ο οποίος από την πρώτη στιγμή της καταστάσεώς του στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας (1994) κατέβαλε πολλές προσπάθειες για την ωρίμανση της ιδέας, την προώθησή της στις αρμόδιες υπηρεσίες και Υπουργεία, την εκπόνηση των μελετών από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ημαθίας και την υλοποίηση του έργου αυτού.
Με μεγάλη συγκίνηση κλήρου, αρχών και πιστών ο Ναός αυτός, που αποτελεί ένα κόσμημα με μοναδικές τοιχογραφίες πολλών και διαφορετικών εποχών, λειτούργησε και πάλι μετά από περισσότερο από 400 χρόνια. Το εσπέρας του Σαββάτου τελέστηκε στον ενοριακό μητροπολιτικό Ναό ο Εσπερινός των εγκαινίων χοιροστατούντος του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ατλάντας κ. Αλεξίου, ενώ νωρίτερα ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας μετέφερε τα ιερά λείψανα των εγκαινίων για την καθιερωμένη προετοιμασία. Την Κυριακή το πρωί ο όρθος τελέστηκε στον ενοριακό μητοπολιτικό ναό και ακολολούθησε λιτανευτική πομπή προς την Παλαιά Μητρόπολη και στη συνέχεια η τελετή των εγκαινίων και πολυαρχιερατικό συλλείτουργο προεξάρχοντος του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος.
Έλαβαν μέρος :
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ: ο Σεβ. Μητροπολίτης Ἀτλάντας κ. ΑΛΕΞΙΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: ο Σεβ. Μητροπολίτης Εἰρηνουπόλεως κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ: ο Σεβ. Μητροπολίτης Βόστρων κ. ΤΙΜΟΘΕΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΡΩΣΣΙΑΣ: ο Θεοφ. Ἐπίσκοπος Σάχτας καί Μιλέροβο κ. ΣΙΜΩΝ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΣΕΡΒΙΑΣ: ο Θεοφ. Ἐπίσκοπος Τοπλίτσης κ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ: ο Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Κάτω Δουνάβεως κ. ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ: ο Σεβ. Μητροπολίτης Πλόβδιβ (Φιλιππουπόλεως) κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ και Θεοφ. Ἐπίσκοπος Ζνεπόλεως κ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ: ο Θεοφ. Ἐπίσκοπος Μεσσαορίας κ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ: ο Σεβ. Μητροπολίτης Κϊτρους κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ: ο Θεοφ. Ἐπίσκοπος Σούπραζλ κ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
κατά τον εσπερινό έλαβε μέρος και ο Σεβ. Μητροπολίτης Κοζάνης κ. Παύλος, ενώ ο εκπρόσωπος από το Πατριαρχείο ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Χρυσουπόλεως κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ δεν έλαβε μέρος στις λατρευτικές εκδηλώσεις.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στον Εσπερινό των Εγκαινίων
«Καί εἰσήγαγέ με κατά τήν ὁδόν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων ... καί εἶδον καί ἰδού πλήρης ὁ οἶκος Κυρίου».
Προφητικός ὁ λόγος πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο στήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν ἐγκαινίων. Προφητικός ὁ λόγος τοῦ Ἰεζεκιήλ, ἤ μᾶλλον ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ἀναφέρεται σέ μία ἄλλη ἐποχή, μπορεῖ νά ἀκούσθηκε πρίν ἀπό 2700 περίπου χρόνια, ἰσχύει ὅμως ἀπολύτως καί γιά τόν ἱερό ναό τῶν ἁγίων πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Παύλου καί Πέτρου, γιά τόν παλαιό Μητροπολιτικό ναό τῆς βυζαντινῆς Βεροίας, ὁ ὁποῖος μετά ἀπό 600 περίπου χρόνια, μετά ἀπό περιπέτειες πολυώδυνες, μετά ἀπό καταστροφές καί βεβηλώσεις, μετά ἀπό βανδαλισμούς καί κακοποιήσεις, ἀποδίδεται πλέον ἀνακαινισμένος, ἀγλαός, λαμπρός καί πλήρης δόξης στή λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἀποδίδεται στήν τιμή τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν καί ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, μεγίστου ἐν ἀποστόλοις Παύλου καί τοῦ ἰσοστασίου αὐτοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Πέτρου.
Ναός μεγαλοπρεπής καί ἐντυπωσιακός, στόν τύπο τῆς τρικλίτου βασιλικῆς μέ ἐγκάρσιο κλίτος καί νάρθηκα, ἀνιδρύθηκε συμφώνως πρός τά νεώτερα στοιχεῖα τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐρεύνης μεταξύ τοῦ 7ου καί τοῦ 8ου αἰῶνος καί ἀνακαινίσθηκε κατά τό τελευταῖο πιθανόν τέταρτο τοῦ 11ου αἰῶνος ἀπό τόν ἐπίσκοπο Βεροίας Νικήτα.
Ὁ ἰσχυρός σεισμός ὁ ὁποῖος ἔπληξε τή Βέροια λίγο μετά τό 1206 προκάλεσε πιθανόν καταστροφές καί στόν ἱερό αὐτό ναό, καταστροφές οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν τόν Δεσπότη τῆς Ἠπείρου Θεόδωρο Ἄγγελο Κομνηνό Δούκα, τόν ἀπελευθερωτή τῆς Βέροιας ἀπό τούς Λατίνους, νά ἀνακαινίσει ἐκ νέου τόν ναό καί νά τόν διακοσμήσει μέ ἕνα λαμπρό εἰκονογραφικό πρόγραμμα τό ὁποῖο ἀναπτύσσεται στό κεντρικό κλίτος καί προοιωνίζει τήν ἄνθιση τῆς βυζαντινῆς τέχνης πού ἐπρόκειτο νά ἀκολουθήσει τήν ἐποχή τῆς Παλαιολόγων, ἐποχή κατά τήν ὁποία ἡ εἰκονογράφηση τοῦ ναοῦ θά συμπληρωθεῖ μέ τοιχογραφίες ὑψηλῆς καλλιτεχνικῆς ἀξίας καί ἀνυπέρβλητης αἰσθητικῆς.
Ἡ κατάληψη τῆς πόλεως ἀπό τούς Τούρκους φαίνεται νά ἄφησε γιά μερικές δεκαετίες ἀνέπαφο τόν ναό. Στή συνέχεια ὅμως μετετράπη καί αὐτός σέ τέμενος καί ὑπέστη ἀλλοιώσεις, φθορές καί καταστροφές, μεταξύ τῶν ὁποίων σημαντικότερη εἶναι ἡ κατάρρευση τοῦ νοτίου κλίτους.
Στούς ἑπόμενους αἰῶνες ἡ κατάσταση τοῦ ναοῦ ἐπιδεινώθηκε καί μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλεως, τό 1912, τό ἄλλοτε καύχημα τῆς Βεροίας, ὁ μητροπολιτικός της ναός, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑποκατασταθεῖ μετά τήν μετατροπή του σέ τέμενος ἀπό τόν νεώτερο αὐτό ναό τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, παρέμεινε ἕνα ἐρείπιο.
Ὅταν τόν Ἰούλιο τοῦ ἔτους 1994 κατεστάθην χάριτι Θεοῦ Μητροπολίτης τῆς ἀποστολικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, ἔθεσα ὡς πρώτιστη προτεραιότητά μου τήν ἀποκατάσταση τοῦ παλαιοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος καί μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλεώς μας παρέμενε ὑπόδουλος.
Χρειάστηκαν πολλές προσπάθειες, πολλοί κόποι, πολλές ἀγωνίες, πολλοί ἄνθρωποι, πολλές ἀπογοητεύσεις, ἀκόμη καί μέχρι τήν τελευταία στιγμή, γιά νά φθάσουμε μετά ἀπό εἰκοσιδύο ἔτη στό αἴσιο τέλος αὐτῆς τῆς μακρᾶς διαδρομῆς, στήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἐπιπόνου ἔργου τῆς ἀποκαταστάσεως καί ἀνακαινίσεως τοῦ παλαιοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῶν ἁγίων πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Παύλου καί Πέτρου.
Δοξάζουμε καί μεγαλύνουμε τόν Θεό ὁ ὁποῖος μᾶς ἀξίωσε νά δοῦμε τό ὅραμά μας νά γίνεται πραγματικότης. Ὑμνοῦμε καί εὐλογοῦμε τόν ἱδρυτή τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, μέγιστο ἀπόστολο Παῦλο, καί πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Πέτρο, γιατί μᾶς ἀξιώνουν νά δοῦμε ἐκπληρούμενο τόν διακαῆ πόθο τῆς ἐπισκοπικῆς μας καρδίας.
Ἐκφράζουμε τίς θερμότατες εὐχαριστίες μας πρός ὅλους ὅσους κατά τή διάρκεια τῶν εἰκοσιδύο αὐτῶν ἐτῶν συνέβαλαν ποικιλοτρόπως στήν προσπάθειά μας γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἱστορικοῦ βυζαντινοῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς πόλεώς μας.
Αὐτή τήν ὥρα αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστήσω δημοσίως τούς ἑκάστοτε ὑπουργούς Πολιτισμοῦ, στή δικαιοδοσία τῶν ὁποίων ὑπάγεται ἡ ἀποκατάσταση τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ βυζαντινοῦ μνημείου τῆς Βεροίας, ἀπό τόν κ. Θάνο Μικρούτσικο μέχρι τόν κ. Ἀντώνιο Σαμαρᾶ καί τόν κ. Παῦλο Γερουλάνο, ὁ ὁποῖος ὑπέγραψε τήν ἔνταξη τοῦ ἔργου τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ μνημείου εἰς τό ΕΣΠΑ·
τούς προϊσταμένους τῆς Ἐφορείας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, ἀπό τόν μακαριστό Σωτήριο Κίσσα, μέ τόν ὁποῖο γιά πρώτη φορά ἐπισκέφθηκα τήν Παλαιά Μητρόπολη, τόν κ. Ἀντώνιο Πέτκο μέχρι καί τήν κ. Ἀγγελική Κοτταρίδη, ἡ ὁποία μέ πολύ ἐνδιαφέρον καί ζῆλο ὑλοποίησε τό σπουδαῖο αὐτό ἔργο, ἀλλά καί ὅλους τούς ἐκλεκτούς συνεργάτες τους, οἱ ὁποῖοι σχεδίασαν καί ὑλοποίησαν τό δύσκολο καί ἀπαιτητικό ἔργο τῆς ἀναστηλώσεως καί ἀποκαταστάσεως τῆς Παλαιᾶς Μητροπόλεως.
Εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας τήν Κίνηση Πολιτῶν πού ὑποστήριξε μέ ἐνθουσιασμό τήν ὑλοποίηση τοῦ ἔργου, συγκεντρώνοντας ὑπογραφές καί προωθώντας τή φωνή τῆς πόλεως μέχρι τά ὑπουργικά γραφεῖα καί τά κυβερνητικά ἕδρανα, καί μαζί τους εὐχαριστῶ καί ὅλους τούς συνεργάτες μου, κληρικούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι στήριξαν μέ κάθε τρόπο καί μέ ὅλες τους τίς δυνάμεις αὐτή τήν προσπάθεια.
«Νῦν ἐπέστη ὁ καιρός». Λίγες ὧρες μόλις μᾶς χωρίζουν ἀπό τή στιγμή κατά τήν ὁποία θά εἰσέλθουμε λιτανευτικά ἀλλά συγχρόνως καί θριαμβευτικά μέ τά μαρτυρικά ἅγια λείψανα στόν παλαιό Μητροπολιτικό ναό τῆς Βεροίας γιά νά τελέσουμε τήν Ἀκολουθία τῶν ἱερῶν ἐγκαινίων, μέ τήν ὁποία θά καθαγιασθεῖ καί πάλι ὁ ἱερός ναός καί θά ἀποδοθεῖ στή θεία Λατρεία μέ τήν πολυαρχιερατική θεία Λειτουργία.
Λίγες μόνο ὧρες μᾶς χωρίζουν γιά νά ἐπαναλάβουμε κι ἐμεῖς τόν λόγο τοῦ προφήτου: «Καί εἰσήγαγέ με κατά τήν ὁδόν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων ... καί εἶδον καί ἰδού πλήρης ὁ οἶκος Κυρίου», καθώς θά εἰσερχόμεθα στόν ἱερό ναό τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Παύλου καί Πέτρου. Γιατί ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού θά εἰσαγάγει καί ἐμᾶς «κατά τήν ὁδόν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων»· θά μᾶς εἰσαγάγει ἀπό τήν ὁδό τῆς πύλης τῶν Ἁγίων, τήν ὁδό ἔξω ἀπό τόν μητροπολιτικό ναό, ὅπου κρέμασαν οἱ Τοῦρκοι τόν ἱερομάρτυρα ἐπίσκοπο Βεροίας ἅγιο Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος λειτουργοῦσε στόν ναό, ὅταν ἐκεῖνοι εἰσῆλθαν στήν πόλη. Θά μᾶς εἰσαγάγει γιά νά δοῦμε καί ἐμεῖς τόν οἶκο Κυρίου, πλήρη μετά ἀπό τόσα χρόνια ἐγκαταλείψεως καί ἐρημώσεως καί νά δοξάσουμε τό παντευλόγητο καί προσκυνητό ὄνομά του.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου μετά τον εγκαινιασμό της Παλαιάς Μητροπόλεως.
«’Εγκαινίζου, ἐγκαινίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἥκει γάρ σου τό φῶς, καί ἡ δόξα Κυρίου ἐπί σέ ἀνατέταλκε».
Τήν χαράν καί τόν ἐνθουσιασμόν τόν ὁποῖον ἐκφράζει ὁ θεοκίνητος κάλαμος τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου διά τοῦ στίχου αὐτοῦ τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἐγκαινίων τοῦ πανιέρου ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου τῶν Ἱεροσολύμων, συμμεριζόμεθα καί ἡμεῖς ἀπολύτως σήμερον, κατά τήν ἡμέραν τῶν ἐγκαινίων τοῦ πανσέπτου ναοῦ τῶν ἁγίων πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Παύλου καί Πέτρου τῆς Βεροίας, τῆς ἐπονομαζομένης καί «μικρᾶς Ἱερουσαλήμ».
«’Εγκαινίζου, ἐγκαινίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἥκει γάρ σου τό φῶς».
Καί ὄντως τό φῶς τῆς πόλεώς μας, τό φῶς τῆς ἰδικῆς μας Ἱερουσαλήμ ἦλθε σήμερον, καθώς ὁ περικαλλής καί περίπυστος αὐτός μητροπολιτικός ναός τῆς Βεροίας, τό καύχημα καί τό σέμνωμα τῶν εὐγενῶν Βεροιέων, ἐφωτίσθη διά τῆς ἁγιαστικῆς τῆς ὑπερουσίου Τριάδος ἐνεργείας. Τό σκότος ἀπέδρα, ἡ ἀχλύς ἐδιώχθη. Καί ἰδού ὁ ἱερός οὗτος ναός λάμπει καί ἀκτινοβολεῖ τό κάλλος τῆς μορφῆς του, τήν αἴγλην τῆς ἱστορίας του, τήν λαμπρότητα τοῦ ἀριστοτεχνικοῦ διακόσμου αὐτοῦ εἰς σύμπασαν τήν πόλιν, εἰς τά πρόσωπα τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ της καί πάντων τῶν παρεπιδημούντων καί συμπανηγυριζόντων τήν μεγάλην αὐτήν διά τήν πόλιν ἡμέραν.
«’Εγκαινίζου, ἐγκαινίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἥκει γάρ σου τό φῶς, καί ἡ δόξα Κυρίου ἐπί σέ ἀνατέταλκε».
Ὁ ναός αὐτός τῶν πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ἐπί αἰῶνας παρέμενε βεβηλωμένος, κατεστραμμένος, ἐρειπωμένος καί σιωπηλός, ἀτενίζει σήμερον καί πάλιν τήν δόξαν τοῦ Κυρίου καί πληροῦται ὕμνων δοξολογίας ἀναπεμπομένων πρός τήν θείαν μεγαλωσύνην καί ἀνερχομένων μετά τοῦ εὐώδους θυμιάτος τῆς λατρείας καί τῶν προσευχῶν τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ εἰς τόν ἐπουράνιον θρόνον τῆς δόξης τοῦ Κυρίου Σαββαώθ.
«’Εγκαινίζου, ἐγκαινίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἥκει γάρ σου τό φῶς, καί ἡ δόξα Κυρίου ἐπί σέ ἀνατέταλκε».
Αἱ ψυχαί τῶν ἀοιδίμων κτιτόρων καί τῶν ἀνά τούς αἰῶνας ἀνακαινιστῶν τοῦ πανιέρου τούτου ναοῦ, προεξάρχοντος τοῦ ἐπισκόπου Βεροίας Νικήτα, ἀοράτως ὑπερίπτανται χαίρουσαι καί ἀγαλλόμεναι μεθ᾽ ἡμῶν, διότι βλέπουν τό ἔργον των νά ἀποδίδεται καί πάλιν εἰς τήν λατρείαν τοῦ Θεοῦ καί εἰς τήν τιμήν τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων, ἐκπληροῦν τοιουτοτρόπως καί πάλιν, μετά διακοπήν αἰώνων, τόν σκοπόν διά τόν ὁποῖον ἐκεῖνοι ἀτρύτοις κόποις τόν ἀνήγειραν.
Μετ᾽ αὐτῶν καί ἡ ἱερά χορεία τῶν ἐπισκόπων καί τό νέφος τῶν ἁγίων τῆς πόλεώς μας, μέ πρῶτον τόν ἱδρυτήν της, τόν οὐρανοβάμονα καί οὐρανοπολίτην ἀπόστολον Παῦλον, καί τήν πέτραν τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀπόστολον Πέτρον, συνεπικουρούμενοι ὑπό τοῦ ἐνταῦθα μαρτυρήσαντος μητροπολίτου Βεροίας, ἁγίου Ἀρσενίου, καί τῶν ἁγίων: ἀποστόλων Παύλου καί Βαρνάβα, μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, μάρτυρος Ἀειθαλᾶ διακόνου, μάρτυρος Θεοδώρου τοῦ ἐν Πέργῃ τῆς Παμφυλίας, ὁσιομάρτυρος Γεδεών, νέου ὁσιομάρτυρος Ἰσιδώρου τοῦ Κρητός καί ἱερομάρτυρος Φιλουμένου, τῶν ὁποίων τά ἱερά λείψανα πρό ὀλίγου κατετέθησαν ἐν τῇ ἁγίᾳ Τραπέζῃ διά τόν καθαγιασμόν αὐτῆς, ἐπαναλαμβάνει εὐγνωμόνως καί δοξολογικῶς μεθ᾽ ἡμῶν πρός τόν καταξιώσαντα ἡμᾶς Θεόν ὅπως ἴδωμεν τήν ἀναστήλωσιν καί ἀνακαίνισιν τοῦ πανσέπτου τούτου ναοῦ περαιουμένην, τούς λόγους τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου: «ὡς τοῦ ἄνω στερεώματος τήν εὐπρέπειαν, καί τήν κάτω συναπέδειξας ὡραιότητα, τοῦ ἁγίου σκηνώματος τῆς δόξης σου Κύριε».
Θαυμάζοντες καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, σήμερον τήν λαμπρότητα καί τό κάλλος τοῦ ἀνακαινισθέντος ἱεροῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ, θαυμάζομεν τήν ἔμπνευσιν τοῦ καλλιτέχνου ὁ ὁποῖος ἐτοποθέτησε εἰς περίοπτον, ἄν καί ἀσυνήθη θέσιν, ἄνωθεν τῶν συλλειτουργούντων ἱεραρχῶν εἰς τήν κόγχην τοῦ ἱεροῦ Βήματος, τάς ἱεράς μορφάς τῶν ἁγίων ἀποστόλων εἰς χρυσοῦν φόντον, φερούσας πορφυρά φωτοστέφανα, ἐν τῷ μέσῳ δέ αὐτῶν τούς πρωτοκορυφαίους τῶν ἀποστόλων Παῦλον καί Πέτρον ἐπί πορφυροῦ φόντου καί φέροντας χρυσά φωτοστέφανα.
Ἡ ἐντυπωσιακή αὕτη ἐπιλογή δέν εἶναι ἀσφαλῶς τυχαία, ἀλλ᾽ ἀποτελεῖ μία ἐκ τῶν ἀπαντήσεων εἰς τήν προσφάτως δημοσιευθεῖσαν ἄποψιν, ὅτι ὁ ναός οὗτος ἦτο ἀφιερωμένος εἰς τήν Κυρίαν Θεοτόκον, ἐπειδή ἀπεκαλύφθη τμῆμα παραστάσεως τῆς Θεοτόκου ἐνθρόνου εἰς τό ὑπέρθυρον τῆς βορείας εἰσόδου.
Ἡ ἀπεικόνισις ὅμως τῶν ἀποστόλων εἰς τήν περίοπτον ταύτην θέσιν, ὡς προανεφέρθη, ὁμιλεῖ εὐγλώττως διά τήν τιμήν τῶν πρωτοκορυφαίων εἰς τόν Μητροπολιτικόν τοῦτον ναόν τῆς πόλεώς μας καί ἀποδεικνύει περιτράνως τήν τῶν πραγμάτων ἀλήθειαν, χωρίς βεβαίως νά ἀποκλείεται καί ἡ τιμή εἰς τήν Κυρίαν Θεοτόκον.
Τήν ἀφιέρωσιν τοῦ ναοῦ εἰς τούς πρωτοκορυφαίους ἀποστόλους, ὑποδεικνύει καί ἑτέρα παράστασις εἰς τόν πεσσόν, πλησίον τοῦ ἱεροῦ βήματος, εἰς τήν ὁποίαν ἀπεικονίζεται ἄνω ὁ Χριστός εὐλογῶν, κάτωθεν δέ αὐτοῦ δεξιά οἱ πρωτοκορυφαῖοι ἀπόστολοι Παῦλος καί Πέτρος, καί ἀριστερά ἡ ἁγία Ἱερουσαλήμ, ἡ πάλαι ποτέ πολιοῦχος τῆς πόλεως, γεγονός τό ὁποῖον ἐνισχύει τήν ἄποψιν ὅτι ὁ ναός ἦτο ἀφιερωμένος εἰς τούς ἀποστόλους Παῦλον καί Πέτρον.
Τά δύο ταῦτα ἀρχαιολογικά δεδομένα ὑποστηρίζουν ἀκραδάντως τήν ἀφιέρωσιν τοῦ μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς Βεροίας εἰς τούς πρωτοκορυφαίους τῶν ἀποστόλων, χωρίς, ἐπαναλαμβάνω, νά ἀποκλείεται καί ἡ ἐκ παραλλήλου τιμή πρός τήν Κυρίαν Θεοτόκον. Αὕτη ἐνισχύεται ἐπίσης καί ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ νέος μητροπολιτικός ναός τῆς πόλεως, τόν ὁποῖον λειτουργοῦμε καί ὁ ὁποῖος ἐλειτούργησε ὡς μητροπολιτικός μετά τήν μετατροπήν τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοῦ ναοῦ εἰς τέμενος, ἐνῶ ἦτο πρότερον ἀφιερωμένος εἰς τόν Εὐαγγελισμόν τῆς Θεοτόκου, ὅτε ἐγένετο μητροπολιτικός ναός, μετωνομάσθη εἰς ναόν τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου.
Θαυμάζοντες, λοιπόν, καί ἡμεῖς σήμερον τόν ἀνακαινισθέντα τοῦτον παλαιόν μητροπολιτικόν ναόν τῆς Βεροίας, τόν τιμώμενον ἐπ᾽ ὀνόματι τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου καί τῆς Κυρίας Θεοτόκου, καί ἀναπολοῦντες νοερῶς τάς ἡμέρας τῆς δόξης ἀλλά καί τάς ἡμέρας τῆς ὀδύνης καί τῆς αἰχμαλωσίας αὐτοῦ, εὐλογοῦμεν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, δοξάζομεν τόν κλητόν αὐτοῦ ἀπόστολον, τόν μέγα Παῦλον, μνημονεύομεν τῶν ἀειμνήστων κτιτόρων καί ἀνακαινιστῶν του, μνημονεύομεν τῶν εὐλαβῶς ἀρχιερατευσάντων καί ἱερατευσάντων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν, μνημονεύομεν τῶν ἐπ᾽ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κεκοιμημένων εὐλαβῶν προσκυνητῶν τοῦ ἁγίου οἴκου τούτου, καί ἐκφράζομεν τήν βαθυτάτην εὐγνωμοσύνην ἡμῶν πρός ἅπαντας τούς ἐν εὐλαβείᾳ καί πίστει κοπιάσαντας διά τήν ἀναστήλωσιν καί ἀνακαίνισιν τοῦ πανσέπτου αὐτοῦ ναοῦ καί τούς ἐργασθέντας μετά ζήλου καί ἀγάπης διά τήν ἀποκατάστασιν τῆς παλαιᾶς αἴγλης τοῦ μεγαλοπρεποῦς αὐτοῦ ἱεροῦ ναοῦ, ἔτι δέ καί εἰς τούς παντοιοτρόπως συμβαλόντας εἰς τήν ὑλοποίησιν τοῦ ἔργου τούτου, τό ὁποῖον ἀποδίδει εἰς τήν πόλιν τῆς Βεροίας ἕν ἐκ τῶν λαμπροτέρων ἱστορικῶν μνημείων της, καί ἡ ὁποία ἐπανακτᾶ τοιουτοτρόπως τό μνημειακόν αὐτῆς κέντρον.
Ὅλως ἰδιαιτέρως ἐπιθυμῶμεν νά εὐχαριστήσωμεν κατά τήν ἐπίσημον αὐτήν ἡμέραν τούς κατά τήν διαρρεύσασαν εἰκοσαετίαν ὑπευθύνους διά τό ἔργον ὑπουργούς Πολιτισμοῦ, ἐπί τῶν ἡμερῶν μου, ἀπό τόν κ. Θάνον Μικρούτσικον μέχρι τόν κ. Ἀντώνιον Σαμαρᾶν καί τόν κ. Παῦλον Γερουλάνον, ὁ ὁποῖος ὑπέγραψε τήν ἔνταξιν τοῦ ἔργου τῆς ἀναστηλώσεως καί ἀποκαταστάσεως τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοῦ ναοῦ εἰς τά προγράμματα τοῦ ΕΣΠΑ, ἀλλά καί τούς προϊσταμένους τῆς Ἐφορείας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων τῆς Βεροίας, ἀπό τόν κ. Ἀντώνιο Πέτκο μέχρι τήν κ. Ἀγγελική Κοτταρίδη, ἡ ὁποία διά πολλῶν κόπων ὑλοποίησε τό ἔργον τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ ναοῦ καί ἐπέτυχε τήν ἀνύψωση τοῦ τοίχου τοῦ νοτίου κλίτους καί τή συντήρηση τῶν λαμπρῶν τοιχογραφιῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν, συνεπικουρούμενη ἀπό τούς λαμπρούς συνεργάτας των, τόν Γεώργιον, τήν Μαρίαν, τόν Κωνσταντίνον, καί πολλούς τῶν ὁποίων τά ὀνόματα ἴσως δέν ἐνθυμοῦμαο, τούς λαμπρούς ἀρχαιολόγους, ἀρχιτέκτονας, μηχανικούς, τεχνικούς, συντηρητάς καί τεχνίτας, ἀλλά καί τόν μακαριστό ἀρχαιολόγο Σωτήριο Κίσσα, ὁ ὁποῖος ὅταν ἦρθα πρίν ἀπό 22 χρόνια ἐκεῖνος μέ εἰσήγαγε εἰς αὐτόν τόν ναόν καί μοῦ εἶπε – γνώριζε τήν ἀγάπη μου γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο – Σεβασμιώτατε, μαζί θά τόν ἀνακαινίσουμε, τόν ναόν ὅμως ὁ ὁποῖος ἀνήκει εἰς τόν Παῦλον καί τόν Πέτρον.
Εὐχαριστῶ τούς πρώην δημάρχους, τούς πρώην νομάρχας, ἀντιπεριφεριάρχας, ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κατά καιρούς μέ τόν λόγον, μέ τήν συμπαράστασίν των μέ ἐβοήθησαν διά νά φθάσωμεν εἰς τήν εὐχάριστον αὐτήν στιγμήν.
Εὐχαριστῶ ἐπίσης ἀπό καρδίας τήν Κίνηση Πολιτῶν ἡ ὁποία ὑπεστήριξε μετά ζήλου καί ἀποφασιστικότητος τήν ὑλοποίησιν τοῦ ἔργου, διά τῆς συγκεντρώσεως ὑπογραφῶν καί τῆς ἀσκήσεως πιέσεων πρός ὅλας τάς κατευθύνσεις, πρός βουλευτάς καί ὑπουργούς, πρός ἐπίτευξιν τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ· καί, βεβαίως, εὐχαριστῶ καί ὅλους τούς συνεργάτας μου, κληρικούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἐστήριξαν μέ κάθε τρόπον καί μέ ὅλας των τάς δυνάμεις αὐτήν τήν μεγάλην προσπάθεια.
Ἐκ βάθους καρδίας ἐκφράζομεν τήν εὐγνωμοσύνην μας πρός τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικόν Πατριάρχην, διότι δέν πρέπει νά παραλείψω ὅτι ἀπό τότε πού ἦρθα μέ ἐνίσχυσε μέ ἐπιστολές του πρός τούς ἑκάστε ὑπουργούς πολιτισμοῦ. Εὐγνωμόνως εὐχαριστοῦμεν καί τόν ἐκπρόσωπόν του, Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ἀτλάντας κύριον Ἀλέξιον, καθώς ἐπίσης καί τούς ἐκπροσώπους τῶν Μακαριωτάτων Πατριαρχῶν τῶν λοιπῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων πατριαρχείων καί τῶν Ἀρχιεπισκόπων, προέδρων τῶν κατά τόπους αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖοι ἐλάμπρυναν μέ τήν παρουσίαν των τήν ἱστορικήν αὐτήν ἡμέραν ὄχι μόνον διά τήν πόλιν τῆς Βεροίας καί τήν Ἱεράν Μητρόπολίν της, ἀλλά καί δι᾽ ὅλην τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἔμπλεοι ἀγαλλιάσεως καί ἀνεκλαλήτου χαρᾶς ἀναφωνῶμεν καί ἡμεῖς: «τοῦτον τόν οἶκον ὁ Πατήρ ᾠκοδόμησε, τοῦτον τόν οἶκον ὁ Υἱός ἐστερέωσε, τοῦτον τόν οἶκον τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἀνεκαίνισε» καί ὑψοῦμεν χεῖρας ἱκέτιδας πρός τόν Δεσπότην Χριστόν δεόμενοι: «Κραταίωσον αὐτόν εἰς αἰῶνα αἰῶνος καί πρόσδεξαι ἡμῶν τάς ἐν αὐτῷ ἀπαύστως προσαγομένας σοι δεήσεις, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου» καί τῶν πρωτοκορυφαίων σου ἀποστόλων. Ἀμήν.
Θά ἤθελα ὅμως νά εὐχαριστήσω ἰδιαιτέρως τόν λαόν τοῦ Θεοῦ, ὅλους ἐκείνους τούς γνωστούς καί ἀγνώστους, ἀφανεῖς καί ἐμφανεῖς, οἱ ὁποῖοι, ὁ καθένας μέ τόν δικόν του τρόπον περίμεναν τό ἔργον αὐτόν νά τεθῇ σέ λειτουργίαν καί δοξάζομεν τόν ἐν Τριάδι Θεόν «ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς» μέ τούς ἁγίους ἱεροψάλτας μας ἀλλά καί μέ τή συμπροσευχήν ὅλων σας νά τελέσωμεν τήν πρώτην λειτουργίαν τῶν ἑγκαινίων τοῦ ἱστορικοῦ τούτου ναοῦ.