε κάτω ἀπό τόν Σταυρό, ἀλλά παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι τέλους καί ἄκουσε τόν Χριστό νά τοῦ ἐμπιστεύεται τήν Παναγία Μητέρα του, καί νά ἀναθέτει σέ Ἐκείνη τή φροντίδα τοῦ ἀγαπημένου μαθητοῦ του.
Συγχρόνως ὅμως μᾶς παρακινεῖ νά γίνουμε καί ἐμεῖς μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς του στούς συνανθρώπους μας, στό περιβάλλον μας καί στόν κόσμο.
Μπορεῖ νά μήν ἔχουμε ζήσει μέ τόν Χριστό, ὅπως ὁ ἠγαπημένος μαθητής του, ὅποιος ὅμως πιστεύει στόν Χριστό, ὅποιος ζεῖ τή χαρά τῆς παρουσίας του στήν ψυχή του, ὅποιος ζεῖ τήν προσωπική του ἀνάσταση μέσα ἀπό τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, ὅποιος κοινωνεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μετέχοντας στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί γίνεται σύσσωμος καί σύναιμος Χριστοῦ, ὅποιος ζεῖ τήν προσωπική του μεταμόρφωση μέ τόν προσωπικό του ἀγώνα καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτός ἔχει χρέος νά γίνει μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς του. Ἔχει χρέος νά μεταφέρει καί στούς ἀδελφούς του τό μήνυμα ὅτι, ἀντίθετα πρός αὐτά πού κάποιοι ἰσχυρίζονται, ὅτι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δέν ἰσχύει στίς ἡμέρες μας ἤ ὅτι οἱ ἐντολές καί τό θέλημά του δέν μποροῦν νά ἐφαρμοσθοῦν, ἤ ἀκόμη ὅτι ἡ Ἐκκλησία του δέν ἔχει λόγο στήν κοινωνία μας, ὁ ἀναστάς Κύριος πού διακήρυξε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καί ὅλοι οἱ μαθητές καί ἀπόστολοί του, εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» καί ἀποτελεῖ τή μεγαλύτερη ἐλπίδα καί τή μόνη λύση γιά τά προβλήματα καί τίς ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας.
Ἄς μιμηθοῦμε, λοιπόν, τό παράδειγμα τοῦ ἠγαπημένου μαθητοῦ τοῦ Κυρίου μας καί ἄς γίνουμε καί ἐμεῖς κήρυκες τῆς ἀληθείας του, κήρυκες τοῦ θαύματος τῆς Ἀναστάσεώς του, ζώντας πρῶτα ἐμεῖς μία ἀναστημένη ζωή ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας μέ τή χάρη καί τίς πρεσβεῖες καί τοῦ ἑορταζομένου ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τοῦ ὁποίου πανηγυρίσαμε σήμερα τήν ἱερά μνήμη.
Το Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στο Νησέλι επί τη εορτή της μεταστάσεως του.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ἰησοῦς οὖν ἰδών τήν μητέρα καί τόν μαθητήν παρεστῶτα ὅν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρί· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου». Ἀπό τό ὕψος τοῦ Σταυροῦ ὁ Χριστός ἀπευθύνεται στή Μητέρα του καί στόν ἀγαπημένο μαθητή του, τόν ἑορταζόμενο σήμερα εὐαγγελιστή Ἰωάννη τόν θεολόγο. Καί ἐμπιστεύεται τόν ἕνα στόν ἄλλο. Τήν Παναγία Μητέρα του στόν μαθητή του καί τόν μαθητή του στή Μητέρα του, τήν Παρθένο στόν παρθένο!
Ἔτσι κλείνει στόν Γολγοθᾶ ἕνας κύκλος πού ἄνοιξε στή λίμνη τῆς Γεννησαρέτ, ὅταν συνάντησε τόν Ἰωάννη νά ψαρεύει μαζί μέ τόν ἀδελφό του, τόν Ἰάκωβο, καί τοῦ πρότεινε νά ἐγκαταλείψει τά δίκτυα καί νά τόν ἀκολουθήσει. Καί ὁ Ἰωάννης ἐγκατέλειψε ἀμέσως τά πάντα καί τόν ἀκολούθησε χωρίς νά ὑπολογίσει τίποτε. Τόν ἀγάπησε μέ μία ἀγάπη φυσική, αὐθόρμητη, ἀνθρώπινη καί βρέθηκε πλάι στόν Χριστό σέ ὅλες τίς μεγάλες στιγμές τῆς δημόσιας ζωῆς του ἀπό τό ὄρος Θαβώρ, τήν ὥρα τῆς Μεταμορφώσεώς του, μέχρι τήν ὥρα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου στό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ καί τήν ὥρα τῆς σταυρώσεως στόν Γολγοθᾶ.
Ὡς ἀντίδωρο αὐτῆς τῆς ἀγάπης του ἀξιώθηκε ὁ ἀπόστολος καί εὐαγγελιστής Ἰωάννης νά λάβει τήν πνευματική ἀγάπη, τήν ἀγάπη ἐκείνη πού εἶναι καρπός τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τήν ὁποία χαρίζει ὁ Θεός σέ ὅσους τόν προσεγγίζουν μέ ἁγνότητα καί καθαρότητα καρδίας καί προθέσεων, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ θεολόγος.
Αὐτή ἡ πνευματική ἀγάπη συνίσταται στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μιλώντας στούς μαθητές του λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος του· «ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με». Καί ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι ἀγάπη ἀμοιβαία, διότι «ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ», καί εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά γνωρίσει ὁ χοϊκός ἄνθρωπος τόν ἄυλο καί ἀπερίγραπτο καί ἀπρόσιτο Θεό. Διότι ἐάν ἡ ἀγάπη, ὅπως εἶπα προηγουμένως, περιέχει καί προϋποθέτει τήν καθαρότητα καί τήν ἁγνότητα τῆς ψυχῆς καί τήν συνεπῆ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ προϋποθέτει τήν ἀγάπη. Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί γι’ αὐτό ὁ μόνος τρόπος νά τόν προσεγγίσουμε καί νά τόν κατανοήσουμε στό μέτρο τῶν πεπερασμένων ἀνθρωπίνων δυνάμεών μας εἶναι ἡ ἀγάπη, καί αὐτή χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός γιά νά κάνει γνωστό στούς ἀνθρώπους τό πρόσωπό του καί τήν θεότητά του, κατά τή διαβεβαίωσή του· «ὁ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπό τοῦ πατρός μου, κἀγώ ἀγαπήσω αὐτόν καί ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν».
Αὐτή τήν ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς μεγάλης ἀγάπης του πρός τόν Χριστό βίωσε ὁ ἅγιος εὐαγγελιστής ὁ Ἰωάννης, καί τήν βίωσε πολλές φορές σέ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή του μέ ἀποκορύφωμα τήν ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ στό σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἔτσι ἡ ἀγάπη του πρός τόν Θεό μετουσιώθηκε σέ γνώση τοῦ Θεοῦ καί ἀπό ἁπλός καί ταπεινός κατά κόσμον ἄνθρωπος, ἁπλός ψαράς πού ἦταν, ἀναδείχθηκε ὁ ἅγιος Ἰωάννης σέ πρῶτο καί κορυφαῖο θεολόγο.
Πολλές φορές στή ζωή μας ἀποροῦμε καί ἴσως καί δυσανασχετοῦμε, γιατί δέν κατανοοῦμε τήν οὐσία τῆς πίστεώς μας, γιατί δέν κατανοοῦμε τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γιατί βρισκόμαστε σέ ἀδυναμία νά δώσουμε πειστικές ἀπαντήσεις στίς ἀπορίες εἴτε συνανθρώπων εἴτε καί τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας γιά τόν Θεό καί γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας. Ἄλλοτε πάλι ἀναζητοῦμε στά πτυχία καί στά διπλώματα τοῦ κόσμου τήν ἀληθινή γνώση γιά τόν Θεό καί ἀπογοητευόμαστε γιατί δέν τήν βρίσκουμε. Εἶναι γιατί ξεχνοῦμε πώς τό θεμέλιο τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀφετηρία γιά τήν προσέγγισή του εἶναι ἀγάπη καί αὐτήν θά πρέπει νά ἐπιδιώκουμε καί νά ἀγωνιζόμαστε νά ἀποκτήσουμε, προσπαθώντας νά τηροῦμε στό μέτρο τῶν δυνάμεών μας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Καί ἄν δέν μποροῦμε νά φθάσουμε στό σημεῖο πού ἔφθασε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, δέν θά πρέπει νά ἐγκαταλείπουμε ποτέ τήν προσπάθεια.
Ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά τόν γνωρίσουμε. Μᾶς καλεῖ νά τόν γνωρίσουμε καί μέ τή συμμετοχή μας στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί κατ᾽ ἐξοχήν στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο ὄχι μόνο μᾶς ἑνώνει μέ τόν Χριστό ἀλλά καί μᾶς δίδει τή δυνατότητα νά τόν γνωρίσουμε. «Γεύσασθε καί ἴδετε ὅτι χρηστός ὁ Κύριος», ψάλλουμε.
Γι᾽ αὐτό καί ἄς μήν ἀκοῦμε ὅσους εἴτε ἀπό ἄγνοια εἴτε ἀπό σκοπιμότητα συκοφαντοῦν τό ἱερό μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας, τήν ἕνωσή μας δηλαδή μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό, ἰσχυριζόμενοι ὅτι μπορεῖ νά μεταδοθεῖ δι᾽ αὐτοῦ ὁ κορωνοϊός. Ἐμεῖς ἄς προσερχόμεθα προετοιμασμένοι, «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης», ὥστε νά ἑνούμεθα μέ τόν Χριστό καί νά μένουμε ἐν τῇ ἀγάπῃ του, ὅπως καί ὁ ἠγαπημένος μαθητής του, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, ὁ ἐπιστήθιος, ὁ φίλος τοῦ Κυρίου μας καί παρθένος, τοῦ ὁποίου ἑορτάζουμε σήμερα τή Μετάσταση.
Ἄς εὐχηθοῦμε νά λάβουμε καί ἐμεῖς χάρη ἀπό αὐτή τή χάρη τῆς θεολογίας, ὄχι γιά νά θεολογοῦμε, ἀλλά γιά νά βιώνουμε αὐτή τήν ἀγάπη πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός.