Το πρόγραμμα της ημερίδας περιελάμβανε δύο εισηγήσεις: α) από τον αρχιμ. Θεόφιλο Λεμοντζή, Δρ. Θεολογίας, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η τιμή των ιερών λειψάνων και οι κακοδοξίες των αιρετικών» και β) από τον αρχιμ. Πορφύριο Μπατσαρά, Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σκήτεως Βεροίας, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Δύο πλάνες και μία θεραπεία».
Την Ημερίδα πλαισίωσε καλλιτεχνικά η Χορωδία της Βεργίνας.
Ο χαιρετισμός του σεβασμιωτάτου:
Ἑορτή τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ πρός τούς μαθητές του ἐπεδήμησε κατά τή χθεσινή μεγάλη ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς στούς μαθητές τοῦ Κυρίου πού βρισκόταν στό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ ἀναμένοντας τήν ἐπιφοίτησή του καί σόφισε τούς ἀγραμμάτους, φώτισε τούς μέχρι τότε φοβισμένους καί κατέστησε θαρραλέους κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου τῆς χάριτος καί ἀποστόλους στούς δειλούς καί βραδυγλώσσους μαθητές του.
Ἑορτή τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμᾶ τό τρίτο πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, τό Παράκλητο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐνοικεῖ στήν Ἐκκλησία γιά νά μαρτυρεῖ γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, γιά νά διανέμει τά χαρίσματα, γιά νά διατηρεῖ τήν ἑνότητα, γιά νά τελειοῖ τά μυστήρια, γιά νά ἑρμηνεύει τά δόγματα καί γιά νά ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία στήν ὀρθοδοξία καί τήν ὀρθοπραξία.
Ἑορτή τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ἡ τοπική μας Ἐκκλησία ἐπέλεξε αὐτή τήν ἡμέρα γιά νά ὀργανώσει ἐδῶ στή Μελίκη, στό πλαίσιο τῶν ΚΑ´ Παυλείων, τή δεύτερη ἀντιαιρετική Ἑσπερίδα, ὑπό τόν γενικό τίτλο «Ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ».
Ἡ ἀποψινή ἀντιαιρετική ἐκδήλωση ἐντάσσεται καί στό γενικότερο πρόγραμμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας γιά τό ἔτος πού διανύουμε καί εἶναι ἀφιερωμένο στίς αἱρέσεις, τήν ἐνημέρωση τῶν κληρικῶν καί τῶν πιστῶν σχετικά μέ αὐτές καί τήν ἀντιμετώπισή τους.
Καί εἶναι ἀναγκαῖο νά κατανοήσουμε τόν κίνδυνο τῶν αἱρέσεων καί νά μάθουμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά προφυλασσόμεθα ἀπό αὐτές, διότι ἀποτελοῦν ὄντως μεγάλο κίνδυνο γιά τήν ψυχή μας καί τή σωτηρία της.
Ὁ Χριστός κατά τήν ἐπίγεια ζωή καί δράση του ἀποκάλυψε στούς μαθητές του τόν Θεό καί τήν ἀλήθεια. Ἀποκάλυψε τή φύση καί τήν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ, τή θέση του καί τή σχέση του μέ τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο. Καί τό ἔκανε γιατί ἤθελε καί ἔπρεπε νά ἐξηγήσει στούς μαθητές καί ἀποστόλους του καί δι᾽ αὐτῶν καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού θά πιστεύαμε στόν Θεό διά τοῦ κηρύγματός τους ποιός εἶναι ὁ Θεός στόν ὁποῖο τούς καλοῦσε νά πιστεύσουν, ποιός εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, καθώς τούς καλοῦσε νά τόν ἀκολουθήσουν, καί τί προσφέρει σέ ὅσους τόν πιστεύουν.
Οἱ ἀλήθειες πού δίδαξε ὁ Χριστός στούς μαθητές του δέν ἦταν εὔκολα κατανοητές, γιατί διέφεραν ἀπό ὅσα ἤξεραν καί εἶχαν ἀκούσει μέχρι τότε οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καί οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι πίστευαν στόν ἀληθινό Θεό πού ἀποκαλύφθηκε διά τοῦ Μωϋσέως καί τῶν προφητῶν.
Οἱ ἀλήθειες πού δίδασκε ὁ Χριστός ἦταν δύσκολες γιά τούς μαθητές του, γιατί εἶναι δύσκολο στόν ἄνθρωπο νά κατανοήσει τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ μέ τή λογική του, ἀλλά καί ἀκόμη νά κατανοήσει καί νά ἀκολουθήσει ἐντολές, ὅπως αὐτή τῆς ἀγάπης πρός ὅλους, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς, οἱ ὁποῖες ὑπερέβαιναν ὅσα γνώριζαν καί εἶχαν διδαχθεῖ μέχρι τότε οἱ ἄνθρωποι, ὑπερέβαιναν καί αὐτές τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις καί δυνατότητες.
Ὁ Χριστός δέν τό ἀγνοοῦσε αὐτό καί γι᾽ αὐτό κάποιες φορές εἶπε ὁ ἴδιος στούς μαθητές του ὅτι εἶναι βαρύς ὁ λόγος καί δέν μποροῦν ἀκόμη νά τόν βαστάσουν. Γι᾽ αὐτό καί τούς ὑποσχέθηκε ὅτι μετά τήν εἰς οὐρανούς Ἀνάληψή του θά ἔστελνε τόν Παράκλητο, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, γιά νά φωτίσει τόν νοῦ τους, ὥστε νά κατανοήσουν ὅσα τούς δίδαξε· θά ἔστελνε τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά τούς κατευθύνει πρός τόν Θεό καί νά τούς προφυλάξει ὥστε νά μήν παρεκκλίνουν ἀπό τήν ἀλήθεια πού τούς δίδαξε.
Οἱ μαθητές καί οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἦταν αὐτοί πού παρέλαβαν τήν παρακαταθήκη τῆς πίστεως, τήν ὁποία εἶχαν τήν εὐθύνη νά παραδώσουν στούς πιστούς ἀκαινοτόμητη, ὅπως ἀκριβῶς τήν παρέλαβαν, γιατί ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ εἶναι σαφής καί κατηγορηματική γιά ὅποιον ἀλλοιώνει τόν νόμο του ἔστω καί κατά ἕνα ἰῶτα ἤ μία κεραία, ἔστω δηλαδή καί γιά τήν παραμικρή λεπτομέρεια.
Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν Ἐκκλησία, παρουσία διαρκής καί συνεχιζόμενη ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων, εἶναι αὐτή ἡ ὁποία διασφαλίζει τήν ἀκρίβεια καί τήν ἀλήθεια στή μετάδοση τῆς πίστεως ἀναλλοίωτης ἀπό γενεά καί γενεά. Καί πῶς τήν διασφαλίζει; Τήν διασφαλίζει διά μέσου τῶν ἁγίων καί τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δι᾽αὐτῶν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὥστε νά διδάσκεται ἡ πίστη ὄχι ὅπως νομίζει ὁ κάθε κήρυκας ἀλλά ὅπως μᾶς τήν παρέδωσε ὁ Χριστός. Δι᾽ αὐτῶν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὥστε νά ἑρμηνεύονται ὀρθά οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεως. Δι᾽ αὐτῶν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὥστε νά ἔχουμε ὅλοι παράδειγμα ζωῆς ὀρθοδόξου, γιατί ἡ ὀρθή πίστη ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς ὀρθῆς ζωῆς καί τό ὀρθόδοξο βίωμα ἀπόδειξη τῆς ὀρθῆς πίστεως.
Καί ἐάν μελετήσει κανείς τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας θά δεῖ ὅτι σέ ὅλες τίς κρίσιμες καμπές της, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις πού τό σκάφος της κλυδωνιζόταν ἀπό τά κύματα τῶν αἱρέσεων, καί δοκιμαζόταν ἀπό τίς διδασκαλίες καί τίς ἑρμηνεῖες κάποιων ἀνθρώπων πού νόμιζαν ὅτι ἦταν σέ θέση νά ἑρμηνεύσουν αὐτοί καλύτερα ἀπό τούς ἄλλους τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς πίστεως, τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀναδείκνυε πάντοτε ἀνθρώπους θεοπνεύστους οἱ ὁποῖοι ὀρθοτομοῦσαν τόν λόγο τῆς ἀληθείας μέσα στήν Ἐκκλησία καί διέκριναν ποιά εἶναι ἡ πίστη ἡ ὁποία δέν παρεκκλίνει, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ἰῶτα ἕν οὔτε μία κεραία, ἀπό τήν παραδεδομένη ἀπό τόν Χριστό ἀλήθεια.
Ὁ Χριστός δέν εἶναι ἀσφαλῶς τυπολάτρης οὔτε προσκολλημένος στό γράμμα καί τή λεπτομέρεια, ἀλλά θέλει νά δείξει μέ αὐτόν τόν λόγο του ὅτι κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά τόν ἀλλοιώνει ἤ νά τόν τροποποιεῖ εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, διότι ὁ ἴδιος ἦρθε στόν κόσμο, δίδαξε τόν κόσμο, θυσιάσθηκε γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί ἄφησε στόν κόσμο τήν καινή Διαθήκη, «τή νέα συμφωνία», προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νά γίνει καί πάλι τέκνο Θεοῦ καί κληρονόμος τῆς βασιλείας του.
Καί ἄν ὅταν παραποιοῦμε καί παραχαράττουμε μιά ἀνθρώπινη συμφωνία ἤ ἕνα συμβόλαιο, ἡ πράξη αὐτή ἐπισείει νομικές κυρώσεις καί τιμωρίες, ἀντιλαμβανόμαστε ὅλοι ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά μήν ἔχει συνέπειες ἡ παραποίηση ἤ παρερμηνεία τῶν λόγων καί τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Καί οἱ συνέπειες δέν εἶναι νομικές ἀλλά πνευματικές.
Ὅποιος δέν ἀκολουθεῖ τό εὐαγγέλιο καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἡ διδασκαλία καί ἡ ζωή τῶν ἁγίων, αὐτός ἀποσχίζεται ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀποχωρίζεται ἀπό τήν ἄμπελο καί ἀκολουθεῖ τόν δικό του δρόμο. Αὐτός εἶναι ὁ αἱρετικός. Αὐτός πού νομίζει ἀπό ἐγωισμό καί ἔπαρση ὅτι μπορεῖ νά ἑρμηνεύει ὀρθότερα ἀπό τούς Πατέρες, ὀρθότερα ἀπό τήν Ἐκκλησία τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Αὐτός πού στή βάση ἀμφισβητεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί αὐτό εἶναι πού διδάσκει τήν Ἐκκλησία, αὐτό εἶναι πού ἑρμηνεύει τήν ἀλήθειά της, καί αὐτό ἀκολουθεῖ ἡ Ἐκκλησία. Ὅποιος ἑπομένως δέν ἀκολουθεῖ τήν Ἐκκλησία καί τή διδασκαλία τῶν Πατέρων της καί προτιμᾶ νά ἔχει τή δική του γνώμη καί μάλιστα θέλει νά τή διαδίδει καί σέ ἄλλους ἀνθρώπους καί νά παρασύρει καί ἐκείνους στίς δικές του ἀπόψεις καί πεποιθήσεις, εἶναι αἱρετικός.
Αὐτός εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, γιατί εἶναι ὁρισμένοι οἱ ὁποῖοι παρασύρονται χωρίς νά τό θέλουν καί χωρίς νά τό ἐπιδιώκουν, ἀρνεῖται καί βλασφημεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι βλασφημία βαρειά καί ἀσυγχώρητη ἀπό τόν Θεό. Καί αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τούς αἱρετικούς τῶν ὁποίων ἡ διδασκαλία καταδικάσθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τίς τοπικές ἤ τίς Οἰκουμενικές Συνόδους της. Ἰσχύει καί γιά ὅλους ἐκείνους πού δέν ἀκολουθοῦν μέ πιστότητα ὅσα διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά ὅσα αὐτοί νομίζουν ὡς ὀρθά. Ἰσχύει γιά ὅλους ἐκείνους πού προσπαθοῦν νά διαιρέσουν καί νά διασπάσουν τήν Ἐκκλησία, γιά ὅλους ἐκείνους πού ἐπιδιώκουν νά δημιουργήσουν ὁμάδες καί νά συγκεντρώσουν γύρω τους ὀπαδούς, ἀπομακρύνοντάς τους ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τούς πραγματικούς ποιμένες καί ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἰσχύει γιά ὅλους ἐκείνους πού ἀμφισβητοῦν κάποιες ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, πού ἀπορρίπτουν στοιχεῖα τῆς παραδόσεως καί τῆς εὐσεβείας τῆς Ἐκκλησίας ἤ τά παραποιοῦν.
Ὅλοι αὐτοί εἶναι αἱρετικοί, εἶναι ἐπικίνδυνοι, εἶναι «λύκοι βαρεῖς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού μπορεῖ νά μήν καταδικασθοῦν ποτέ, διότι κινοῦνται σιωπηλά καί ὕπουλα, χωρίς νά γίνονται εὐρύτερα γνωστές οἱ παρεκκλίσεις τους καί οἱ πράξεις τους, ἀλλά δέν παύουν νά ἀποτελοῦν κίνδυνο γιά ὅλους τούς πιστούς, γιατί μπορεῖ ὅλους νά μᾶς παραπλανήσουν καί νά μᾶς ἀπομακρύνουν, χωρίς νά τό καταλάβουμε, ἀπό τήν Ἐκκλησία μας.
Οἱ αἱρετικοί ἔχουν τήν πονηρία τοῦ διαβόλου καί δροῦν ὅπως ἔδρασε καί ἐκεῖνος, ὅταν ἤθελε νά ἐξαπατήσει τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ. Παρουσιάζονται ὡς εὐσεβεῖς, ὡς φιλάνθρωποι, ὡς ἐλεήμονες. Φαίνονται πρόθυμοι νά μᾶς ἐξυπηρετήσουν, νά μᾶς βοηθήσουν, νά μᾶς συμπαρασταθοῦν στίς ἀνάγκες μας, μέχρι νά κερδίσουν τήν ἐμπιστοσύνη μας, μέχρι νά καταλάβουν ὅτι μποροῦν νά μᾶς ἐπηρεάσουν γιατί τούς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι ἤ ἀκόμη καί γιατί εἴμαστε ἐξαρτημένοι ἀπό αὐτούς.
Χρειάζεται, λοιπόν, μεγάλη προσοχή γιά νά μήν πέσουμε στά δίκτυα τέτοιων ἀνθρώπων, πού παριστάνουν τούς εὐσεβεῖς, ἀλλά δέν εἶναι· παριστάνουν τούς εὐσεβεῖς, ἀλλά δέν ἔχουν σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, δέν ἐκκλησιάζονται, δέν μετέχουν στά μυστήρια. Τέτοια χαρακτηριστικά θά πρέπει νά μᾶς βάζουν σέ ὑποψίες, καί ἐάν δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε ἐμεῖς, θά πρέπει ὁπωσδήποτε νά ρωτοῦμε τούς ἱερεῖς γιά νά μᾶς καθοδηγήσουν καί νά μᾶς ποῦν τί πρέπει νά κάνουμε καί τί πρέπει νά προσέξουμε, πρίν νά εἶναι πολύ ἀργά. Γιατί οἱ αἱρέσεις καί οἱ κακοδοξίες τους εἶναι ἐπικίνδυνες γιά κάθε ψυχή καί εἶναι ἀνάγκη νά τό συνειδητοποιήσουμε αὐτό ὁπωσδήποτε.
Γιά νά κατανοήσουμε ὅμως καλύτερα τό θέμα αὐτό τῶν αἱρέσεων θά ἔχουμε σήμερα τήν εὐκαιρία νά ἀκούσουμε δύο εἰσηγήσεις ἀπό δύο κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας πού ἔχουν γνώση καί ἐμπειρία τοῦ θέματος. Ὁ ἀρχιμανδρίτης π. Θεόφιλος Λεμοντζῆς, διδάκτωρ Θεολογίας, θά μᾶς ἀναπτύξει τό θέμα «Ἡ τιμή τῶν ἱερῶν λειψάνων καί οἱ κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν», καί ὁ ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Σκήτης Βεροίας, ἀρχιμανδρίτης π. Πορφύριος Μπατσαρᾶς, θά μᾶς μιλήσει γιά «Δύο πλάνες καί μία θεραπεία».
Τούς εὐχαριστῶ καί τούς δύο θερμά γιά τόν κόπο τους καί γιά ὅσα ἐνδιαφέροντα καί ὠφέλιμα θά μᾶς ποῦν. Εὐχαριστῶ ἀκόμη τή χορωδία τῆς Βεργίνας πού καί ἀπόψε, ὅπως καί χθές, θά πλαισιώσει μέ τίς μελωδίες της τήν ἐκδήλωση.