Ήταν 20 Ιουλίου 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και σκόρπισε τον όλεθρο. Σήμερα, 47 χρόνια μετά, το μήνυμα «Δεν Ξεχνώ» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, αφού η Άγκυρα και το ψευδοκράτος όχι μόνο δεν κρύβουν αλλά «φωνάζουν» τις επιδιώξεις τους για έναν νέο Αττίλα...
Σήμερα συμπληρώνονται 47 χρόνια από το μαύρο πρωινό της 20ης Ιουλίου του 1974, όταν οι ορδές του Αττίλα εισέβαλαν στην Κύπρο, σκορπώντας το θάνατο και την καταστροφή.
Την ίδια ώρα, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποφάσισε πως το διήμερο 19 - 20 Ιουλίου ήταν το καλύτερο για να βρεθεί στα Κατεχόμενα και να επιδοθεί σε ένα νέο μπαράζ προκλήσεων κατά της Κύπρου και της Ελλάδας.
Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τις δηλώσεις του για «έπος του 1974» και για «ήρωες και μάρτυρες» που... ελευθέρωσαν, κατά τα δικά του λεγόμενα, την Κύπρο; Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τις φιέστες που έχει στήσει το ψευδοκράτος και ο πρόεδρός του, Ερσίν Τατάρ, στις οποίες παίρνει μέρος όλη η... κουστωδία του Ερντογάν, του εθνικιστή κυβερνητικού εταίρου Ντεβλέτ Μπαχτσελί συμπεριλαμβανομένου;
Οι προκλήσεις από την τουρκική και την τουρκοκυπριακή πλευρά δεν έχουν προηγούμενο και αναμένεται να κορυφωθούν με το άνοιγμα των Βαρωσίων. Μια ακόμα μονομερής ενέργεια που καταπατά κάθε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και επιβεβαιώνει πως η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όχι μόνο δεν είναι άξια εμπιστοσύνης για έναν ειλικρινή διάλογο έτσι ώστε να βρεθεί η οποιαδήποτε λύση στα καυτά ζητήματα της Κύπρου και της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά πρόκειται για τον «διεθνή ταραξία», όπως εύστοχα έχει χαρακτηριστεί ακόμα και από υψηλόβαθμους αξιωματούχους της ΕΕ και των ΗΠΑ...
Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή ημέρα είναι ημέρα μνήμης, ημέρα θλίψης και πόνου για χιλιάδες Κύπριους, που φέρνουν ξανά στη μνήμη τους τα θλιβερά γεγονότα της 20ής Ιουλίου 1974.
Το μήνυμα «Δεν Ξεχνώ», που έκτοτε συνοδεύει την Κύπρο και τους Ελληνοκύπριους, είναι, ίσως, πιο επίκαιρο από ποτέ καθώς όσα συμβαίνουν σε παρόντα χρόνο δείχνουν τις διαθέσεις της Άγκυρας, που ουδόποτε άλλωστε ήταν κρυφές, για έναν νέο Αττίλα...
20 Ιουλίου 1974, ώρα 5:30π.μ....
Οι σειρήνες ήχησαν και σήμερα, στις 05.30 το πρωί, στην 47η επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Όπως γίνεται τα τελευταία 47 χρόνια τέτοια ώρα, που ο τουρκικός στρατός αποβιβάστηκε στις ακτές της Κερύνειας, πέντε ημέρες μετά το προδοτικό πραξικόπημα.
Χιλιάδες οι νεκροί, εκατοντάδες οι αγνοούμενοι της κυπριακής τραγωδίας. Η χώρα παραμένει διαιρεμένη.
Σήμερα, σε όλες τις πόλεις της ελεύθερης Κύπρου διοργανώνονται εκδηλώσεις μνήμης και τιμής για τους πεσόντες και δεήσεις για διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας. Το «παρών» σε κάποιες από αυτές, ως επίσημοι προσκεκλημένοι της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα δώσουν ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, κ. Νίκος Παναγιωτόπουλος, και ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος.
Το χρονικό της βάρβαρης εισβολής του «Αττίλα»
Σχεδόν τέσσερις χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν, εκατοντάδες αγνοούνται και διακόσιες χιλιάδες εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους.
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας» ξεκίνησε την αυγή της 20ης Ιουλίου 1974, με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις. Συμμετείχαν συνολικά γύρω στους 40.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του αντιστρατήγου Νουρετίν Ερσίν.
Η ελληνική πλευρά πιάστηκε στον ύπνο και η αντίδρασή της εκδηλώθηκε με μεγάλη καθυστέρηση. Η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», με σκοπό την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο, που είχε καταλυθεί από το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου (15 Ιουλίου 1974).
Τα τουρκικά αποβατικά σκάφη άρχισαν να αποβιβάζουν δυνάμεις ανενόχλητα στην περιοχή Πέντε Μίλι, οκτώ χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας, λίγο μετά τις 5 το πρωί της 20ης Ιουλίου. Σχεδόν ταυτόχρονα, σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άρχισαν τις επιθέσεις, συνεχώς και κατά κύματα κατά της ευρύτερης περιοχής της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ άλλα αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούσαν ρίψεις αλεξιπτωτιστών σε επίκαιρα σημεία. Οι κάτοικοι βρέθηκαν στο έλεος των εισβολέων. Άοπλοι πολίτες δολοφονήθηκαν, γυναίκες βιάστηκαν και αιχμάλωτοι στρατιώτες εκτελέστηκαν.
Η αντίδραση της ελληνικής πλευράς ήταν ανεξήγητα αργοπορημένη. Παρ' ότι το ελληνικό Πεντάγωνο γνώριζε τις κινήσεις των Τούρκων, θεωρούσε ότι μπλοφάρουν. Μόλις στις 8:40 το πρωί δόθηκε επισήμως από την Αθήνα η εντολή εφαρμογής των πολεμικών σχεδίων, ενώ το ελληνικό ραδιόφωνο (το ΕΙΡΤ εν προκειμένω), μετέδωσε την είδηση γύρω στις 11 το πρωί. Η καθυστερημένη κινητοποίηση έδωσε τη δυνατότητα στους Τούρκους εισβολείς να παγιώσουν τις θέσεις τους και να δημιουργήσουν προγεφύρωμα από το Πέντε Μίλι της Κερύνειας προς τον Άγιο Ιλαρίωνα, έχοντας ως αντικειμενικό στόχο τη σύνδεσή του με τον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λευκωσίας.
Οι μονάδες της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛΔΥΚ, όταν κινητοποιήθηκαν άρχισαν να πολεμούν με ηρωική αυτοθυσία, χωρίς μάλιστα να διαθέτουν αεροπορική κάλυψη και σύγχρονο οπλισμό. Αριθμούσαν γύρω στους 12.000 άνδρες (Ελληνοκύπριους και Ελλαδίτες), υπό τη διοίκηση του ταξιάρχου Μιχαήλ Γεωργίτση, που είχε το γενικό πρόσταγμα στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Στο μεταξύ, άρχισε να κινητοποιείται και ο ελληνοκυπριακός ανδρικός πληθυσμός και να μετέχει στον άνισο αγώνα με ό,τι διέθετε ο καθένας, πυροβολώντας από τις στέγες των σπιτιών του κατά των εισβολέων αλεξιπτωτιστών.
Στην Αθήνα, η κυβέρνηση αιφνιδιασμένη από την εξέλιξη των γεγονότων αρχίζει να παρουσιάζει εικόνα διάλυσης. Κηρύσσει γενική επιστράτευση, η οποία εξελίσσεται σε φιάσκο.
Την επομένη, 21 Ιουλίου, οι μάχες στην Κύπρο συνεχίζονται με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Στόχος των ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο είναι να αποκόψουν τον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λευκωσίας από το προγεφύρωμα της Κερύνειας. Οι Έλληνες στρατηγοί απορρίπτουν εισήγηση για επέμβαση στην Κύπρο, προβλέποντας αποτυχία του σχετικού εγχειρήματος. Δύο ελληνικά υποβρύχια που πλέουν προς την Κερύνεια διατάσσονται να επιστρέψουν στην Ελλάδα.
Οι Τούρκοι εισβολείς, παρά την αριθμητική τους υπεροχή και την ποιοτική υπεροχή του οπλισμού τους, αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Μάλιστα, από ασυνεννοησία η τουρκική αεροπορία βυθίζει το αντιτορπιλικό Κοτσατεπέ (D-354), το οποίο εξέλαβε για ελληνικό πλοίο και προκαλεί ζημιές σε άλλα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.
Την ίδια μέρα, σημειώνεται δραστηριοποίηση του αμερικανικού παράγοντα για την επίτευξη ανακωχής. Ο Σίσκο, που πηγαινοέρχεται μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας, δεν βρίσκει κάποιον αρμόδιο στην Αθήνα να διαπραγματευτεί, καθώς όλοι οι αρμόδιοι έχουν εξαφανιστεί. Την ευθύνη αναλαμβάνει τελικά ο αρχηγός του Ναυτικού, ναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, ο οποίος σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Κίσινγκερ συμφωνεί η ανακωχή να ισχύσει από τις 4 το απόγευμα της 22ας Ιουλίου.
Στις 2 το πρωί της 22ας Ιουλίου, 12 ελληνικά μεταγωγικά τύπου Νοράτλας, που μετέφεραν καταδρομείς στο νησί, βάλλονται, κατά λάθος, από φίλια πυρά πλησίον του αεροδρομίου της Λευκωσίας, με αποτέλεσμα το ένα από αυτά να καταρριφθεί (4 μέλη του πληρώματος και 27 καταδρομείς έχασαν τη ζωή τους), ενώ άλλα δύο να πάθουν σοβαρές ζημιές. Την ίδια ημέρα, οι Τούρκοι εισβολείς εντείνουν τις επιχειρήσεις τους. Αποβιβάζουν άρματα μάχης και το μεσημέρι καταλαμβάνουν την πόλη της Κερύνειας.
Στις 4 το απόγευμα αρχίζει να τηρείται η ανακωχή κατά τα συμφωνηθέντα, η οποία όμως θα παραβιασθεί αρκετές φορές από τους εισβολείς. Σ' αυτό το χρονικό σημείο, οι Τούρκοι ελέγχουν το 3% του Κυπριακού εδάφους, έχοντας δημιουργήσει ένα προγεφύρωμα, που συνδέει την Κερύνεια με τον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λευκωσίας.
Ο Αττίλας ΙΙ ολοκλήρωσε την τραγωδία...
Μετά από αυτές τις εξελίξεις, και την πρόσκαιρη ανακωχή, ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις στη Γενεύη με την ελληνική και την κυπριακή κυβέρνηση να τελούν υπό διάλυση. Η Τουρκία ζήτησε ομοσπονδιακή λύση, ανταλλαγή πληθυσμών και 34% του εδάφους της Κύπρου υπό τον έλεγχο των Τουρκοκύπριων. Οι συνομιλίες στις 14 Αυγούστου 1974 θα καταρρεύσουν και θα ξεκινήσει ο Αττίλας ΙΙ που θα ολοκληρώσει την τραγωδία για την Κύπρο. Η Τουρκία κατέλαβε περίπου το 36% του νησιού, εκτόπισε 120.000 Κύπριους και εγκλώβισε άλλες 20.000 ενώ περίπου 3.000 Ελληνοκύπριοι θα χάσουν τη ζωή τους.
Πάνω από το 1/4 του συνολικού πληθυσμού και 1/3 των Ελληνοκυπρίων, περίπου 150.000 άνθρωποι, έγιναν πρόσφυγες. Ως το 1975, περίπου 60.000 Τουρκοκύπριοι είχαν μετακινηθεί από την ελεύθερη Κύπρο προς τα Κατεχόμενα στον Βορρά. Το 1983 η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου ανακηρύχθηκε και αναγνωρίστηκε μόνο από την Τουρκία. Η διεθνής κοινότητα, μέχρι και σήμερα, εξακολουθεί να θεωρεί τα εδάφη της Βόρειας Κύπρου ως κατεχόμενα από τις τουρκικές δυνάμεις, με την κατοχή να θεωρείται παράνομη και τις συνομιλίες για εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό Ζήτημα να συνεχίζονται, χωρίς αποτέλεσμα, εδώ και 4,5 δεκατίες.
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ
Λαμβάνοντας υπόψη τις δημόσιες τοποθετήσεις, την προκλητικότητα και τις προθέσεις που δεν έχει κρύψει η Τουρκία και προσωπικά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, λοιπόν, το «Δεν Ξεχνώ» παραμένει σήμερα πιο επίκαιρο από ποτέ...