Τα θανάσιμα λάθη που οδηγούν τα ζευγάρια στο διαζύγιο Της Όλγας Ν. Τσιπτσέ – Δικηγόρος παρ’ Εφέταις, Αρθρογράφος και μέλος Ε.ΔΗ.Π.Η.Τ

15 Μαρ 2015

Πολλοί αναρωτιούνται, αν μπορούν να σώσουν το γάμο τους, όταν τα προβλήματα φαντάζουν τεράστια και δε ξέρουν πως να τα αντιμετωπίσουν. Ή έστω να χωρίσουν με τις μικρότερες δυνατές συνέπειες για τους ίδιους ή και για τα νεαρώτερα και πιο αδικημένα μέλη της οικογένειας που είναι πάντα τα παιδιά.

Τα λάθη που κάνουν τα ζευγάρια, στις κρίσιμες στιγμές του οικογενειακού τους βίου, οφείλονται στην

έλλειψη ψυχραιμίας, στην άγνοια και τον φόβο για το άγνωστο και στον εγωισμό.

Το πρώτο λάθος τους έχει να κάνει με την άρνηση τους να αναζητήσουν βοήθεια από ειδικό οικογενειακό – σύμβουλο, ο οποίος με μια πιο ουδέτερη και επιστημονική γνώμη, θα διακρίνει αν υπάρχει κάποιο σημείο επαφής για το ζευγάρι, θα δουλέψει πανω σε αυτό και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να οδηγήσει στην αποφυγή έκδοσης διαζυγίου.Αν πάλι ο χωρισμός είναι αναπόφευκτος, ο οικογενειακός σύμβουλος μπορεί να βοηθήσει το ζευγάρι και τα τυχόν παιδιά να βιώσουν το διαζύγιο και το χωρισμό με τις λιγότερες δυσάρεστες συνέπειες.

Το δεύτερο αρκετά σοβαρό λάθος των ζευγαριών σε κρίση είναι, ότι όσοι χωρίζουν χάνουν τη ψυχραιμία τους. Λαμβάνουν γρήγορα κρίσιμες αποφάσεις για το γάμο τους, με βάσει το συναίσθημα και όχι τη λογική. Όταν το μυαλό θολώνει από την ένταση και την οξύτητα στις σχέσεις των συζύγων είναι πολύ δύσκολο να πάρουν σωστές αποφάσεις για την πορεία του γάμου τους. Ενώ το διαζύγιο πρέπει να αντιμετωπίζεται από τα ζευγάρια ως έσχατη λύση, εντούτοις αυτοί το προτάσσουν αμέσως και επιπόλαια, ενώ κάποιοι ξεπερνούν τα όρια και προβαίνουν μέχρι και σε ακραίες και ποινικά κολάσιμες πράξεις.

Το τρίτο λάθος είναι, ότι όσοι χωρίζουν δεν απευθύνονται έγκαιρα σε δικηγόρο για νομική συμβουλή, η οποία συμβουλή του δικηγόρου μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια. Και αυτό, γιατί ο δικηγόρος γνωρίζει από νομικής πλευράς τι είναι καλό για τον εντολέα του. Προσπαθεί πριν από κάθε ενέργεια να καταλάβει α) αν ο εντολέας του έχει πάρει ώριμη και οριστική απόφαση για το γάμο του, β) αν υπάρχουν ακόμη έστω και την τελευταία στιγμή περιθώρια να σωθεί ο γάμος συμβιβαστικά.

Επιπλέον λάθος είναι, ότι οι σύζυγοι σε κρίση δεν εξαντλούν κάθε προσπάθεια συμβιβασμού.Η κακή ψυχολογία, η ένταση, οι εγωισμοί δεν αφήνουν έδαφος για συνεννόηση με νηφαλιότητα και επικοινωνία, ενώ συχνά εισέρχονται στο ζευγάρι οι συγγενείς, οι οποίοι αντί να βοηθήσουν «ρίχνουν λάδι στη φωτιά».

Ένα από τα τραγικότερα όμως λάθη είναι, ότι όσοι χωρίζουν εμπλέκουν τα παιδιά τους στις μεταξύ τους συζυγικές διαφορές. Ενώ υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στο γάμο οι σύζυγοι κατηγορούν ο ένας τον άλλον μπροστά στα παιδιά τους, δημιουργώντας τους ψυχικά τραύματα. Μερικές φορές τα αναγκάζουν να διαλέξουν «πλευρά». Άλλες φορές τα αναγκάζουν να πάρουν το ρόλο του αγγελιοφόρου, επειδή όσοι χωρίζουν δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Θέματα επιμέλειας και επικοινωνίας τέκνων δημιουργούν καθημερινές τριβές και εντάσεις σε βάρος των παιδιών. Υπάρχουν φορές που τα παιδιά πέφτουν θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Δεν είναι τυχαίο ότι τα παιδιά χωρισμένων οικογενειών, συνήθως αντιμετωπίζουν προβλήματα, όταν κάνουν οικογένειες.

Λάθος είναι και το γεγονός ότι όσοι χωρίζουν δεν αποφασίζουν τις περισσότερες φορές να λύσουν με «φιλικό τρόπο» το γάμο τους, δηλαδή με συναινετικό διαζύγιο. Η αντιδικία, οι εντάσεις, οι αντεγκλήσεις δεν υπάρχουν στο συναινετικό διαζύγιο, γιατί το διαζύγιο αυτό στηρίζεται στη κοινή συναίνεση των δύο συζύγων. Η ρύθμιση των θεμάτων επικοινωνίας, επιμέλειας τέκνων ή και διατροφής γίνεται με έγγραφη συμφωνία τους. Το συναινετικό διαζύγιο είναι πιο σύντομο και οικονομικό (λιγότερα έξοδα) σε σχέση με το εν αντιδικία διαζύγιο.

Τέλος, όσοι χωρίζουν συνήθως δεν απευθύνονται σε δικηγόρο με εμπειρία στην επίλυση οικογενειακών διαφορών. Στα διαζύγια και στις υποθέσεις οικογενειακού δικαίου κατά κανόνα υπάρχει ένταση, οξύτητα, αντιδικία στις σχέσεις των συζύγων. Ο δικηγόρος πρέπει να είναι έμπειρος και επιμελής στο χειρισμό των υποθέσεων αυτών για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Ειδικά όταν υπάρχουν τέκνα και μάλιστα ανήλικα, μοναδική προτεραιότητα των γονέων πρέπει να είναι α) η προστασία των παιδιών τους από ανεπιθύμητες καταστάσεις εντάσεων β) η ειλικρινή προσαρμογή τους στη νέα κατάσταση γ) η μη επιβάρυνσή τους με ενοχές, δ) η συνεργασία τους στα θέματα γονικής μέριμνας και επικοινωνίας προς όφελος των παιδιών.

Για την μεταξύ τους σχέση πρέπει να διατηρήσουν μία αξιοπρέπεια και αλληλλοσεβασμό χωρίς να εμπλακούν σε ενέργειες που θα ξεκινήσουν ένα φαύλο κύκλο που θα κλείσει μόνο όταν εξαντληθούν και εξοντωθούν ψυχικά, και ίσως οικονομικά, όλα τα μέλη της οικογένειάς τους.

 

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας