Συγκεκριμένα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το εργασιακό στρες μπορεί να προκαλέσει δυσλιπιδαιμία. Να αλλάξει, δηλαδή, τα επίπεδα της καλής χοληστερόλης, της κακής χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων στο αίμα.
Για τις ανάγκες της μελέτης, που δημοσιεύθηκε στη «Σκανδιναβική Επιθεώρηση Δημοσίας Υγείας» οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία από περισσότερους από 90.000 εργαζόμενους, οι οποίοι υποβάλλονταν συστηματικά σε εξετάσεις.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 8,7% των εθελοντών είχαν αντιμετωπίσει δυσκολίες στη δουλειά τους κατά το τελευταίο 12μηνο, με επακόλουθο να εκδηλώσουν έντονο εργασιακό στρες και να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να πάσχουν από δυσλιπιδαιμία
Παράλληλα, είχαν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάζουν ενδείξεις στενώσεως στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδιάς τους.
«Ένας από τους μηχανισμούς που μπορεί να εξηγούν την παρατηρούμενη συσχέτιση μεταξύ εργασιακού στρες και καρδιαγγειακού κινδύνου, είναι οι αλλαγές στο προφίλ των λιπιδίων, που σημαίνει υψηλότερα ποσοστά συσσώρευσης αθηρωματικών πλακών στις στεφανιαίες αρτηρίες», σημειώνουν οι ερευνητές, σχολιάζοντας τα ευρήματα.
Όπως επισημαίνουν, δεν είναι ακόμη γνωστό για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό, ωστόσο είναι πιθανό το στρες να επηρεάζει την ικανότητα του οργανισμού να απαλλάσσεται από την περιττή χοληστερόλη, ακόμη και να ενεργοποιεί φλεγμονώδεις διεργασίες, οι οποίες αυξάνουν την παραγωγή χοληστερόλης.
Τέλος, ένα ακόμη ενδεχόμενο είναι να ενθαρρύνει τον οργανισμό να παράγει περισσότερη ενέργεια με τη μορφή λιπαρών οξέων και γλυκόζης, ουσίες που απαιτούν την παραγωγή και έκκριση περισσότερης LDL από το ήπαρ.
Πηγή-onmed.gr