Το απόγευμα Κυριακής 5 Μάη στο φανάρι της Εγνατίας στη Θεσσαλονίκη, στο ύψος της Συγγρού. Καθώς ετοιμάζομαι να αποχαιρετήσω μία φίλη, ακούω ένα δυνατό ήχο από την απέναντι πλευρά του δρόμου και η πρώτη μου σκέψη είναι πως κάποιος άνθρωπος έπεσε με κάποιο πατίνι. Καθώς περνάνε αυτοκίνητα και αστικά δεν έχουμε καλή ορατότητα και μένουμε για λίγο με την απορία. Σε λίγα λεπτά, συνειδητοποιούμε πως στην απέναντι πλευρά του δρόμου βρίσκεται ένας νέος άντρας τραυματισμένος. Έχουμε σαστίσει και αναρωτιόμαστε τι να κάνουμε. Τελικά περνάμε απέναντι για να δούμε τι έχει συμβεί και να βοηθήσουμε αν αυτό είναι δυνατόν.
Φτάνοντας στο σημείο, αντικρίζω έναν άνθρωπο ο οποίος έχει χτυπήσει στο κεφάλι, αδυνατεί να σταθεί όρθιος και τον στηρίζει ένας ηλικιωμένος κύριος. Οι άνθρωποι που ήταν ήδη εκεί μας πληροφορούν πως έπεσε καθώς περπατούσε και πως πιθανόν είναι τοξικοεξαρτημένος. Τα αίματα από το χτύπημα έχουν πλημμυρίσει το πεζοδρόμιο και ένα νέο παιδί έχει φέρει χαρτί και τον σκουπίζει. Δεν έχει επαφή με το περιβάλλον και δεν ανταποκρίνεται σε ερωτήσεις. Η πρώτη μας σκέψη ήταν πως είναι επιτακτικό να καλέσουμε άμεσα ένα ασθενοφόρο.
Ήδη η πρώτη επαφή με το 166 ήταν απογοητευτική, λυπηρή και ταυτόχρονα εξοργιστική. Μετά τις βασικές πληροφορίες που ζήτησαν όπως τοποθεσία, ηλικία και κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο τραυματίας, η επόμενη ερώτηση η οποία φάνηκε να παίζει καταλυτικό ρόλο είχε να κάνει με το αν ο τραυματίας είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών! Όταν έλαβαν απάντηση ότι έτσι φαίνεται, αρνήθηκαν να στείλουν ασθενοφόρο με την αιτιολογία πως είναι χαμένος κόπος μιας και όλοι οι εξαρτημένοι αρνούνται να μπουν σε ασθενοφόρο και να μεταφερθούν στο νοσοκομείο. Έκλεισαν βιαστικά το τηλέφωνο και μας είπαν να απευθυνθούμε στην αστυνομία!
Επικοινωνήσαμε λοιπόν και με την αστυνομία, η οποία ενημερώθηκε για την αρνητική απάντηση του 166 και νιώσαμε την δυσανασχέτηση τους για το περιστατικό. Είπαν ένα «εντάξει» και έκλεισαν το τηλέφωνο.
Καθώς συνεχίζαμε να έχουμε μπροστά μας έναν τραυματισμένο και αβοήθητο άνθρωπο αποφασίσαμε να επιμείνουμε και να επικοινωνήσουμε εκ νέου με το 166. Στη δεύτερη επικοινωνία μας, δεν αναφέραμε το γεγονός πως ο τραυματίας φαινόταν να είναι τοξικοεξαρτημένο άτομο προσπαθώντας να ασκήσουμε πίεση για να έρθουν άμεσα.
Τότε, άρχισαν άλλες ερωτήσεις που σκοπό είχαν να διερευνήσουν το αν ο άνθρωπος είναι άστεγος και ταυτόχρονα καθυστερούσαν την αποστολή του ασθενοφόρου, γεγονός που δεν γνωρίζουμε ως μη ειδικοί αν μπορεί να αποβεί μοιραίο για τη ζωή ενός ανθρώπου!
Όταν ρώτησα την τηλεφωνήτρια του 166 αν η πληροφορία σχετικά με το αν ένας άνθρωπος είναι άστεγος ή όχι παίζει κάποιο ρόλο στο να στείλουν άμεσα βοήθεια, αντιμετώπισα την πλήρη αγένεια και το κλείσιμο του τηλεφώνου.
Μόλις τέλειωσε η δεύτερη συνομιλία είδα να καταφθάνει ένα περιπολικό και περιγράψαμε στον αστυνομικό την αλυσίδα επικοινωνίας. Μας ενημέρωσε πως το ΕΚΑΒ ήταν υποχρεωμένο να έρθει και πως ο ίδιος και οι συνάδελφοι του έχοντας παρακολουθήσει απλά ένα σεμινάριο πρώτων βοηθειών δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν έναν τραυματισμένο άνθρωπο, γεγονός που είναι φυσικά αληθές. Τι δουλειά έχει η αστυνομία σε μια περίπτωση ενός τραυματισμένου ατόμου;
Μετά από όλα αυτά, και εφόσον είχε παρέλθει πολλή ώρα κατέφθασε επιτέλους το ασθενοφόρο. Οι τραυματιοφορείς μαζί με τους αστυνομικούς προσέγγισαν με ηρεμία και χωρίς τη χρήση οποιασδήποτε μορφής βίας τον τραυματία ο οποίος ενώ αρχικά αρνήθηκε να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο πολύ σύντομα τους ακολούθησε. Έτσι λοιπόν καταρρίφθηκε επί τόπου το στερεότυπο του 166 πως είναι χαμένος κόπος και πως κανένας εξαρτημένος από ναρκωτικές ουσίες άνθρωπος δεν δέχεται κάτι τέτοιο.
Αναχωρώντας από το σημείο που διαδραματίστηκε το παραπάνω γεγονός, σκέψεις και προβληματισμοί τριγύριζαν το μυαλό μου. Η αδιαφορία και η ανεπάρκεια των αρμόδιων φορέων να παρέμβουν έγκαιρα και αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του συμβάντος με σεβασμό στη ζωή οποιουδήποτε πολίτη παραμερίζοντας οποιαδήποτε μορφή διαχωρισμού. Η υποκειμενική κρίση κάποιων υπαλλήλων και η παραβίαση της τήρησης των αρμοδιοτήτων τους. Η απόγνωση των πολιτών όταν γίνονται μάρτυρες τέτοιων δυσάρεστων περιστατικών και καλούνται να αντιμετωπίσουν κλειστές πόρτες και απροθυμία και κυρίως το αίσθημα πως κάποιες ζωές χρήζουν διαφορετικής αντιμετώπισης και αξίζουν λιγότερο από κάποιες άλλες.
Να αναφέρω εδώ ότι μου έχει ξανατύχει παρόμοιο περιστατικό με άρνηση του ΕΚΑΒ να στείλει ασθενοφόρο επειδή το άτομο ήταν εξαρτημένο, ενώ από συζητήσεις που έχω κάνει με πρώην χρήστες μου έχουν πει ότι κάτι τέτοιο είναι πάγια τακτική. Ίσως χρειάζεται διευκρίνιση ότι η κριτική αυτά δεν απευθύνεται στους εργαζόμενους του ΕΚΑΒ που με αυτοθυσία προσπαθούν να επιτελέσουν τα καθήκοντα τους σε μια υποστελεχωμένη υπηρεσία και χωρίς να έχουν πάντα τα κατάλληλα μέσα. Η κριτική αφορά τις εντολές που δίνονται και που μόνο απαράδεκτες μπορούν να χαρακτηριστούν.
Προκύπτουν πάντως κάποια ερωτήματα με βάση το συγκεκριμένο περιστατικό. Το ΕΚΑΒ, ως υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας, δεν υποχρεούται να παρέχει τις υπηρεσίες του σε όλους τους πολίτες; Είναι επίσημη πολιτική του ελληνικού κράτους και της κυβέρνησης ότι διαχωρίζονται οι τραυματισμένοι πολίτες για το αν θα τους προσφερθεί βοήθεια με βάση το αν είναι άστεγοι ή εξαρτημένοι; Δεν είναι κάτι τέτοιο μια κατάφωρη παραβίαση της ισονομίας που κατοχυρώνεται στο Ελληνικό Σύνταγμα; Και πότε επιτέλους θα δοθεί τέλος στον θεσμοθετημένο κοινωνικό ρατσισμό απέναντι σε ανθρώπους που χρήζουν βοήθειας και στήριξης;
Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου-xekinima.org