Εκκλησία εορτάζει την Περιτομή του Ιησού Χριστού. Η πράξη αυτή ορίστηκε αρχικά -όπως μας πληροφορεί η Αγία Γραφή- από το Θεό ως επισφράγισμα της «Διαθήκης» Του με τον Α-βραάμ.
Η «Διαθήκη» αυτή, επαναλήφθηκε με τον Μωυσή και καταγράφηκε στο Νόμο. Έτσι, κατά την ιουδαϊκή θρησκεία, η περιτομή κατέστη μία επίσημη τελετή, που εφαρμοζόταν σε κάθε αρσενικό παιδί την όγδοη μέρα από τη γέννησή του. Αυτήν την τελετή τηρούσαν πάντοτε με επιμέλεια οι Ισραηλίτες. Ήταν μια προσφορά του παιδιού στο Θεό, στον οποίο από εκείνη τη στιγμή ανήκε. Ήταν μια υπενθύμιση πως ο Ιουδαίος όφειλε να διαφέρει απ’ όλους τους άλλους ανθρώπους στην πίστη στον Ένα και αληθινό Θεό και να μην προσκυνά τα είδωλα των Εθνικών.
Η τελετή πραγματοποιούνταν σύμφωνα με συγκεκριμένο τελετουργικό, στο χώρο της Συναγωγής κάθε τόπου, παρουσία δέκα τουλάχιστον μαρτύρων, συνοδευόταν δε και με την ονοματοδοσία του παιδιού.
Στην περίπτωση του Θείου Βρέφους, αφού γεννήθηκε εντός του «Παλαιού Νόμου», έπρεπε κι Αυτό να υποβληθεί στις διατάξεις του. Έτσι, η περιτομή και η ονοματοδοσία Του έγινε προφανώς στη Συναγωγή της Βηθλεέμ, όπου Τον προ-σεκόμισαν η μητέρα Του Μαριάμ και ο Ιωσήφ την όγδοη η-μέρα μετά τη Γέννησή Του.
Αυτή την ημέρα, την όγδοη μετά την ημέρα των Χριστουγέννων, καθιέρωσε και η Μητέρα μας Εκκλησία να εορτάζει όχι απλά αυτό καθεαυτό το γεγονός της περιτομής, αλλά εξ’ αυτού να προβάλει δια της εορτής την πνευματική της διάσταση και πώς αυτή επηρεάζει –ή, μάλλον, να το πούμε καλύτερα, θα έπρεπε να επηρεάζει- τη ζωή μας. Με αυτό το σκεπτικό, οι Πατέρες μας επέλεξαν να απαγγέλλεται σήμερα στους ναούς μας, κατά τη Θεία Λειτουργία, ως Αποστολικό Ανάγνωσμα, ένα τμήμα της επιστολής του Αποστόλου Παύλου, προς τους Χριστιανούς κατοίκους της Μικρασιατικής πόλης των Κολοσσών.
Ας δούμε λοιπόν το κείμενο αυτό του Αναγνώσματος στην καθημερινή μας γλώσσα: «Αδελφοί μου, προσέχετε καλά, μη σας εξαπατήσει κανείς με τους απατηλούς και κούφιους συλλογισμούς της ανθρώπινης σοφίας, που στη-ρίζονται σε ανθρώπινες παραδόσεις και σε μια λαθεμένη πίστη προς τα στοιχεία του κόσμου και όχι στη διδασκαλία του Χριστού.
Γιατί μόνο στο Χριστό κατοικεί σωματικά όλη η θεότητα. Μόνο Αυτός μπορεί να μας δώσει την πληρότητα της ζωής, αυτός που είναι Κύριος κάθε αρχής και εξουσίας. Πιστεύοντας σ’ Αυτόν λάβατε την πραγματική περιτομή, αυτή που δε γίνεται με ανθρώπινα χέρια, αλλά την κάνει ο Χριστός και είναι η απαλλαγή από την αμαρτία που εξουσίαζε τον άνθρωπο. Όταν βαφτιστήκατε, θαφτήκατε μαζί με το Χριστό, αλλά κι αναστηθήκατε μαζί Του, γιατί πιστέψατε στη δύναμη του Θεού, ο οποίος Τον ανέστησε από τους νεκρούς». (Κολασσαείς κεφάλαιο β΄, στίχοι 8-12)
Από τα παραπάνω, εύκολα κανείς μπορεί να κατα-λάβει τον παραλληλισμό που επιχειρεί ο Απόστολος των Εθνών, αλλά και δικός μας, Παύλος. Από τη μια, η περιτομή των Ιουδαίων και από την άλλη το Άγιο Βάπτισμα των Χρι-στιανών. Τα παραλληλίζει βέβαια μεταξύ τους όχι ως ιεροτελεστίες αλλά με την πνευματική τους διάσταση. Και τα δύο ενέτασσαν τους ανθρώπους σε μια οικογένεια.
Η περιτομή στον λαό του Ισραήλ, το Βάπτισμα στον «νέο Ισραήλ», την μεγάλη οικογένεια της Εκκλησίας του Χριστού. Η περιτομή καθιστούσε τον νέο Ισραηλίτη αφιέρωμα στο Θεό των πατέρων του, το Βάπτισμα καθιστά τον Χριστιανό τέκνο του Θεού δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό, στον οποίο, όπως μας ανέφερε παραπάνω ο Απόστολος Παύλος «κατοικεί όλη η θεότητα». Η περιτομή απάλλασσε τον Ισραηλίτη από την «απατηλή» και «κούφια» λατρεία των ειδώλων, το Βάπτισμα απαλλάσσει τον Χριστιανό από την αμαρτία που τείνει να εξουσιάζει τον άνθρωπο.
Δυστυχώς όμως η περιτομή κατήντησε για τους Ισραη-λίτες μια τυπική διαδικασία, προσκολλημένη στις «ανθρώπινες παραδόσεις», στον «τύπο» και στο «γράμμα» του Νόμου και όχι στην ουσία του γεγονότος, που δεν ήταν άλλη από την αφιέρωσή τους σώματι και ψυχή στον Θεό των πατέρων τους και τη δυνατότητα μιας νέας ζωής κοντά Του. Έτσι, αναπόφευκτα έχασε την αξία της, καταλήγοντας από ένα πνευματικό, σε ένα κοσμικό γεγονός, χωρίς ουσιαστικές συνέπειες στη ζωή του ανθρώπου.
Αυτός ο κίνδυνος ελλοχεύει όμως και για μας τους Χριστιανούς.
Δεν θα κομίσω «γλαύκας εις Αθήνας» αν πω πως δυστυχώς κι εμείς οι σύγχρονοι Χριστιανοί τείνουμε να αποστασιοποιηθούμε πλήρως από το βαθύτερο, πνευματικό νόημα του Ιερού Μυστηρίου της Βαπτίσεως και να το εγκλωβίσουμε εντός των στενών πλαισίων ενός κοσμι-κού γεγονότος.
Όταν η φροντίδα μας γύρω από αυτό δα-πανάται μόνο στην έκδοση των πιο πρωτότυπων προσκλητηρίων, στον στολισμό της κολυμβήθρας και του ναού, στο είδος και το πλήθος των κερασμάτων και των αναμνηστικών, στην ομορφιά των ρούχων του βαπτιζόμενου παιδιού μας, στα ρούχα και το χτένισμα των γονέων, των νονών και των παρευρισκομένων, στο γλέντι και το τραπέζι που θα ακολουθήσει και άλλα παρόμοια, τότε πράγματι υποβιβάζουμε το υψηλό αυτό Μυστήριο, το τόσο κεντρικό και ουσιώδες για τη σωτηρία μας, στο χαμηλό επίπεδο μιας κοσμικής -και κάποιες φορές δυστυχώς και εφάμαρτης- «γι-ορτούλας», ή, στην καλύτερη περίπτωση, ενός παιδικού party, που στοχεύει σε ακόμα μία ψυχαγωγία μας.
Το Βάπτισμά μας όμως δεν είναι party, μπορεί να το πει «ψυχαγωγία», με άλλη όμως έννοια, πνευματική, ως «α-ναγωγή» της ψυχής του ανθρώπου από τα κοσμικά στα ου-ράνια, από τα ευτελή και προσωρινά, στο πολύτιμα και αιώ-νια, από τα θνητά στα αθάνατα... Το Βάπτισμα είναι μίμηση του Θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού. Το είπε και ο Απόστολος Παύλος πριν: «Όταν βαφτιστήκατε, θαφτήκατε μαζί με το Χριστό, αλλά κι αναστηθήκατε μαζί Του». Θάψαμε την ημέρα της Βαπτίσεώς μας τον «παλαιό άνθρωπο», τον άνθρωπο των παθών και της αμαρτίας, και εξήλθαμε μέσα από τα αγιασμένα ύδατα της κολυμβήθρας, «νέοι άνθρωποι», αναστημένοι από την κακία, τις αδυναμίες, τις μικρότητες, τους εγωισμούς και ό,τι άλλο κουβαλούσε η ασθενής πρότερη φύση μας.
Κι αυτά, δεν τα κατέστησε δυνατά όχι η δική μας ικα-νότητα ή σοφία, αλλά οφείλονται αποκλειστικά στον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Αυτός, ως Θεός αληθινός, είναι ο μόνος που «μπορεί να μας δώσει την πληρότητα της ζωής», γιατί Αυτός είναι «Κύριος κάθε αρχής και εξουσίας». Αυτός θα επιτελέσει στον καθένα μας «την πραγματική περιτομή, αυτή που δεν γίνεται με ανθρώπινα χέρια, αλλά την κάνει ο Χριστός και είναι η απαλλαγή από την αμαρτία». Από εμάς απαιτείται, όπως συμβουλεύει ο Απόστολος Παύλος, μόνο η Πίστη. Όχι βέβαια αυτή η «λαθεμένη», που είναι προσκολ-λημένη στα «απατηλά» ανθρώπινα σοφίσματα και «κούφι-ες» παραδόσεις, αλλά αυτή που εμφορείται και εμπνέεται από τη ζωογόνο και ανακαινιστική διδασκαλία του Χριστού.
Μακάρι όλοι μας, να επιτρέψουμε στον εαυτό και τα παιδιά μας, να γευτούμε τα αιώνια και αναφαίρετα αγαθά αυτής της «πραγματικής περιτομής» που ο Ιησούς μας προ-σφέρει. Αμήν.
Με αγάπη Χριστού.
«ο γραφέας»