Εγκύκλιος Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος περί των κανονικών συνεπειών της καύσεως νεκρών
11 Φεβ 2025Ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη, πληροφορηθεῖσα τὴν δημιουργία ἀποτεφρωτηρίου νεκρῶν στὰ ὅρια τῆς πνευματικῆς τῆς δικαιοδοσίας, ἐξέδωσε πρὸ ἡμερῶν ἐγκύκλιον σημείωμα γιὰ τὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα τῆς καύσης τῶν νεκρῶν, ἡ ὁποία βασίζεται στὴν ἐγκύκλιο ὑπ. ἀριθμὸν 2959 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί τῶν κανονικῶν συνεπειῶν τῆς καύσεως νεκρῶν ποὺ κυκλοφόρησε τὴ 29ῃ Ὀκτωβρίου 2014.
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος, μέ ἀφορμή τό νέο νομοθετικό καθεστώς γιά τήν ἀποτέφρωση νεκρῶν, σύμφωνα μέ τά ἄρθρα 48 καί 49 τοῦ Νόμου 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 156/1-8-2014, τ. Α ́), κατά τήν Συνεδρία Αὐτῆς τῆς 14ης μηνός Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., ἐπελήφθη καί τοῦ ζητήματος τούτου καί ἀπεφάσισε νά σᾶς ἐνημερώσει περί τῶν κανονικῶν συνεπειῶν ἀπό τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος.
Μέ τά ἄρθρα 48 καί 49 τοῦ Νόμου 4277/2014 ὁ νομοθέτης δέν λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τοῦ νεκροῦ. Ἐάν ὁ θανών δέν εἶχε ἐκφρασθεῖ ἐν ζωῇ περί τῆς μετά θάνατον ἐπιθυμίας ταφῆς ἤ ἀποτεφρώσεως τοῦ σώματός του, ἡ ἀποτέφρωση δύναται νά λάβει χώρα μέ μόνη τή δήλωση τοῦ/τῆς συζύγου ἤ «συντρόφου», μετά τοῦ/τῆς ὁποίου/ας ἔχει συνάψει «σύμφωνο συμβίωσης», ἤ τή δήλωση τῶν συγγενῶν πρώτου ἤ δευτέρου βαθμοῦ.
Τοῦτο, κύημα τοῦ συγχρόνου μηδενιστικοῦ τρόπου ζωῆς καί τῆς τάσεως πρός ἀποθρησκευτικοποίηση κάθε πτυχῆς και ἐκφάνσεως τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἐκ προοιμίου καταστρατήγηση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τοῦ κεκοιμημένου μέλους τῆς Ἐκκλησίας, ἔλλειψη σεβασμοῦ και φροντίδος πρός τό ἀνθρώπινο σῶμα.
Ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται γιά τά μέλη Της τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος, διότι τοῦτο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α ́Κορ. 6, 19), στοιχεῖο τῆς ὑποστάσεως τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου (Γεν. 1, 24), καί περιβάλλει αὐτό μέ σεβασμό καί τιμή ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρός το κεκοιμημένο μέλος Της καί ὡς ἐκδήλωση πίστεως στήν κοινή πάντων ἀνάσταση.
Κατόπιν τούτου, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε να ἐνημερώσει, στό πλαίσιο τῆς ἀγρύπνου ποιμαντικῆς φροντίδος Της, τό εὐσεβές Αὐτῆς πλήρωμα, κληρικούς καί λαϊκούς, γιά τίς ἀκόλουθες κανονικές συνέπειες τῆς ἀποτεφρώσεως τοῦ σώματος:
Ἡ ἀποτέφρωση τοῦ σώματος δέν εἶναι σύμφωνη πρός την πράξη καί παράδοση τῆς Ἐκκλησίας γιά θεολογικούς, κανονικούς καί ἀνθρωπολογικούς λόγους.
Πρός ἀποφυγήν οἱασδήποτε θεολογικῆς, κανονικῆς καί ἀνθρωπολογικῆς ἐκτροπῆς, ἀπαραίτητος εἶναι ὁ σεβασμός τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί ἡ διακρίβωση τῆς οἰκείας βουλήσεως τοῦ κεκοιμημένου καί ὄχι ἡ βούληση ἤ ἡ δήλωση τῶν οἰκείων του.
Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀποδεδειγμένως οἰκειοθελῶς ἐδήλωσε την ἐπιθυμία περί καύσεως τοῦ σώματός του, δηλώνει την αὐτονόμησή του καί ὡς ἐκ τούτου δέν τελεῖται Νεκρώσιμος Ἀκολουθία καί Ἱερό Μνημόσυνο ὑπέρ αὐτοῦ.
†Ὁ Ἀθηνῶν ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ, Πρόεδρος
καί τά μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου
ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Βέροια, 30 Ἰανουαρίου 2025
Ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη, πληροφορηθείσα τὴν δημιουργία ἀποτεφρωτηρίου νεκρῶν στὰ ὅρια τῆς πνευματικῆς της δικαιοδοσίας, συγκεκριμένα σὲ ἀπόσταση τριῶν μόλις χιλιομέτρων ἀπὸ τὸ κέντρο τῆς πόλεως τῆς Αλεξάνδρειας, ἐπιθυμεῖ νὰ ἐνημερώσῃ τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα γιὰ τὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα τῆς καύσης τῶν νεκρῶν, τὴν ὁποίαν δυστυχῶς ἐπιλέγουν ὁρισμένοι συνάνθρωποί μας στὸ πλαίσιο τῆς ἐλεύθερης προσωπικῆς ἐπιλογῆς.
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἡ ἐπιθυμία ἑνὸς ἀνθρώπου νὰ ἀποδοθῇ τὸ σῶμα του πρὸς καύσιν μετὰ τὸν θάνατό του συνιστᾶ τὴν ἔσχατη ἄρνηση πρὸς τὸν Χριστό, ποὺ ἦλθε νὰ ἁγιάσῃ τὸ ἐν ἡμῖν συναμφότερον, τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικὸ ὄν, τὸ σῶμα του δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ ὄχημα τῆς ψυχῆς, δὲν εἶναι ἕνα ὑλικὸ ἀντικείμενο κατώτερο ἀπὸ τὴν ψυχή, ὅπως πρέσβευαν οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι· ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ ἔμψυχο σῶμα του. Καὶ αὐτὸ τὸ σῶμα τὸ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία, τὸ προσκυνᾷ ἐν τῷ Σώματι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ ἐτάφη, τὸ προσκυνᾷ στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ καὶ αὐτὴ ἐτάφη, τὸ προσκυνᾷ ἐν τοῖς ἱεροῖς λειψάνοις τῶν ἁγίων μαρτύρων, πατέρων καὶ ὁσίων, τὸ προσκυνᾷ εἰκονιζόμενο στὶς ἁγίες εἰκόνες, τὸ ἁγιάζει καθημερινὰ διὰ τῶν ἱερῶν μυστηρίων. Ὁ στόχος τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι νὰ σώσῃ τὴν ψυχὴ ἑνὸς ἀνθρώπου, ἀλλὰ νὰ σώσῃ ὁλόκληρο τὸν ψυχοσωματικὸ ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁμολογεῖ περήφανα ὅτι «προσδοκᾷ ἀνάστασιν νεκρῶν» καὶ «ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου ὁ καθένας θὰ βλέπη ἔνδοξο καὶ θὰ ἀπολαμβάνη θεωμένο τὸ σώμα του.
Κάθε χριστιανὸς ποὺ ἀφήνεται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, κάθε χριστιανὸς ποὺ ἐλπίζει σὲ Αὐτὸν ὡς Σωτῆρα καὶ τὸν ἐμπιστεύεται ὡς Θεό, ὅσο ἁμαρτωλὸς κι ἂν πιστεύῃ πὼς εἶναι, ὁμολογεῖ αὐτὴν τὴν προσδοκία τῆς ἀναστάσεως, σεβόμενος τὸ ἴδιο του τὸ σῶμα. Μπορεῖ ἴσως καὶ νὰ τὸ λερώνῃ μὲ τὰ πάθη, νὰ τὸ εὐτελίζῃ μὲ ποικίλες ἁμαρτίες, ἀλλὰ ὅταν δὲν παρεμβαίνῃ ἐγωϊστικὰ μὲ τὴν ἀποτέφρωση στὸ ἔργο τῆς φυσικῆς διάλυσής του μετὰ θάνατον, ὅταν ἀρνεῖται τὴν καύση τοῦ ἔστω καὶ ἁμαρτωλοῦ σώματός του, ὅταν ἀποδέχεται ὅτι, κάποια στιγμὴ ποὺ θὰ πεθάνη, θὰ ταφῇ ὅπως ἐτάφησαν οἱ πρόγονοί του, οὐσιαστικὰ κάνει μία ὁμολογία πίστεως· μία ὁμολογία πίστεως στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ποὺ μπορεῖ νὰ μὴν τὴν ἀκολούθησε στὴ ζωή του, ἀλλὰ τὴν ἀποδέχεται στὴν ἔσχατη χρονικὰ μορφή της. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀρνεῖται νὰ τὸν κηδεύσῃ ἐκκλησιαστικὰ μέσα στὸ Ναό, νὰ τελῇ τρισάγια καὶ μνημόσυνα γιὰ τὴν ἀνάπαυσή του, νὰ μνημονεύῃ τὸ ὄνομά του στὴ Θεία Λειτουργία καὶ νὰ προσεύχεται νὰ εἶναι ἡ μνήμη τοῦ προσώπου του αἰώνια μέσα στὶς ἀκτῖνες τοῦ φωτὸς τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ σῶμα κάθε χριστιανοῦ ἀποτελεῖ κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο «Ναὸ τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος», βαπτισμένο στὸν Μεγάλο Ἁγιασμό, μυρωμένο μὲ τὸ Ἅγιο Μύρο, χρισμένο μὲ τὸ ἔλαιον τοῦ Εὐχελαίου, ἁγιασμένο μὲ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου μας, μὲ τὸ ὁποῖο καὶ προσμείχθηκε. Πῶς θὰ καταφρονήσουμε λοιπόν, ἀδελφοί μου, πῶς θὰ κάψουμε αὐτὸ τὸ σῶμα, ποὺ κουβάλησε κάποτε μέσα του τὸν Χριστό, ποὺ ἀκτινοβόλησε κάποτε μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρὶς ἡ ἀσυνείδηση αὐτὴ ἐπιλογὴ νὰ ἀποτελῇ ὄχι ἁπλῶς μία τελευταία ἁμαρτία, ἀλλὰ κυρίως μία ἀνεπίτρεπτη γιὰ χριστιανὸ βλασφημία; Θὰ πετούσαμε ποτὲ στὰ σκουπίδια ἕνα ἱερὸ Ἁγιοπότηρο, ἕνα ἱερὸ Ἀρτοφόριο; Μήπως δὲν εἴμαστε κι ἐμεῖς κινητὰ Ἀρτοφόρια χάριτος, ὅταν ἡ ἴδια ἡ Θεία Χάρις ἐνήργησε μέσα μας;
Εἶναι γεγονὸς ὅτι τὴν καύση ἐπιλέγουν συνήθως ἄνθρωποι μὲ μηδενιστικὴ στάση ζωῆς, ποὺ δὲν εἶχαν καὶ δὲν ἤθελαν ποτὲ νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὸν Χριστό, τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν μυστηριακὴ καὶ πνευματικὴ ζωή, ἄνθρωποι ποὺ σὲ ὅλη τους τὴν ζωὴ δηλώνουν ἄθεοι, ἄθρησκοι, πολέμιοι ἢ ἁπλῶς ἀρνητὲς τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σέβεται τὴν ἐλευθερία τῶν πάντων, ἔχει ὅμως τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα καὶ μᾶλλον τὴν ὑποχρέωση νὰ ἐνημερώνῃ τὰ μέλη της, ποὺ εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, σχετικὰ μὲ τὶς πνευματικὲς συνέπειες τῆς κάθε μίας ἐπιλογῆς. Ἐδῶ δὲν χωρᾷ καμία ἀμφιβολία ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀρνεῖται τὴν ἐκκλησιαστικὴ κηδεία, τὰ τρισάγια, τὰ μνημόσυνα καὶ τὴν μνημόνευση τῶν ἀποτεφρωθέντων, οὐσιαστικὰ αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι νὰ συμφωνεῖ μὲ τὴν ἐπιλογὴ ἐκείνων ποὺ δὲν θέλουν οὔτε τὴν προσευχή της, οὔτε τὴν σωτηρία ποὺ ἀποῤῥέει ἀπὸ τὴν ἴδια της τὴν ὑπόσταση. Λέγει ὁ Χριστός μας «ὅποιος ἀρνηθῆ Ἐμένα καὶ ἀποῤῥίψῃ τοὺς λόγους τοῦ Εὐαγγελίου μου, θὰ τὸν ἀρνηθῶ καὶ ἐγὼ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός Μου». Αὐτὸ δὲν θὰ πρέπη νὰ ἐκληφθῇ ὡς βεβαίωση ἀντεκδίκησης ἀπὸ πλευρᾶς τοῦ Κυρίου μας, ἀλλὰ ὡς τεκμήριο ἀληθείας ὅτι κανέναν δὲν θὰ σώσῃ μὲ τὸ ζόρι. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς τὸ Ἕνα καὶ Αὐθεντικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ παρατεινόμενον εἰς τοὺς αἰῶνας, θέλοντας νὰ εἶναι συνεπὴς στὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ἀρνεῖται νὰ κηδεύσῃ, ἀρνεῖται δηλαδὴ νὰ ψάλῃ τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία σὲ ὅποιον ἐπιλέξη τὴν ἀποτέφρωση, οὔτε ἀκόμη νὰ τελέσῃ ἕνα ἁπλὸ τρισάγιο γιὰ τὴν ἀνάπαυσή του. Κανέναν δὲν κρατᾶ στοὺς σωτήριους κόλπους της μὲ τὴν βία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι χῶρος ἐλευθερίας, ἀλλὰ καὶ συνέπειας πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅποιος ντρέπεται γιὰ τὴν γῆ ποὺ τὸν φιλοξενεῖ, ἀπ’ ὅπου προῆλθε, καὶ φοβᾶται τὴν ταφὴ στὰ σπλάχνα της, ὅποιος συμπεριφέρεται μὲ ἀλαζονεία καὶ μὲ τέτοια ἔσχατη κακότητα πρὸς τὸ σῶμα του καὶ βάζει πιό πάνω ἀπὸ τὴν «λίαν καλὴ» φύση τὸ ἐγωϊστικό του παρεμβατικὸ θέλημα, γιὰ νὰ ἀποδείξῃ τάχα ὅτι εἶναι κυρίαρχος τοῦ σώματός του κατὰ τὸν θάνατο, ὅποιος δὲν ἐλπίζει στὴν ἀνάσταση τοῦ σώματός του, ὅποιος ἀποῤῥιπτει τὴν Ἐκκλησία, ἂς ἀποτεφρωθῇ. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία θὰ εἶναι καὶ πνευματικὰ νεκρός.
Ἐνδεχομένως κάποιοι νὰ μεμφθοῦν τὴν Ἐκκλησία, ἴσως στὰ κοινωνικὰ δίκτυα νὰ γραφτοῦν τὰ γνωστὰ ἀνόητα σχόλια ὅτι τάχα ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ ἔσοδα. Ἂν ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφερόταν γιὰ τὰ ἔσοδα, νὰ εἶστε σίγουροι ὅτι δὲν θὰ ἠρνεῖτο τὶς κηδεῖες καὶ τὰ μνημόσυνα τῶν ἀποτεφρωθέντων. Τὴν Ἐκκλησία τὴν ἐνδιαφέρει ἕνα πρᾶγμα· ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἔστω καὶ τοῦ πλέον ἁμαρτωλοῦ.
Διάπυρος πρὸς τὸν Θεὸν εὐχέτης
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας Παντελεήμων