ιδιωτικού τομέα και συνεπώς είναι γι’ αυτούς εργάσιμη μέρα. Έτσι κατά την ημέρα αυτή, επιτρέπεται η λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων και η απασχόληση των μισθωτών είναι νόμιμη και δεν δημιουργεί αξίωση για πρόσθετη αμοιβή.
Συγκεκριμένα η Καθαρά Δευτέρα δεν περιλαμβάνεται στις εξαιρέσιμες εορτές (υποχρεωτικές αργίες), επομένως είναι εργάσιμη ημέρα και έγκειται στον κάθε έμπορο -επιχειρηματία εάν η επιχείρηση θα λειτουργήσει ή όχι.
Δεδομένου λοιπόν του χαρακτήρα της ημέρας ως μη υποχρεωτικής αργίας, τα εμπορικά καταστήματα μπορούν να ανοίξουν νόμιμα, χωρίς να οφείλουν προσαυξημένο ημερομίσθιο ή άλλες επιβαρύνσεις στους εργαζόμενούς τους.
Στις περιπτώσεις όμως που η Καθαρά Δευτέρα έχει οριστεί ως ημέρα αργίας με άλλες ρυθμίσεις, όπως π.χ. με υπουργική απόφαση ή προεδρικό διάταγμα (τοπική εορτή) τυχόν συλλογική σύμβαση, επιχειρησιακή πρωτοβουλία κλπ., οφείλεται αυξημένο ημερομίσθιο.
Η κλαδική Συλλογική Σύμβαση του εμπορίου προέβλεπε ότι η Καθαρή Δευτέρα καθιερώθηκε ως υποχρεωτική αργία για τους εργαζόμενους στα Σούπερ Μάρκετ, με την εξαίρεση των Σούπερ Μάρκετ που βρίσκονται σε Δήμους κάτω των 7.000 κατοίκων, όπου η αργία καθιερωνόταν ως προαιρετική.
Κατά βάση, μόνο η πρόβλεψη περί υποχρεωτικής αργίας σε επιχειρησιακή σύμβαση εξασφαλίζει απόλυτα τον χαρακτήρα της ημέρας ως τέτοιας αλλά βεβαίως μόνο για την συγκεκριμένη επιχείρηση. Στην περίπτωση αυτή, όπου υπάρχει επιχειρησιακή σύμβαση, εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές λειτουργήσουν, οι εργαζόμενοι θα πληρωθούν το ημερομίσθιό τους με προσαύξηση 75%.
Τέλος αν την ημέρα αυτή που χαρακτηρίζεται σαν εργάσιμη εορτή, ο μισθωτός που θα απουσιάσει αυθαίρετα από την εργασία του όχι μόνο δεν δικαιούται να λάβει το ημερομίσθιό του αλλά η απουσία του χαρακτηρίζεται αδικαιολόγητη.