Είναι αναμφισβήτητο ότι κανένας ηγέτης δεν μπορεί να κάνει τη διαφορά μόνος του, καθώς τα όρια μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας είναι πολύ κοντά και συνήθως απροσδιόριστα.
Κανένας δεν μπορεί μόνος του να σχεδιάσει και να εκτελέσει μία πετυχημένη στρατηγική, γιατί κανένας ηγέτης δεν υπόσχεται μόνον όσα μπορεί να δώσει, για να έχει την ευκαιρία να κάνει περισσότερα από όσα έχει υποσχεθεί.
Το χάσμα τις πιο πολλές φορές είναι πολιτικό και ιδεολογικό, αλλά στη σημερινή πραγματικότητα είναι κυρίως προσωπικό, καθώς αυτό που λείπει ως ηγετικό έλλειμμα, είναι η πασιφανής έλλειψη στις κορυφές των κομμάτων μίας ξεχωριστής προσωπικότητας.
Η πολιτική και ιδεολογική αδυναμία του αρχηγού ή της αρχηγού οδηγεί σχεδόν πάντα στην έλλειψη ξεκάθαρων πολιτικών και κατευθύνει το εκκρεμές ανάμεσα στον λαϊκισμό, την ανευθυνότητα, την αναξιοπιστία και την οπισθοδρόμηση.
Η έλλειψη προσωπικότητας δίνει το δικαίωμα στον Γερμανό ΥΠΕΞ να σιωπά μπροστά στις απειλές του Τούρκου υπουργού εξωτερικών κατά της χώρας μας και είναι έλλειψη προσωπικότητας το παράδειγμα της κυβερνητικής αφωνίας και όχι μόνον, απέναντι στους ισότιμους συμμάχους στην αυθάδεια του Τούρκου προέδρου.
Κάπως έτσι ήταν η κατάσταση και με το «ΧΟΡΑ», ή και κατά το 1994, όμως άλλη ήταν η προσωπικότητα του ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ όταν πήρε ημερομηνία έναρξης διαπραγματεύσεων για ένταξη της ΚΥΠΡΟΥ στην Ε.Ε. χωρίς να κάνει πίσω σε ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων και κάπως έτσι και χειρότερα ήταν τα πράγματα όταν η προσωπικότητα του ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ του πρεσβυτέρου αποχώρησε από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Κάπως έτσι ήταν τα πράγματα με μία διαφορά.
Στο τιμόνι της χώρας δεν ήταν ουτιδανοί, ήταν ηγετικές προσωπικότητες.
Μοιάζει απίστευτο και όμως είναι αληθινό.
Στην ελληνική κοινωνία σε όλα τα επίπεδα – κεντρικά και τοπικά – εκτός εξαιρέσεων, η ατομική πολιτική ανυπαρξία είναι η αποτελεσματικότερη συνταγή για την πολιτική επιτυχία, πράγμα που πολύ παραστατικά απέδωσε από την αρχαιότητα ο Ξενοφών με ο γνωστό: «εν ουδεμία γαρ πόλει το βέλτιστον ευνούν εστί τω δήμω, αλλά το κάκιστον» που σημαίνει: «πουθενά δεν αρέσουν στο πλήθος οι εκ των πολιτών καλύτεροι, αλλά οι χειρότεροι είναι αρεστοί για να κυβερνούν».
Ο πολιτικά ανεπαρκής δηλαδή, είναι αινιγματικά ανέκφραστος και γι’ αυτό περιμένουν τις δικές του ενδεχόμενες κινήσεις όσοι αποβλέπουν στην ανυπαρξία σαν την μοναδική μήτρα ανάδυσης ενός ηγέτη.
Η αυτογνωσία της χώρας ή του δήμου είναι σαν ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος στο οποίο οι ευκαιρίες κέρδους των μεν προκύπτουν από τα βάσανα των δε και όπου η ζημία των πολλών είναι κέρδος των λίγων.
Έτσι συνήθως αντί έργων π.χ. στο δήμο έχουμε αφηγήσεις με ιστορίες που έχουν συνήθως προσδιορισμένους ήρωες και κακούς ρόλους που είναι θολοί και συγκεχυμένοι, γιατί είναι ρόλοι τιποτένιων.
Είναι ρόλοι που φανερώνουν π.χ. σε κεντρικό επίπεδο, πως το προνόμιο γίνεται προκατάληψη και είναι αυτό που οδηγεί στην κληρονομική εξουσία η οποία υφίσταται στη χώρα εδώ και δεκαετίες.
Έτσι όμως ποτέ δεν σταματάει να φυσάει ο άνεμος της καταστροφής και έτσι βρίσκουν ανοιχτές πόρτες οι διάφοροι «γείτονες» τύπου Ερτογάν στον οποίο επιτρέψαμε το ύφος γάτου που μυρίζει, γιατί αυτός δεν ασχολείται με την κολοβή ουρά του σκύλου του.
Τάσος Τασιόπουλος
Υ.Γ.1 Όταν ρώτησαν τον ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ γιατί έκοψε την ουρά του σκύλου του, απάντησε πως το έκανε γιατί ήθελε να συζητούν για την κολοβή ουρά, παρά να σχολιάζουν τις πράξεις του.
Καλό παράδειγμα ακολουθούν κυβέρνηση και ματσωμένα κανάλια της Τ/V όσον αφορά τον κορονοϊό και όχι μόνον.
Υ.Γ.2 «Καθηγητάδες τρεις και εχάθη η πατρίς» έλεγαν στα χρόνια του 1821.
Μάλλον είχαν δίκιο αν παρατηρήσει κανένας τους κηπουρούς του Γιωργάκη ως κουμανταδόρους του Κυριάκου.
Ένα, ένα μέτρο, που να απέδωσε ρε παιδία!!!
Υ.Γ.3 Οι ιδεολογικές μετακομίσεις της ΔΕΞΙΑΣ και της λεγόμενης ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ προς το ΚΕΝΤΡΟ είναι ξεδιάντροπα φανερές.
Φανερό είναι επίσης πως το ορφανό ΚΕΝΤΡΟ περιμένει νέο και φρέσκο σοσιαλδημοκράτη, με ηγετική προσωπικότητα για να απαλλαγεί η χώρα τόσο από τα τριτοκλασάτα υπολείμματα τζακιών, όσο και από ακροδεξιούς ΚΝΙΤΕΣ, αφού της ατομικής ευθύνης προηγείται η κυβερνητική, της οποίας το «λέω και ξελέω» δεν παραπέμπει σε ευθύνη, αλλά σε ανευθυνότητα και καραγκιοζιλίκια.