Η αλλαγή της κυβέρνησης στην Ελλάδα σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής για όλη την Ευρώπη. Για πρώτη φορά εδώ και 5 χρόνια, η Ελλάδα μετατρέπεται σε θετικό πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Από την πρώτη κιόλας βδομάδα ανάληψης των καθηκόντων της, η νέα κυβέρνηση προχώρησε σε μια σειρά σημαντικών πρωτοβουλιών σε διεθνές επίπεδο που αναδεικνύουν την ευρωπαϊκή διάσταση του ζητήματος του δημόσιου χρέους, καθώς και την αναγκαιότητα ευρύτερων συμμαχιών για την επίλυσή του. Μετά από χρόνια, η ελληνική φωνή ακούγεται αποφασιστικά στην Ευρώπη, προβάλλοντας τον ρεαλισμό, την αξιοπιστία και την αναγκαιότητα μιας εναλλακτικής στρατηγικής για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, καθώς και της εξόδου από την κρίση στη βάση της εξυπηρέτησης των κοινωνικών αναγκών.
Σε αυτήν την προσπάθεια της κυβέρνησης, είναι κρίσιμη η ενεργή παρουσία και παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, οι οποίες ήθελαν την κοινωνία να παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις, ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει τη σημασία της ενεργούς συμμετοχής της σε αυτές. Η κοινωνία πρέπει να είναι κριτικά και κινηματικά παρούσα, να ελέγχει και να συνδιαμορφώνει την ασκούμενη πολιτική.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα στηρίξει την προσπάθεια της κυβέρνησης και θα συνεχίσει στο δρόμο που μας οδήγησε στη νίκη, στο δρόμο της ανάπτυξης των κοινωνικών κινημάτων και της αλληλεγγύης.
Μια πρώτη αποτίμηση της προεκλογικής περιόδου
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου καταφέραμε να ορίσουμε ευκρινώς το κεντρικό δίλημμα και τη βασική ατζέντα των εκλογών.
Κινηθήκαμε με συνέπεια πάνω στο πολιτικό σχέδιο που είχαμε χαράξει από τις ευρωεκλογές και μετά, ανοιχτήκαμε σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο χωρίς να αλλάζουμε το προγραμματικό μας περιεχόμενο και τις βασικές μας δεσμεύσεις.
Απευθυνθήκαμε σε εξαιρετικά μεγάλο εύρος ψηφοφόρων, κυρίως στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, διατηρώντας το ριζοσπαστικό πρόσημο του σχεδίου μας, παρέχοντας, ταυτόχρονα, ασφάλεια στην επιλογή. Παρά τον πόλεμο που δεχτήκαμε, καταφέραμε να μην καταγραφούμε σαν μια δύναμη που είναι αντίθετη στην ιδέα της ενωμένης Ευρώπης, αλλά ως αυτή η δύναμη που προβάλει την ανάγκη ενός εναλλακτικού σχεδίου για ολόκληρη την Ευρώπη. Γι’ αυτό, άλλωστε, συνδέσαμε τον δικό μας αγώνα με τους αγώνες άλλων δυνάμεων -πολιτικών και κοινωνικών - στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, γνωρίζοντας καλά ότι οι λαοί, όπου και να βρίσκονται, έχουν κοινά προβλήματα, κοινές προσδοκίες και ελπίδες.
Δίνοντας πολιτικό και προγραμματικό περιεχόμενο στην ελπίδα, καταφέραμε, ως ένα βαθμό, να εξουδετερώσουμε την καμπάνια φόβου και καταστροφής που επέλεξε η ΝΔ. Αξιοποιήσαμε αδυναμίες των αντιπάλων και τονώσαμε τα θετικά χαρακτηριστικά της πρότασής μας και της ανάγκης μιας πραγματικής διαπραγμάτευσης γύρω από το ζήτημα του χρέους.
Σε όλη την προεκλογική περίοδο επιμείναμε στη θετική μας πρόταση πατώντας πάνω στα βασικά κοινωνικά προβλήματα και καταφέραμε να εκφράσουμε δημόσια με ομοιογένεια, το εμπλουτισμένο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, καθώς και τη γραμμή μας για την διαπραγμάτευση.
Οργανωτικά και πολιτικά τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος, αλλά και της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ έδωσαν τον αγώνα με αυταπάρνηση και αισιοδοξία, υπερβαίνοντας δυσκολίες και εμπόδια. Βρεθήκαμε σε όλη τη χώρα με καθημερινές παρεμβάσεις και πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις, μοιράσαμε απίστευτες ποσότητες προεκλογικού υλικού, ενώ καταφέραμε να καλύψουμε την πολύ μεγάλη πλειοψηφία των εκλογικών τμημάτων με εκλογικούς αντιπροσώπους.
Δεν ήταν λίγα τα προβλήματα που αφορούσαν την τήρηση του κανονισμού δεοντολογίας και χρειάζεται να δούμε στην όλη λειτουργία μας ζητήματα που αφορούν την τήρηση των κανόνων, τη δράση με βάση αρχές και αξίες, την αντιμετώπιση με αποφασιστικότητα φαινομένων παραγοντισμού και ιδιοτελών φιλοδοξιών. Στην επόμενη συνεδρίαση της Κ.Ε. θα γίνει απολογισμός της Επιτροπής Δεοντολογίας που λειτούργησε το τελευταίο προεκλογικό διάστημα και θα οριστεί νέα επιτροπή, που θα ελέγχει την εφαρμογή των αποφάσεων που έχουμε συλλογικά πάρει.
Στο επίπεδο της γεωγραφίας της ψήφου, δύο είναι τα σημαντικά στοιχεία τα οποία συνέβαλαν καθοριστικά στο εκλογικό αποτέλεσμα. Το πρώτο είναι η μεγάλη άνοδος των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στην περιφέρεια και μάλιστα και εκτός αστικών κέντρων με εντυπωσιακά ποσοστά αύξησης στον αγροτικό πληθυσμό και το δεύτερο αφορά την αύξηση των δυνάμεων στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Όσον αφορά το γεωγραφικό κριτήριο σύμφωνα με τα στοιχεία των exit polls και τα τελικά αποτελέσματα, ο ΣΥΡΙΖΑ ξεπέρασε το 30% και στις 13 αυτοδιοικητικές περιφέρειες της χώρας (με κορυφαίο το 45% στην Κρήτη) και αναδείχθηκε παντού πρώτο κόμμα (με μοναδική εξαίρεση την Πελοπόννησο, όπου, όμως, το προβάδισμα της ΝΔ περιορίστηκε στο 2,4%, από 15% τον Ιούνιο του 2012). Στη σχετικά μικρή, λοιπόν, αύξηση στην Αττική (περίπου 6 μονάδες) ήρθε να προστεθεί μια δυναμική ανόδου από την περιφέρεια της τάξης των 9 έως 13 μονάδων, κερδίζοντας περιοχές που θεωρούνταν παραδοσιακά συντηρητικές (Κεντρική Μακεδονία και Θεσσαλία) και φτάνοντας το πανελλαδικό του ποσοστό εκτός Αττικής στο 36,1%, δηλαδή λίγο κάτω από το ποσοστό της Αττικής.
Εντυπωσιακή είναι και η αύξηση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στους αγρότες: από 5,7% τον Μάιο του 2012, σε 21,3% τον Ιούνιο και σε 28,5% στις τελευταίες εκλογές (όπου ισοψήφησε με τη ΝΔ). Την ίδια στιγμή, τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα της προηγούμενης περιόδου από 53,5% αθροιστικά τον Ιούνιο του 2012, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ περιορίστηκαν σε μόλις 37% στις τελευταίες εκλογές.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή είναι η άνοδος των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στις μεγαλύτερες ηλικίες με τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι σαφώς πρώτη δύναμη στην κατηγορία 55-64 και να μειώνει την ψαλίδα στην κατηγορία άνω των 65 με αντίστοιχη πτώση της ΝΔ σε αυτές τις κατηγορίες. Αυξημένα είναι και τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στην ειδική κατηγορία των συνταξιούχων η οποία το 2012 αποτελούσε το βασικό στήριγμα του παλαιού δικομματισμού όπου στο αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών αθροιστικά χάνουν σχεδόν είκοσι ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το αποτέλεσμα του Ιουνίου.
Η παραπάνω γεωγραφική και ηλικιακή σχετική ομογενοποίηση δεν αναιρεί τη μεγάλη κοινωνική και ταξική πόλωση που εκφράστηκε με ιδιαίτερη ένταση στα αποτελέσματα και ενδεικτικά μπορούμε να δούμε τη διαφορά της ψήφου ανάμεσα στα βόρεια προάστια της Αθήνας και στη δυτική ζώνη του Λεκανοπεδίου που είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί στη μεταδικτατορική εκλογική ιστορία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνολικά κατάφερε να συσπειρώσει ένα σημαντικό τμήμα της αντιμνημονιακής ψήφου, ενώ εισέπραξε και ένα ισχυρό τμήμα από την πολυδιασπασμένη κεντροαριστερά. Η κατάρρευση των τελευταίων ημερών της εικόνας της ΝΔ, το γενικό κλίμα αντικυβερνητικής ψήφου και η συνεχώς αυξανόμενη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ απελευθέρωσε ένα ρεύμα συντηρητικών ψηφοφόρων κατευθείαν προς τα εμάς (οι διαρροές της ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 9% της επιρροής της ΝΔ το 2012, δηλαδή περίπου 2,7 μονάδες του εκλογικού σώματος) φτάνοντας μας στο όριο της αυτοδυναμίας.
Η νέα περίοδος
Σήμερα βρισκόμαστε στην αρχή μιας μεγάλης και δύσκολης μάχης. Δεσμευμένοι όχι μόνο στο πρόγραμμα με βάση το οποίο ο ελληνικός λαός μας έδωσε την εμπιστοσύνη του, αλλά και στις αρχές και τις αξίες που διαχρονικά υπήρξαν θεμέλιο των ιδεών και της δράσης της Αριστεράς. Την αφοσίωση στο λαό και στη χώρα. Τη σχέση αλήθειας και καθαρού λόγου με τους ανθρώπους του μόχθου και της δημιουργίας. Την προσήλωση στη δημοκρατία, την αλληλεγγύη και την κοινωνική δικαιοσύνη. Την ενότητα του λαού και των υποτελών κοινωνικών στρωμάτων στη διεκδίκηση ώριμων στόχων, που εντάσσονται σε μια πορεία ανατροπής και μετασχηματισμού της κοινωνίας.
Είμαστε το νέο, το καινούργιο, η ελπίδα για τη διαμόρφωση μιας ριζικά διαφορετικής κοινωνίας, αλλά ως χώρος, ως κόμμα, ως αγωνιστές και αγωνίστριες έχουμε μια διαδρομή δεκαετιών τεράστιας εμπειρίας κινηματικών δράσεων και αγώνων.
Δώσαμε εξετάσεις σε δύσκολες περιόδους. Και σήμερα δεν πρόκειται να διαπραγματευτούμε με κανέναν τις αρχές και τις αξίες μας. Ούτε πρόκειται να «δραπετεύσουμε» ή να κρυφτούμε μπροστά στις δυσκολίες από τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει. Όσοι ελπίζουν σε κάτι τέτοιο, θα διαψευστούν.
Επιμένουμε πως η πολιτική μας πάλη έχει ως αφετηρία τις αμετακίνητες αρχές και αξίες, αλλά δεν εξαντλείται σ' αυτές. Ήμασταν πάντα και είμαστε και τώρα υποχρεωμένοι να υπηρετούμε αυτές τις αρχές και αξίες, χαράζοντας μια αποτελεσματική και έξυπνη τακτική, που παίρνει υπόψη τους συσχετισμούς δύναμης, τις διαθέσεις των εργαζομένων, τις υπερεπείγουσες ανάγκες των ανέργων, τις δυνατότητες του κινήματος σε κάθε στιγμή και σε κάθε στροφή, τις ανάγκες της χώρας.
Σε συνθήκες, όπως οι σημερινές, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται μπροστά σε μια ιστορικά πρωτοφανή πρόκληση, είναι απαραίτητο να προωθήσει την κοινωνική και πολιτική αλλαγή, όχι πλέον από θέσεις διαμαρτυρίας και αντιπολίτευσης, αλλά από θέση κυβερνητικής ευθύνης.
Γνωρίζουμε ότι κάθε απόφασή μας, κάθε διαπίστωση στα ντοκουμέντα μας, κάθε τακτική μας κίνηση, κάθε δημόσια τοποθέτησή μας, έχει επίδραση όχι μόνο στο σήμερα και στο αύριο της Αριστεράς ή των κοινωνικών κινημάτων, αλλά στο σήμερα και στο αύριο της Ελλάδας, των ανθρώπων που ζουν σε αυτήν, των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων. Πρόκειται για μια νέα ευθύνη σε μια εντελώς νέα κατάσταση. Αυτή την ευθύνη είμαστε σε θέση να κρατήσουμε στους ώμους μας μαζί με τους εργαζόμενους, τους φτωχούς, τη νεολαία.
Στον ένα μήνα από την ημέρα που ο λαός μάς έδωσε εντολή διακυβέρνησης η χώρα μας και η κυβέρνησή μας βρέθηκαν στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού και του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Η Ελλάδα έπαψε από τις πρώτες μέρες της νέας διακυβέρνησης να είναι παρίας που εκτελεί εντολές και εφαρμόζει μνημόνια.
Ο ελληνικός λαός αισθάνεται να κερδίζει την αξιοπρέπεια την οποία του αμφισβητούσαν και του στερούσαν. Η αντίθεση στην καταστροφική λιτότητα μπήκε στην ατζέντα όλων των συζητήσεων. Η ανθρωπιστική κρίση, οι άνθρωποι που υποφέρουν, οι αόρατοι που έχουν πλέον γίνει ορατοί μπήκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων που μέχρι χθες περιστρέφονταν μόνο γύρω από στεγνούς αριθμούς.
Κερδίσαμε συμμάχους στην προσπάθεια να απαλλαγούμε από τη θηλιά της αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης. Κατακτήσαμε το αυτονόητο για κάθε ελεύθερο λαό: το δικαίωμα να συζητάμε για το αύριο της κοινωνίας και της πατρίδας μας. Να έχουμε λόγο για το μέλλον της.
Παρά τις πιέσεις που σε ορισμένες στιγμές έγιναν αφόρητες και πήραν τον χαρακτήρα εκβιασμού, η ελληνική κυβέρνηση μέσα σε λίγες μέρες είπε όχι ένα, αλλά πολλά και αλλεπάλληλα ΟΧΙ. Απ’ όλα αυτά, προκύπτει μια πρώτη σημαντική πολιτική διαπίστωση: Σήμερα μπροστά στην κυβέρνηση και μπροστά στη χώρα έχουν ανοιχτεί νέες δυνατότητες.
Η απαλλαγή από τα μνημόνια και τις καταστροφικές πολιτικές λιτότητας δεν είναι πλέον μόνο επιθυμία και λαχτάρα που εκφράστηκε στο εκλογικό αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση, παρά τις τρομερές δυσκολίες και τα εμπόδια, τη μετέτρεψε σε πολιτική πράξη, τη «νομιμοποίησε» στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και στα ευρωπαϊκά όργανα, την κατέστησε αντικείμενο αναμέτρησης και διαπραγμάτευσης. Και έγιναν τα πρώτα βήματα προς τον απελευθερωτικό στόχο που δεσμεύει τον ΣΥΡΙΖΑ και παρακινεί το λαό μας.
Έγινε μια σκληρή διαπραγμάτευση. Δεν έχουμε σκοπό να ωραιοποιήσουμε το αποτέλεσμα. Δεν έχουμε την πρόθεση να κρύψουμε τα προβλήματα, τις δυσκολίες, τις όποιες υποχωρήσεις, ως αποτέλεσμα των υπαρκτών συσχετισμών. Έγινε ένας δύσκολος συμβιβασμός, σε ορισμένες περιπτώσεις επώδυνος, αλλά σήμερα από καλύτερες θέσεις, με καλύτερες προϋποθέσεις μπορούμε να διεκδικήσουμε και να εφαρμόσουμε την άλλη πολιτική που υποσχεθήκαμε και επιδιώκουμε. Οι μεγαλύτερες μάχες είναι μπροστά μας και τις μάχες αυτές θα τις δώσουμε μέρα με τη μέρα. Θα τις δώσουμε όμως, με γνώση και αποφασιστικότητα, ενταγμένες σε ένα συνολικό σχέδιο το οποίο περιέχει την ανασυγκρότηση του κόμματος και τη δημοκρατική λειτουργία του, τους βηματισμούς υλοποίησης του προγράμματός μας σε όλα τα επίπεδα, γνωρίζοντας ότι μέσα σε αυτό το σχέδιο υπάρχουν τόσο τακτικοί ελιγμοί όσο και πιθανές συγκρούσεις και ρήξεις. Πρέπει να έχουμε απαντήσεις για όλα τις εκδοχές, για όλα τα ενδεχόμενα. Επαναλαμβάνουμε ότι προτεραιότητα έχουν οι ανάγκες των ανθρώπων οι οποίοι πλήρωσαν ακριβά την πολιτική της άγριας λιτότητας που εφαρμόστηκε στη χώρα μας.
Σήμερα είναι πλέον σαφές ότι η τρόικα τελείωσε. Η τρόικα ως ενιαίος εξωθεσμικός και πέραν κάθε ελέγχου νομιμοποίησης, ως μηχανισμός εποπτείας και επικυριαρχίας, τελείωσε και τυπικά. Και τον τελείωσε η νέα ελληνική κυβέρνηση.
Επίσης, είναι σαφές ότι τα μνημόνια είναι παρελθόν. Και τυπικά, αφού διαχωρίστηκαν από τη δανειακή σύμβαση, αλλά και ουσιαστικά με την έννοια ότι τα παράλογα μέτρα της λιτότητας δεν συνοδεύουν πια -χωρίς να την εξωραΐζουμε- τη νέα συμφωνία. Τη συμφωνία - γέφυρα στην οποία καταλήξαμε μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, οι οποίες έδειξαν όχι μόνο την επιμονή των δογματικών της λιτότητας, αλλά και την αποφασιστικότητα της κυβέρνησής μας να τελειώσει μ' αυτή.
Στη χώρα μας οι δυνάμεις του χθες αδυνατούν να αποχωριστούν, αδυνατούν να κατανοήσουν πως μπορούν να ζήσουν χωρίς μνημόνια. Αλλά είναι πια τόσο αναξιόπιστοι απέναντι στο λαό που τώρα πασχίζουν να πείσουν ότι δεν άλλαξε τίποτα μετά τη διαπραγμάτευση. Κι αυτό την ίδια στιγμή που όλοι παρακολουθήσαμε τις σφοδρές αντιδράσεις από συντηρητικούς κύκλους - ακόμη και στη Γερμανία - που καταλογίζουν απαράδεκτες υποχωρήσεις απέναντι στην Ελλάδα. Η αλήθεια, όμως, δεν μπορεί να κρυφτεί. Και το συναίσθημα περηφάνιας και αξιοπρέπειας του λαού μας, που καταγράφεται σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, δεν λαθεύει.
Συγχρόνως, οφείλουμε στους ανθρώπους που ζουν σε αυτή τη χώρα, στους λαούς της Ευρώπης, στα κινήματα για την ανατροπή της λιτότητας, να αποκαλύπτουμε και να υπερασπιζόμαστε την αλήθεια.
Τρεις είναι οι αλήθειες για τις δύσκολες διαπραγματεύσεις και τη συμφωνία.
Αλήθεια πρώτη: Πήγαμε στη μάχη της Ευρώπης με ναρκοθετημένο κάθε μας βήμα. Μας είχαν στήσει παγίδα οι πιο επιθετικές συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης σε συνεργασία με την κυβέρνηση Σαμαρά, για να ρίξει στα βράχια, πριν καλά-καλά αναλάβει, τη νέα κυβέρνηση. Με στόχο τη χρηματοπιστωτική ασφυξία και την ανατροπή της κυβέρνησης. Με στόχο δηλαδή τη λεγόμενη αριστερή παρένθεση. Πήγαμε στη διαπραγμάτευση σε καθορισμένα από πριν ασφυκτικά χρονικά περιθώρια. Με άδεια ταμεία και τις τράπεζες στο όριο. Με σημαδεμένα από τις δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης και τους προστάτες της χαρτιά και e-mails. Με το μαχαίρι της πιστωτικής ασφυξίας στο λαιμό. Όλα τα είχαν έτοιμα για να οδηγήσουν την κυβέρνηση σε ναυάγιο, οδηγώντας σε ναυάγιο τη χώρα. Δεν είχαν προβλέψει, όμως, ότι θα πάρουμε ένα ποσοστό πολύ κοντά στην αυτοδυναμία. Ότι θα σχηματίσουμε κυβέρνηση σε χρόνο ρεκόρ, αφήνοντας απ’ έξω τα αγαπημένα τους παιδιά. Ότι θα έχουμε μια πρωτοφανή λαϊκή υποστήριξη μετά τις εκλογές. Μια πρωτοφανή λαϊκή ενότητα στήριξης του αγώνα μας για την επιβίωση, την αξιοπρέπεια και τη κυριαρχία, που όμοιά της έχει να ζήσει ο τόπος μας από τα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης. Αυτά τους ανέτρεψαν τους σχεδιασμούς και μας έδωσαν το περιθώριο να αποφύγουμε τη παγίδα.
Αλήθεια δεύτερη: Είχαμε και προεκλογικά συζητήσει για αυτή την εξέλιξη. Αυτό ,όμως, δεν μείωσε τις δυσκολίες. Γιατί η θεωρητική σύλληψη δεν αρκεί σε τέτοιες περιπτώσεις. Χρειάζονται κινήσεις προετοιμασίας που απαιτούν χρόνο και μέσα διακυβέρνησης που σ’ αυτή τη φάση δεν είχαμε. Δεν είχαμε, αντικειμενικά κανένα άλλο όπλο, παρά μόνο την αποφασιστικότητά μας να ανταποκριθούμε στη θέληση των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων, των φτωχών, της νεολαίας, όπως αυτή εκφράστηκε εκλογικά και το κάνουμε.
Αλήθεια τρίτη: Είχαμε σωστά διαβλέψει ότι ένα από τα ισχυρά μας χαρτιά ήταν η ανησυχία για τη γενικότερη αποσταθεροποίηση που θα προκαλούσε η μη-συμφωνία, που θα οδηγούσε στη εφαρμογή του σχεδίου ασφυξίας το οποίο είχαν ενορχηστρώσει οι συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης. Ανησυχία που οδήγησε μεγάλες χώρες -για δικούς τους λόγους- σε μια πιο θετική και υπεύθυνη θέση σε σχέση με τον ευρωπαϊκό άξονα της λιτότητας και μας επέτρεψε να ελιχθούμε ανάμεσα σε διαφοροποιημένα συμφέροντα και στρατηγικές προς όφελος των θέσεων μας.
Το συμπέρασμα από αυτές τις αλήθειες είναι:
Σε αυτό το σχέδιο συνένοχος και εν πολλοίς εκτελεστικό όργανο είναι και ο πρώην πρωθυπουργός, που την ώρα που η Ελλάδα διεκδικούσε με αγωνία καλούσε το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα σε ψηφίσματα εναντίον της προσπάθειας μας. Στόχος τους ήταν και παραμένει να οδηγήσουν την κυβέρνησή μας σε φθορά, ανατροπή ή άνευ όρων παράδοση πριν το κυβερνητικό έργο αρχίσει να αποδίδει καρπούς και προτού το ελληνικό παράδειγμα επιδράσει στους συσχετισμούς σε άλλες χώρες. Να μας πιέσουν, δηλαδή, προκειμένου να οδηγηθούμε σε απαράδεκτες υποχωρήσεις υπό την απειλή της πιστωτικής ασφυξίας. Να σπείρουν με αυτόν τον τρόπο απογοήτευση και να μας αποκόψουν από τη λαϊκή βάση. Να χρησιμοποιήσουν -αν χρειαστεί και αν μπορέσουν- ακόμα και την πιστωτική ασφυξία ως μέσο πρόκλησης λαϊκής δυσαρέσκειας. Με τελικό στόχο είτε να μας σύρουν σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα αμφίβολης ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης, κατά το παράδειγμα της κυβέρνησης Παπαδήμου, είτε να μας ανατρέψουν και να τελειώνουν με όσα εμείς εκπροσωπούμε και τους φοβίζουν. Είτε, τέλος, να μας ενσωματώσουν πλήρως στην πολιτική και τη λογική τους και να καταφέρουν έτσι στρατηγικό πλήγμα και στην Ελλάδα που αντιστέκεται, και στην Ευρώπη που λέει όχι στη λιτότητα.
Όλα αυτά τα σχέδια επί χάρτου, τα οποία έβαζαν τη μοίρα της Ελλάδας -και όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης σωτηρίας- στην κλίνη του Προκρούστη, διακρίνονταν από μια απίστευτη υπεροψία της δύναμης και από μια εξίσου απίστευτη άγνοια των πραγματικών δεδομένων τα οποία αφορούν την Ελλάδα και την ελληνική αριστερά. Μια υποτίμηση της αποφασιστικότητας και της αντοχής μας.
Με την άρνησή μας να δεχτούμε τελεσίγραφα και να υποκύψουμε σε εκβιασμούς δώσαμε τη δυνατότητα να παρέμβουν σε θετική κατεύθυνση και άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Να παρέμβει με τα συλλαλητήρια και τις κινητοποιήσεις του ο ίδιος ο λαός μας. Να εκδηλωθεί ένα κύμα συμπαράστασης σε όλο τον κόσμο, που μόνο στην περίοδο της δικτατορίας είχε σημειωθεί. Για να επιτευχθεί τελικά ένας συμβιβασμός, που εξασφάλισε σε μας και στη χώρα την ανάσα που χρειαζόμασταν. Ενώ, ταυτόχρονα, αποφύγαμε τα χειρότερα που μας ετοίμαζαν και τα οποία θα είχαν απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Ευρώπη. Ήταν μια δύσκολη διαπραγμάτευση. Η πρώτη δύσκολη μάχη σε ένα μακρύ και δύσκολο πόλεμο.
Οι βασικοί στόχοι αυτής της διαπραγμάτευσης τους οποίους έθεσε η ελληνική κυβέρνηση στις προγραμματικές δηλώσεις ήταν:
Ο διαχωρισμός της δανειακής σύμβασης από τα καταστροφικά μνημόνια που είχαν φτάσει να θεωρούνται αναπόσπαστο τμήμα τους.
Μια ενδιάμεση συμφωνία-γέφυρα που θα έδινε τόπο και χρόνο για την ουσιαστική διαπραγμάτευση τόσο για το χρέος, όσο και για ένα συμβόλαιο ανάπτυξης έξω από το βάλτο της λιτότητας.
Πετύχαμε το τέλος του μνημονίου, τυπικά και ουσιαστικά. Οι απαιτήσεις του mail Χαρδούβελη βγήκαν από το τραπέζι. Πετύχαμε το τέλος της τρόικας.
Στο εξής, η κυβέρνηση θα έχει να κάνει όχι με κάποιους υπαλλήλους, αλλά με την Κομισιόν και θεσμούς οι οποίοι από τη φύση και το χαρακτήρα τους είναι υποχρεωμένοι να συνδιαλέγονται και να συζητούν όχι μόνο τεχνοκρατικά, αλλά και πολιτικά. Πετύχαμε το τέλος των εξωπραγματικών και ανέφικτων πλεονασμάτων, που είναι το άλλο όνομα και η βάση της λιτότητας. Και φυσικά τις ανοιχτές τράπεζες και την ασφάλεια γενικώς του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Δεν έχουμε και δεν δικαιούμαστε να έχουμε φυσικά καμιά αυταπάτη. Δεν είναι ώρα ούτε για πανηγυρισμούς ούτε για επανάπαυση. Είμαστε στην αρχή της αρχής. Κάναμε ένα πρώτο βήμα, αλλά μπροστά μας έχουμε τεράστια προβλήματα. Να αυξήσουμε τα έσοδα στα δημόσια ταμεία. Να στήσουμε στα πόδια της μια κοινωνία ρημαγμένη από πέντε χρόνια καταστροφής. Προβλήματα που δίνουν ερείσματα για πιέσεις και εκβιασμούς κάθε είδους και σε κάθε μας βήμα. Γι’ αυτό το επόμενο διάστημα θα δίνουμε μάχη μέρα με τη μέρα.
Είμαστε, όμως, αισιόδοξοι ότι μπορούμε να ξεπεράσουμε όλους τους σκοπέλους και όλα τα εμπόδια αξιοποιώντας την ανάσα που κερδίσαμε για να κάνουμε πράξη το συντομότερο μια σειρά από κρίσιμες δεσμεύσεις μας. Με το συντονισμό όλων των δυνάμεων, με τη στήριξη στη λαϊκή πρωτοβουλία, με τη σοβαρότητα, την επιμονή και την ακούραστη δουλειά μπορούμε να μετατρέψουμε το τετράμηνο που κερδίσαμε σε προγεφύρωμα της μεγάλης αλλαγής.
Όσοι έχουν ποντάρει σε τρίτο μνημόνιο μέχρι τον Ιούνιο, για άλλη μια φορά θα διαψευστούν. Τα μνημόνια με οποιαδήποτε αρίθμηση, σε οποιαδήποτε γλώσσα, και με οποιοδήποτε όνομα, τελείωσαν στις 25 Ιανουαρίου.
Αυτό που εμείς θα επιδιώξουμε και για το οποίο θα προετοιμαστούμε καλά αξιοποιώντας όλες τις εσωτερικές και διεθνείς δυνατότητες είναι μια αμοιβαία αποδεχτή συμφωνία για την οριστική αποδέσμευση της χώρας από την ασφυκτική και εξευτελιστική επιτροπεία. Μια συμφωνία που θα καταστήσει κοινωνικά βιώσιμες τις χρηματοδοτικές μας υποχρεώσεις, με τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και θα δώσει τη δυνατότητα, μέσα σε συνθήκες κανονικότητας και κοινωνικής συνοχής να ανασυγκροτήσουμε δημοκρατικά, παραγωγικά και οικολογικά τη χώρα.
Τώρα αρχίζει μια περίοδος δημιουργικής δουλειάς. Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Δοκιμαζόμαστε. Γι’ αυτό και σε κάθε μας βήμα πρέπει να μιλάμε τη γλώσσα της αλήθειας, ακολουθώντας το δρόμο του διαλόγου. Οι πόρτες μας πρέπει να είναι πάντα ανοιχτές. Οι άνθρωποι του μόχθου, τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα, οι φτωχοί, οι μικρομεσαίοι, οι αγρότες, οι νέοι και οι νέες, οι πολίτες που κινούνται σε εναλλακτικά ριζοσπαστικά μονοπάτια και αναζητούν τομές με τον κοινωνικό συντηρητισμό μας κοιτούν με αγωνία, ελπίδα, προσδοκία, κριτικό πνεύμα, ενδεχομένως και με ανησυχία.
Είμαστε έτοιμοι και έτοιμες για μια μεγάλη μάχη σε πολλαπλά επίπεδα. Για παρεμβάσεις και τομές που θα αλλάζουν τη ζωή των ανθρώπων στην καθημερινότητά τους, θα προτάσσουν το ταξικό στοιχείο και ταυτόχρονα θα ανοίγουν την κοινωνική ατζέντα και θα επιχειρούν να ανατρέψουν στην πράξη φοβικά στερεότυπα, ομοφοβικές, ξενόφοβες και ρατσιστικές συμπεριφορές, αλλαγές και ανατροπές στο χώρο των φυλακών, με την κατάργηση των φυλακών τύπου Γ και των φυλακών ανηλίκων, το κλείσιμο των κέντρων κράτησης για τους μετανάστες κ.α.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ήδη την κατάθεση των πρώτων νομοσχεδίων για την αναστροφή της σημερινής κατάστασης. Το πρώτο θα αφορά τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Το δεύτερο τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Το τρίτο μέτρο είναι η νομοθετική ρύθμιση, που θα υλοποιεί τη δέσμευση μας για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ώστε να βάλουμε τέλος στην αγωνία εκατοντάδων χιλιάδων συμπολιτών μας, εργαζόμενων και συνταξιούχων που κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους. Την Πέμπτη 5 Μάρτη, θα κατατεθεί το Νομοσχέδιο για την ΕΡΤ.
Θα κατατεθεί, επίσης, και η πρόταση για εξεταστική επιτροπή, προκειμένου να διερευνηθούν οι λόγοι και οι αιτίες που οδήγησαν το λαό μας σε αυτή τη πρωτοφανή περιπέτεια. Αυτές είναι οι πρώτες κοινοβουλευτικές και νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης και το νομοθετικό έργο θα συνεχιστεί αποφασιστικά γιατί έχουμε μπροστά μας να αλλάξουμε ένα τερατώδες καθεστώς αδιαφάνειας, διαφθοράς, διαπλοκής.
Το να κυβερνάς, όμως, δεν σημαίνει μόνο να νομοθετείς. Αρχίζει ένας μαραθώνιος μεταρρυθμίσεων που θα διευκολύνουν τους πολίτες και θα εξορθολογίσουν τη δημόσια διοίκηση. Η ανάκληση της άδειας Αρχιτεκτονικής και Ηλεκτρομηχανολογικής Μελέτης του εργοστασίου στις Σκουριές της Χαλκιδικής αποτελεί για μας δείγμα γραφής και σύμβολο της νέας περιόδου γιατί δείχνει δύο μείζονες προτεραιότητες για την κυβέρνησή: το περιβάλλον και το δημόσιο συμφέρον. Και η απάντησή μας στις αντιδράσεις που σημειώθηκαν είναι απλή και κατηγορηματική: Γι' αυτό ακριβώς ο λαός μας εμπιστεύτηκε. Γιατί για μας οι εργαζόμενοι, η προοδευτική παραγωγική ανάπτυξη, το περιβάλλον και το δημόσιο όφελος, βρίσκονται πάνω απ' όποια επιχειρηματικά συμφέροντα, όσο μεγάλα και αν είναι και όσες διασυνδέσεις και αν διαθέτουν.
Ο ρόλος του κόμματος στις νέες συνθήκες
Και στο παρελθόν είχαμε εντοπίσει ως σημαντικό ζήτημα το ρόλο του κόμματος μπροστά στις νέες ευθύνες, μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις. Έγκαιρα είχαμε αναφερθεί στον αναντικατάστατο ρόλο του κόμματος, των χιλιάδων μελών του, στην ανάγκη συλλογικής λειτουργίας και συλλογικών αποφάσεων. Είναι γεγονός ότι σε αυτή την πορεία υπήρξαν κενά, προβλήματα, όχι με ευθύνη των Οργανώσεων Μελών. Στην προεκλογική περίοδο, κυρίως, όμως, στις πρώτες ημέρες διακυβέρνησης, το κόμμα ως συλλογικό υποκείμενο υποβαθμίστηκε στο όνομα της αναγκαίας ταχύτητας των αποφάσεων. Ήταν λάθος και η Κεντρική Επιτροπή στέκεται απέναντι σε αυτό με κριτικό και αυτοκριτικό πνεύμα. Αυτή η πραγματικότητα πρέπει τάχιστα να αλλάξει, να ανατραπεί. Όχι μόνο γιατί αυτό αποτελεί βασική αξιακή μας προσέγγιση, αλλά γιατί η ενιαία συνεκτική και δημοκρατική λειτουργία του κόμματος αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση, ώστε να λειτουργήσει δημιουργικά και προωθητικά η σύνδεσή μας με την κοινωνία, τους εργαζόμενους και τα κινήματα, για να κατακτηθεί εκείνη η ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία, που είναι απαραίτητη για να προχωρήσουμε σε σημαντικές ρήξεις και τομές, στην πορεία μετασχηματισμού της κοινωνίας. Σε αυτό το πλαίσιο, αποφασίζουμε τη συγκρότηση Επιτροπής Θεωρίας για την εκλαΐκευση βασικών στρατηγικών θέσεων του κόμματος.
Στο αμέσως επόμενο διάστημα τα όργανα του κόμματος θα πρέπει να δουλέψουν προς την κατεύθυνση της συλλογικής επεξεργασίας ενός ολοκληρωμένου πολιτικού σχεδίου. Ενός σχεδίου, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη όλες τις πιθανές δυσκολίες που είναι δυνατόν να προκύψουν σε κάθε επιμέρους στάδιο της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς. Ενός σχεδίου, που θα αξιοποιεί όλα τα διαθέσιμα εργαλεία άσκησης κοινωνικής πίεσης σε εγχώριο και ευρωπαϊκό – διεθνές επίπεδο. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να στηρίξουμε και να στηριχθούμε σε ένα εναργές κίνημα στην ίδια τη χώρα μας που θα διατηρεί ζωντανή τη διεκδίκηση του στόχου της απελευθέρωσης από το σύνολο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που εξουθενώνουν την κοινωνία και θα φέρνει πιο κοντά το στόχο του σοσιαλισμού. Ταυτόχρονα, πρέπει να αναπτύσσουμε διαρκώς δυναμικές σχέσεις και συμμαχίες με τα κινήματα των λαών της Ευρώπης και του πλανήτη.
Αναμφισβήτητα, λόγω ακριβώς της πρωτόγνωρης κατάστασης, αλλά και της έλλειψης εμπειριών από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι δύσκολο να περιγραφεί ο νέος ρόλος του κόμματος αλλά και της κοινοβουλευτικής ομάδας καθώς και οι σχέσεις τους με την κυβέρνηση και τα κινήματα. Ωστόσο, οφείλουμε να σκιαγραφήσουμε αυτούς τους ρόλους και να πάρουμε άμεσα όλες τις πολιτικές και οργανωτικές πρωτοβουλίες που θα αρχίσουν να τους δίνουν σάρκα και οστά.
Κάθε καθυστέρηση μπορεί να εκληφθεί ως υποτίμηση του ρόλου του κόμματος στην νέα φάση, τη στιγμή που η καθοριστική ενίσχυση του είναι αναγκαίο συστατικό για την διασφάλιση της επιτυχίας του πολιτικού μας σχεδίου και η απάντηση στην κρίση εκπροσώπησης που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Συνοπτικά, βασικά στοιχεία του ρόλου του κόμματος στην νέα περίοδο μπορούν να είναι:
Α) Στις νέες, και πρωτόγνωρες συνθήκες, χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τους ρόλους του κόμματος, της κοινοβουλευτικής μας ομάδας σε σχέση με την κυβέρνηση θέτοντας από την αρχή τις «κόκκινες γραμμές», που δεν είναι άλλες από το ότι δεν επιθυμούμε την κομματικοποίηση του κράτους, ούτε φυσικά την απορρόφηση του κόμματος στους κρατικούς θεσμούς. Η καταστατική μας πρόβλεψη για την διατήρηση της «οργανωτικής και πολιτικής αυτονομίας του κόμματος έναντι της κυβέρνησης και του κράτους» πρέπει να μεταφραστεί σε καθημερινή πολιτική δουλειά με έμφαση: 1) τη συνέχιση της εκπόνησης του Προγράμματος –τόσο στα στρατηγικά ζητήματα του κοινωνικού μετασχηματισμού, όσο και στην επίλυση των άμεσων προβλημάτων που πρέπει η κυβέρνηση μας να αντιμετωπίσει. 2) το συντονισμό και την προωθητική αλληλεγγύη μεταξύ των οργάνων του κόμματος, της Κοινοβουλευτικής ομάδας, των Τμημάτων της ΚΕ και της κυβέρνησης. 3) ότι η συντροφική συλλογική λειτουργία στήριξης και ελέγχου να εξασφαλίζει τη βελτίωση τόσο της κυβέρνησης και του έργου της όσο και του κόμματος ως συλλογικού διανοούμενου και φορέα παραγωγής πολιτικής.
Ο κομματικός ιστός δεν μπορεί παρά να είναι οι «αισθητήρες» στις κοινωνικές διεργασίες και την ίδια στιγμή ο φορέας που πολιτικοποιεί την κοινωνική διαμαρτυρία σε δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού.
Β) η εκλαΐκευση, προβολή και «γείωση» των πρωτοβουλιών και μέτρων της κυβέρνησης στην κοινωνία και στα κινήματα μέσω διαδικασιών (ανοιχτές συζητήσεις, εκδηλώσεις, καμπάνιες ενημέρωσης, συνελεύσεις θεματικού χαρακτήρα κλπ) που θα στοχεύουν στην πρωτογενή συμμετοχή στην πολιτική, υπερβαίνοντας στο μέτρο του δυνατού την μονοσήμαντη διαμεσολάβηση των ΜΜΕ και αφετέρου διεκδικώντας όρους ιδεολογικής ηγεμονίας σε όλο και πλατύτερα στρώματα της κοινωνίας.
Γ) το άπλωμα της δημοκρατίας, η επανασυγκρότηση του συλλογικού μέσα στους κοινωνικούς χώρους μέσα από την διεύρυνση της συμμετοχής και η δημιουργία νέων θεσμών. Το κόμμα και τα μέλη του με επινοητικότητα και ενθάρρυνση των συλλογικών διαδικασιών πρέπει να δώσουν περιεχόμενο στον κοινωνικό έλεγχο του δημόσιου τομέα, να πρωταγωνιστήσουν στην αναζωογόνηση και τον εκδημοκρατισμού του συνδικαλιστικού κινήματος, να ωθήσουν στην δημιουργία νέων συλλογικοτήτων να μπολιάσουν το κοινωνικό με την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη και την άμεση δημοκρατία.
Ένα τέτοιο σχέδιο όσο δύσκολο και αν μοιάζει μέσα από την συντονισμένη λειτουργία κόμματος, κοινοβουλευτικής ομάδας και κυβέρνησης, με συμμετοχή μελών, στελεχών και βουλευτών και σε συνεργασία με την κυβέρνηση μπορεί να βοηθήσει καθοριστικά τόσο στην επιτυχία της κυβέρνησης σε στενή σύνδεση με την κοινωνία και τις ανάγκες της όσο και στην επιστροφή της πολιτικής και του ρόλου του κόμματος ως αναγκαίος θεσμός δημοκρατίας. Το σχέδιο αυτό με όλες τις πλευρές και τις παραμέτρους του θα συζητηθεί στη νέα σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής που θα συνεδριάσει το αμέσως επόμενο διάστημα.