Το θείο Λόγο κήρυξε εμπνευσμένα ο πανοσιολογιώτατος αρχιμ. Ιουστίνος Μπαρδάκας, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης. Την Μοναχική Σύναξη τίμησαν με την παρουσία και την συμμετοχή τους οι Μητροπολίτες Σάο Πάολο κ. Δαμασκηνός, Εδέσσης της Συρίας κ. Ρωμανός, Ατλάντας (ΗΠΑ) κ. Αλέξιος, Φλωρίνης κ. Θεόκλητος, Εδέσσης κ. Ιωήλ, Κοζάνης κ. Παύλος, Σιατίστης κ. Παύλος, και Κίτρους και Κατερίνης κ. Γεώργιος, ο οποίος ανέλαβε και την προεδρεία της Συνάξεως.
Την Μοναχική Σύναξη παρουσίασε ο αρχιμ. Παύλος Σταματάς, ο οποίος στην προσλαλιά του έκανε μια σύντομη ιστορική αναδρομή στις τέσσερις Μοναχικές Συνάξεις, τις οποίες πραγματοποίησε η Ιερά Μητρόπολη, με την εμπνευσμένη πρωτοβουλία του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος. Επίσης αναφέρθηκε στην ανάγκη της ενότητος του Ορθοδόξου Μοναχισμού και στην αρχαία συνήθεια των συνάξεων των μοναχών, προς πνευματική ωφέλεια, μέσα από διηγήσεις του Γεροντικού.
Στη συνέχεια τον λόγο έλαβε ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων, ο οποίος καλωσόρισε τους συνέδρους και κήρυξε την έναρξη των εργασιών της Μοναχικής Συνάξεως. Στον χαιρετισμό του περιέγραψε τον ασκητικό χαρακτήρα του Ορθοδόξου Μοναχισμού, πού είναι μια πορεία προς τον Θείο Κάλλος. Ανέφερε ότι η πορεία αυτή δημιουργεί και έργα πολιτισμού που χαρακτηρίζουν την μοναχική πολιτεία.
«Η προσφορά του μοναχισμού στον σύγχρονο κόσμο»
Ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Εδέσσης κ. Ιωήλ πραγματοποίησε την πρώτη εισήγηση με θέμα: «Η προσφορά του μοναχισμού στον σύγχρονο κόσμο». Χαρακτήρισε τον Μοναχισμό, Μυστήριο της Εκκλησίας και στην συνέχεια περιέγραψε την μοναχική πολιτεία αλλά και τις προβληματικές καταστάσεις που δημιουργούνται στον μοναχικό βίο. Μίλησε για το κοσμικό πνεύμα που μάχεται την μοναχική φιλοσοφία, αφού ο μοναχισμός πορεύεται προς την επερχόμενη Βασιλεία του Θεού, ενώ το κοσμικό πνεύμα κατατείνει προς την αμαρτία. Οι άνθρωποι όμως που αγωνίζονται κατά Χριστόν εμπιστεύονται την προσευχή και την συμβουλή των μοναχών, που είναι στήριγμα και οδηγός στην ζωή τους.
« Μοναχισμός, ο ουσιώδης πολιτισμός»
Δεύτερος εισηγητής ήταν ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σιατίστης κ. Παύλος με θέμα: « Μοναχισμός, ο ουσιώδης πολιτισμός». Ο σεβασμιώτατος ανέφερε ότι η εν Χριστώ καλλιέργεια της ψυχής είναι ο αληθινός πολιτισμός και ότι η Φιλοκαλία είναι στάση ζωής. Εκανε δε αναφορά στις τρείς μοναχικές υποσχέσεις και αρετές λέγοντας ότι, η υπακοή είναι η αληθινή οδός της ελευθερίας. Η ακτημοσύνη είναι η ελευθερία από την σκλαβιά του περιττού και η παρθενία η απόδειξη της αληθινής αγάπης και πίστεως προς τον Θεό. Ο μοναχισμός είναι ο αληθινός ανθρωπισμός αφού γνωρίζει πραγματικά και θεραπεύει τον άνθρωπο από την σκλαβιά των παθών.
« Την μέλουσαν επιζητούμεν πόλιν»
Η Καθηγουμένη της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Χρυσοπηγής των Χανίων Γερόντισσα Θεοξένη, πραγματοποίησε την τρίτη εισήγηση με θέμα: « Την μέλουσαν επιζητούμεν πόλιν». Αρχικά μετέφερε τις ευχές του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Τιμοθέου και του Μητροπολίτου Κυδωνίας κ. Δαμασκηνού. Η Γερόντισσα αναφέρθηκε στον Ορθόδοξο Μοναχισμό που επόλισε την έρημο, ως πρόγευση της Βασιλείας του Θεού και όχι ως ιδεολογία του παρόντος κόσμου. Μίλησε για την ασκητική και νηπτική παράδοση που δίνει νόημα ζωής στον κόσμο και χαρακτήρισε τον σταυρικό και ευχαριστιακό τρόπος ζωής των μοναχών ως πρόταση πολιτισμού και σωτηρίας της ανθρωπότητος.
Μοναχισμός και πολιτισμός στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας»
Τελευταίος εισηγητής ηταν ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σκήτεως Βεροίας, Αρχιμ. Πορφύριος ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Μοναχισμός και πολιτισμός στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας». Ο π. Πορφύριος, αφού εδωσε ορισμένες ερμηνείες της έννοιας πολιτισμός, ανέφερε πως οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας απέναντι σ' αυτό τον όρο θέτουν την έννοια της Φιλοκαλίας. Ο Μοναχισμός είναι η δημιουργική αγάπη που αποκαλύπτεται μέσα από την τήρηση των τριών μοναχικών υποσχέσεων. Στην συνέχεια κατέδειξε την ουσιαστική σχέση του αγιορειτικού μοναχισμού με τον μοναχισμό της Ημαθίας και ανέφερε, ενδεικτικά, σημαντικούς αγίους της τοπικής Εκκλησίας που επόλισαν έρημους τόπους της περιοχής και δημιούργησαν σημαντικά μοναστικά καθιδρύματα.
Ακολούθησε η απονομή των αναμνηστικών των Κ´ Παυλείων στους εισηγητές της Μοναχικής Συνάξεως και εν συνεχεία παρετέθη τράπεζα για όλους τους συνέδρους στην αυλή της Ιεράς Μονής.
Ο χαιρετισμός του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος, κατά την έναρξη.
Στό πλαίσιο τῶν Κ´ Παυλείων ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας διοργάνωσε τό Ε´ Μοναχικό Συνέδριο πού πραγματοποιεῖται σήμερα καί πάλι ἐδῶ, στούς φιλόξενους χώρους τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, μέ τή συμμετοχή πολλῶν μοναχῶν καί μοναζουσῶν ἀπό διάφορες Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης καί τοῦ πατριαρχείου Ἀντιοχείας.
Τό γεγονός αὐτό μᾶς χαροποιεῖ ἰδιαίτερα, γιατί μᾶς προσφέρει μία πολύ ὡραία εὐκαιρία πνευματικῆς συναναστροφῆς καί ἐπικοινωνίας πρός ὠφέλεια ὅλων μας.
Μέ πολλή, λοιπόν, χαρά καί τιμή σᾶς καλωσορίζω ὅλους στήν Ἱερά Μητρόπολή μας καί στήν Ε´ Μοναχική Σύναξη, τούς Σεβασμιωτάτους ἀδελφούς, Μητροπο-λίτες Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κ.κ. Ἰωήλ καί Σισανίου καί Σιατίστης κ.κ. Παῦλο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σάο Πάολο κ.κ. Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος ὡς φοιτητής διακόνησε στήν Θεσσαλονίκη, καί τόν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ἐδέσ-σης τῆς Συρίας κ.κ. Ρωμανό, πνευματικό τέκνο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλεπίου κ.κ. Παύλου, ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας, καί βεβαίως ὅλους τούς μοναχούς καί τίς μοναχές.
Ἰδιαιτέρως ἐκφράζω τίς εὐχαριστίες μου πρός τούς κατά τόπους Σεβα-σμιωτάτους Μητροπολίτες καί στούς Καθηγουμένους καί Καθηγουμένες τῶν Ἱερῶν Μονῶν πού ἀνταποκρίθηκαν στήν πρόσκλησή μας καί ἔδωσαν τήν εὐλογία τους γιά τήν παρουσία σας καί τή συμμετοχή σας στό Μοναχικό μας Συνέδριο.
Τό γενικό θέμα τῶν «Παυλείων», πού φέτος μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ συμπληρώνουν εἴκοσι χρόνια, εἶναι «Παύλεια καί πολιτισμός». Μέ αὐτό τό θέμα θελήσαμε νά συνδέεται καί τό θέμα τοῦ Μοναχικοῦ μας Συνεδρίου πού εἶναι «Μοναχική πολιτεία καί πολιτισμός».
Ὁ ἀκριβής προσδιορισμός τῆς ἐννοίας τοῦ πολιτισμοῦ δέν εἶναι εὔκολος, καθώς ἡ λέξη ἐμφανίσθηκε στόν 18ο αἰῶνα μέ σκοπό τήν ἀπόδοση στά ἑλληνικά τῆς γαλλικῆς λέξεως civilisation, κατά κοινή ὅμως συμφωνία περιγράφει τό σύνολο τῶν τεχνικῶν καί πνευματικῶν ἐπιτευγμάτων τῶν ἀνθρώπων πού ζοῦν συγκεντρωμένοι στίς πόλεις.
Ἡ ἔννοια τοῦ πολιτισμοῦ συνδέεται, δηλαδή, μέ τίς ἀνθρώπινες πόλεις καί τούς ἀνθρώπους τῶν πόλεων καί τά ἔργα τους.
Ἕνας τέτοιος προσδιορισμός τοῦ πολιτισμοῦ βρίσκεται διαμετρικά ἀντίθετα πρός τήν ἔννοια τοῦ μοναχισμοῦ ὁ ὁποῖος προϋποθέτει τή φυγή τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν πόλη στήν ἔρημο καί τήν ἄρνηση τοῦ κόσμου καί τῶν ἐν τῷ κόσμῳ καί τήν ἀπόρριψη κάθε κοσμικῆς προσπαθείας καί ἐπιδιώξεως. Ὁ μοναχός δέν μεριμνᾶ γιά τά ὑλικά, δέν ἀσχολεῖται μέ τά πρόσκαιρα, δέν ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἄνεση καί τήν ἀνάπαυση τοῦ σώματος, γιατί στόχος τῆς ζωῆς του δέν εἶναι ἡ κατάκτηση τῆς γῆς ἀλλά τοῦ οὐρανοῦ. Δέν εἶναι ἡ ἐπίτευξη τῆς διακρίσεως καί τῆς δόξης τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ἡ ἀνάπαυση τοῦ σώματος ἀλλά τῆς ψυχῆς κοντά στόν Θεό. Δέν τόν ἀπασχολεῖ ἡ διάρκεια τῶν πραγμάτων ἀλλά ἡ αἰωνιότητα τῆς ψυχῆς. Δέν τόν ἀφορᾶ ὁ ἔξω ἄν-θρωπος καί ὅ,τι σχετίζεται μέ αὐτόν ἀλλά ὁ ἔσω ἄνθρωπος τόν ὁποῖο καί ἀφιερώνει ἐν προσευχῇ, νηστείᾳ καί ἀσκήσει ἀπολύτως πρός τόν Θεό. Δέν ἐπιδιώκει καί δέν ἑλκύεται ἀπό τό κάλλος τῆς μορφῆς ἀλλά ἀπό τό κάλλος τῆς ψυχῆς, διότι αὐτήν ἔχει προσφέρει στόν Νυμφίο Χριστό καί σ᾽ Αὐτόν μόνο ἐνδιαφέρεται νά ἀρέσει.
Μέ αὐτές τίς θέσεις ὁ μοναχισμός φαίνεται νά ἀποποιεῖται τόν πολιτισμό καί νά τόν θεωρεῖ ὡς ἐμπόδιο στήν πορεία τοῦ μοναχοῦ πρός τήν ἐπίτευξη τοῦ δικοῦ του στόχου καί ἐνδεχομένως νά ἀντιπαρατίθεται ἐνεργητικά πρός αὐτόν. Ἀνταποκρίνεται ὅμως αὐτό στήν πραγματικότητα;
Οἱ μοναχοί ἐπιζητοῦν, ἐντατικότερα ἀπό κάθε ἄλλο πιστό, ὅπως θά ἀκούσουμε καί στή συνέχεια ἀπό τή Γερόντισσα Θεοξένη, «τήν μέλλουσαν πόλιν», ἔχουν ἀπό-λυτη συναίσθηση ὅτι «τό πολίτευμα» αὐτῶν «ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει», καί γι᾽ αὐτό στόχος καί σκοπός τῆς ζωῆς τους καί τοῦ καθημερινοῦ τους ἀγῶνος εἶναι νά πολιτεύονται ἐν τῇ γῇ ὡς ἐν τῷ οὐρανῷ, νά ὑπωπιάζουν καί νά δουλαγωγοῦν τό σῶμα τους, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, προκειμένου νά μήν ἀποδειχθοῦν ἀδόκιμοι γιά τόν Θεό.
Πῶς τό ἐπιτυγχάνουν ὅμως αὐτό; Μέ τόν ἀγῶνα καί τήν ἄσκηση νά ἀπομακρύνουν καί νά ἀφαιρέσουν κάθε κηλίδα καί ρύπο πού συσκοτίζει τήν ψυχή τους, κάθε πάθος καί ἀδυναμία πού παραμορφώνει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού ἔχουν μέσα τους.
Στόχος καί σκοπός τῆς ζωῆς καί τῆς ἀσκήσεώς τους εἶναι σέ πρῶτο ἐπίπεδο ἡ ἀποκατάσταση τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, τῆς ψυχῆς, ἀπό κάθε τι πού τήν ἀλλοιώνει καί τήν καταστρέφει, ἀπό κάθε τι πού τήν διαβρώνει καί τήν ὁδηγεῖ στή σήψη.
Ὁ μοναχός καί ἡ μοναχή σκύβει καθημερινά μέ τήν ἐπιμέλεια τοῦ εὐσυνείδητου τεχνίτου στήν ψυχή του γιά νά ἀνακαλύψει τί εἶναι αὐτό πού ἀλλοιώνει τήν εἰκόνα καί χρησιμοποιεῖ ὡς μεγεθυντικό φακό γιά νά διακρίνει καλύτερα τή μελέτη τοῦ βίου τῶν ἁγίων καί τήν ἐξαγόρευση ἐνώπιον τοῦ Γέροντος καί τοῦ πνευματικοῦ ὅλων τῶν εὑρημάτων. Δέν ἀρκεῖται ὅμως στόν ἐντοπισμό τῶν προβλημάτων καί τῶν στιγμάτων τῆς θείας εἰκόνος τῆς ψυχῆς του. Χρησιμοποιεῖ τήν ταπείνωση καί τήν ὑπακοή ὡς τά ἐργαλεῖα μέ τά ὁποῖα μπορεῖ νά τά ἀφαιρέσει, ἐργαζόμενος μέ ὑπομονή καί πάντοτε ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ ἐμπείρου πνευματικοῦ του πατρός προκειμένου νά ἐπιτύχει τό βέλτιστο ἀποτέλεσμα, τήν ὁλοκληρωτική ἀποκατάσταση τῆς προσωπικῆς του εἰκόνος τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσπάθεια ὅμως τοῦ μοναχοῦ δέν σταματᾶ στήν ἀποκατάσταση τῆς εἰκόνος, γιατί στόχος του εἶναι νά περάσει ἀπό τήν εἰκόνα στήν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, καί ὁ στόχος αὐτός προϋποθέτει τή συνεχῆ ἄσκηση, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν ἐν ἡσυχίᾳ μελέτῃ, τήν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δι᾽ αὐτῶν ὅμως ὁ μοναχός δέν προάγεται μόνο πνευματικά ἀλλά εἰρηνεύει καί συμφιλιώνεται μέ τήν κτίση καί τόν κόσμο. Τά ὑλικά καί φυσικά στοιχεῖα καί ὄντα ἀντιμε-τωπίζονται στό πλαίσιο τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ πού «συνωδίνουν» ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ μοναχός μεριμνᾶ γι᾽ αὐτά ἐν ἀγάπῃ ὄχι πρός ἴδιον ὄφελος καί συμφέρον, καθώς προοδεύοντας στήν πνευματική ζωή ἀπεξαρτητοποιεῖται ἀπό τήν ἐγωιστική ἰδιοτέλεια καί τήν ἐπιδίωξη τοῦ ἰδίου συμφέροντος.
Διά τῆς ἀσκήσεως καί τῆς πνευματικῆς καθάρσεως ὁ μοναχός κατανοεῖ τήν ἀληθινή ἔννοια τοῦ κάλλους τό ὁποῖο ἀντιστοιχεῖ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο δημι-ούργησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο καί αὐτό τό κάλλος ἐπιδιώκει νά ἀποκαταστήσει γύρω του, στό φυσικό καί τό οἰκιστικό του περιβάλλον. Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού ἐν ἀσκήσει καί προσευχῇ φιλοτεχνεῖ στήν ψυχή του ἐπεκτείνεται καί στόν ἐξωτερικό κόσμο τόν ὁποῖο προσπαθεῖ νά καταστήσει εἰκόνα τοῦ οὐρανοῦ, εἰκόνα τῆς οὐρανίου Ἱερουσαλήμ πρός τήν ὁποία ἀποβλέπει καί πρός τήν ὁποία ἐπείγεται.
Γι᾽ αὐτό καί ὅ,τι δημιουργεῖ ἔχει αὐτή τήν προοπτική: δημιουργεῖται ἐν ὑπομονῇ, διότι θεωρεῖται ὡς ἄσκηση, ὡς ἀφιέρωση διακονίας στόν τά πάντα καλά λίαν δημιουργήσαντα Θεό, ὡς προσευχή καί ὄχι ὡς ἔκφραση φιλοδοξίας καί φιλαρεσκείας ἤ πρός ἀποκόμιση ὁποιουδήποτε ὑλικοῦ ὀφέλους, ὅπως συμβαίνει στόν κόσμο. Γι᾽ αὐτό καί ὅ,τι δημιουργεῖ εἶναι εἰκόνα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ ναός, ὁ τόπος τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, πού ἀπεικονίζεται στόν τροῦλο του ὡς παντοκράτωρ. Ἐκεῖ βρίσκεται ἡ Παρθένος καί Θεοτόκος ὡς Πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖ εἶναι ὁ τῶν μοναζόντων καθηγητής, ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Ἐκεῖ εἶναι καί οἱ ἅγιοι μάρτυρες, «οἱ καλῶς ἀθλήσαντες καί τελειωθέντες», οἱ ὅσιοι καί θεοφόροι πατέρες, «οἱ ἐν ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς», οἱ ἱεράρχες ὡς συλλειτουργοῦντες στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο.
Γιά τούς μοναχούς ὅλοι αὐτοί δέν εἶναι ἁπλῶς εἰκόνες, εἶναι ὁ κόσμος τους, οἱ συναγωνιστές καί συμπαραστάτες τους, αὐτοί μέ τούς ὁποίους συνομιλοῦν, αὐτοί τούς ὁποίους βλέπουν καί ἐν σώματι, αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἐπεμβαίνουν θαυματουργικά στή ζωή τους γιά νά τούς ἐνισχύσουν καί νά τούς στηρίξουν, αὐτοί οἱ ὁποῖοι μεταφέρουν τίς ἱκεσίες τους στόν Θεό, αὐτοί στή συνάντηση τῶν ὁποίων προσβλέπουν. Εἶναι τά μέλη τῆς ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησίας τῶν πρωτοτόκων πού ἀντανακλοῦν στίς μορφές τους τό κάλλος τῆς θείας εἰκόνας. Ἀκόμη καί ὅταν ἔχουν τή σκληρότητα τῆς μακροχρόνιας ἀσκήσεως ἀποτυπωμένη στή μορφή τους, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἤ ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ἀποπνέουν τή γλυκύτητα καί τήν ἠρεμία τῆς ψυχῆς πού ἔχει ὑπερβεῖ τή φθορά τῆς ἁμαρτίας καί ἔχει φθάσει στήν ἀπάθεια.
Κάθε προσπάθεια τοῦ μοναχοῦ ἐξαγιάζεται, γιατί πραγματοποιεῖται ἐν προσευχῇ καί ἐν ὑπακοῇ. Κάθε ὑλικό ἀντικείμενο πού χρησιμοποιεῖ ἐξαγνίζεται, γιατί τίθεται στή διακονία τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀδελφοῦ. Κάθε δημιούργημά του μεταποιεῖται εἰς δόξαν καί αἶνον τοῦ Θεοῦ.
Διά τῆς ἀσκήσεως καί καθάρσεως ὁ μοναχός ἐπιστρέφει ἀπό τήν ἔρημο καί πάλι στόν κόσμο ὄχι γιά νά ἀναμιχθεῖ καί νά συμφυρθεῖ στά τοῦ κόσμου καί τῆς ἁμαρτίας ἀλλά γιά νά προσευχηθεῖ γι᾽ αὐτόν, γιά τίς ἀνάγκες του καί τή σωτηρία του. Ἀντιμετωπίζει τόν ἄνθρωπο ἀγαπητικά καί ὄχι ἀνταγωνιστικά καί προσεύχεται γι᾽ αὐτόν «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις». Στηρίζει τίς προσπάθειές του καί ἐμπιστεύεται τήν ἐπιτυχία τους στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Προσπαθεῖ νά μεταδώσει τήν ἐσωτερική του ἁρμονία στόν κόσμο καί νά τόν στρέψει καί αὐτόν «εἰς τά ἄνω», διότι μόνο διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ θά μπορέσει νά ἀπολαύσει τήν ἠρεμία καί τή γαλήνη τῆς ψυχῆς ἀκόμη καί μέσα στήν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ κόσμου, καί νά δώσει τήν πραγματική διάσταση στά ἀνθρώπινα ἐπιτεύγματά του.
Ἄν, λοιπόν, πολιτισμός εἶναι τό σύνολο τῶν ἐπιτευγμάτων, τεχνικῶν καί πνευματικῶν, τοῦ ἀνθρώπου, οἱ μοναχοί κατορθώνουν τό μεγαλύτερο καί ὑψηλότερο ἐπίτευγμα τοῦ ἀνθρώπου, τήν διά τῆς ἀγάπης ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ τους καί τοῦ κόσμου, καί τήν ἕνωσή τους μέ τόν Θεό. Αὐτή ἡ ὑπέρβαση, πού δέν εἶναι βεβαίως κατάσταση στατική ἀλλά διαρκῶς διεκδικούμενη, δίδει στά ἔργα τῶν χειρῶν τους μιά διάσταση μοναδική πού ὑπερβαίνει τήν καθημερινότητα, πού ξεπερνᾶ τό τετριμμένο καί ἐπιδιώκει τό τέλειο, ἐφόσον ἀφιερώνεται στόν Θεό.
Ἔτσι τά ἔργα τῶν μοναχῶν καί ἡ μοναχική πολιτεία στό σύνολό της ὑπερβαίνον-τας τίς συμβάσεις τοῦ κόσμου, ἀποβλέποντας στόν Θεό καί ἀντανακλῶντας τήν τελειότητα τῆς θείας δημιουργίας ἀποτελοῦν τήν ὡραιότερη ἔκφραση τοῦ ἀνθρω-πίνου πολιτισμοῦ, διότι ἀποτελοῦν ἐπιτεύγματα τοῦ συνόλου ἀνθρώπου, χειρῶν, νοῦ καί ψυχῆς, ἀπαλλαγμένα ἀπό ταπεινά κίνητρα καί ἐγωιστική ἰδιοτέλεια πού προάγουν τόν κόσμο φέρνοντας σ᾽ αὐτόν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Διότι δέν ὑπάρχει, ἀσφαλῶς, ὑψηλότερο ἐπίτευγμα γιά τόν ἄνθρωπο ἀπό τό νά φθάσει στόν ἀληθινό στόχο τῆς ζωῆς του καί νά κατακτήσει τή θέση γιά τήν ὁποία τόν ἔπλασε ὁ Θεός, δημιουργῶντας ἔτσι τόν ἀληθινό πολιτισμό.
Μέ αὐτές τίς λίγες σκέψεις, θά ἤθελα νά σᾶς καλωσορίσω καί πάλι μέ πολλή χαρά καί πολλή ἀγάπη καί νά εὐχαριστήσω θερμά τούς ἐκλεκτούς εἰσηγητές μας, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κ.κ. Ἰωήλ, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σισανίου καί Σιατίστης κ.κ. Παῦλο, τήν ὁσιωτάτη Καθηγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγῆς, Γερόντισσα Θεοξένη, καί τόν πανοσιολογιώτατο Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Προδρόμου Σκήτεως Βεροίας, ἀρχιμανδρίτη π. Πορφύριο, γιά ὅσα θά μᾶς ἀναπτύξουν στή συνέχεια, καί ὅλους τούς παρισταμένους Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς, κληρικούς, μοναχούς καί μοναχές, καί νά εὐχηθῶ καλή ἐπιτυχία στό Συνέδριό μας.