Την Κυριακή των Βαΐων 21 Απριλίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Αλεξάνδρου Αλεξάνδρειας.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα».
Μέ κατάνυξη καί συγκίνηση ὑποδεχθήκαμε πρό ὀλίγου τόν Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας. Ὑποδεχθήκαμε Ἐκεῖνον πού μᾶς καλεῖ στόν νυμφῶνα του, ἀλλά συγχρόνως καί Ἐκεῖνον πού ἔρχεται «πρός τό ἑκούσιον πάθος» γιά τή δική μας σωτηρία. Ἐκεῖνον, πού μετά τά ὠσαννά, πού ἄκουσε σήμερα τό πρωί, εἰσερχόμενος στά Ἱεροσόλυμα, εἶναι ἕτοιμος νά ἀντιμετωπίσει τήν κακία τῶν ἀνθρώπων τούς ὁποίους εὐεργέτησε, νά ὑπομείνει τήν ἀχαριστία καί τήν προδοσία, τούς ἐμπτυσμούς καί τή σταύρωση, τό βάρος τῆς ἁμαρτίας καί τήν πικρία τῆς ἐγκαταλείψεως.
Ὅμως δέν ἀρκεῖ ἡ συγκίνηση καί ἡ κατάνυξη πού αἰσθανθήκαμε ἀπόψε, βλέποντας τόν Χριστό ὡς Νυμφίο, γιατί ἡ συγκίνηση καί ἡ κατάνυξη πρέπει νά μετουσιωθεῖ σέ πράξη, ὥστε νά ὑπάρξει ψυχική καί πνευματική ὠφέλεια. Διότι διαφορετικά ἡ κατάνυξη καί ἡ συγκίνηση παρέρχονται εὔκολα, συχνά καί μέ τή συνέργεια τοῦ πονηροῦ, καί δέν μένει τίποτε στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό συνέβη καί στίς πέντε παρθένες τῆς παραβολῆς τοῦ Χριστοῦ, πού ἄν καί περίμεναν τόν Χριστό, στό τέλος ἀποκοιμήθηκαν καί βρέθηκαν ἀνέτοιμες γιά τήν ὑποδοχή του.
Αὐτό συνέβη καί στούς μαθητές του, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ συγκλονίσθηκαν μέ ὅσα τούς εἶπε ὁ Χριστός στόν Μυστικό Δεῖπνο γιά τήν ἐπικείμενη προδοσία καί τό Πάθος του, ἐκεῖνοι τά ξέχασαν, καί παρασυρμένοι ἀπό τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, δέν μπόρεσαν νά ἀγρυπνήσουν μαζί του, ὅταν τούς ἄφησε στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καί ἀποσύρθηκε γιά νά προσευχηθεῖ πρός τόν Πατέρα του τήν ὥρα τῆς μεγάλης ἀγωνίας του, καί ἀντί νά τοῦ συμπαρασταθοῦν προσευχόμενοι ἀποκοιμήθηκαν.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος, καθώς μᾶς παρουσιάζει σήμερα τόν Νυμφίο Χριστό, δέν παραλείπει νά μακαρίσει ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θά βρεθοῦν ἐν ἐγρηγόρσει, ὅταν θά ἔρθει. «Καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα». Γιατί ἡ ἐγρήγορση καί ἡ προετοιμασία γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτή πού ἔχουμε ἀνάγκη, ὥστε ἡ συνάντησή μας μαζί του νά μήν καταλήξει σέ ἀποτυχία, νά μήν καταλήξει σέ μία ἀποδοκιμασία τοῦ Χριστοῦ, νά μήν καταλήξει στό νά ἀκούσουμε καί ἐμεῖς τό «οὐκ οἶδα ὑμᾶς». Δέν σᾶς γνωρίζω, δέν σᾶς ξέρω.
Ἡ κατάνυξη καί ἡ συγκίνηση πού αἰσθανθήκαμε ἀπόψε καί θά αἰσθανόμασθε καί τίς ἑπόμενες ἡμέρες παρακολουθώντας τίς Ἀκολουθίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Ἑβδομάδος καί ἀκούοντας τούς ὕμνους πού περιγράφουν μέ μοναδικό τρόπο τό Πάθος τοῦ Κυρίου μας, μᾶς βοηθοῦν στόν σκοπό αὐτό, γιατί κινοῦν τήν ψυχή μας καί τήν ξυπνοῦν ἀπό τόν λήθαργο ἤ καί ἀπό τόν ὕπνο στόν ὁποῖο βρίσκεται, παρασυρμένη ἀπό τίς καθημερινές φροντίδες καί μέριμνες, ἀπό τίς κοσμικές ἐνασχολήσεις καί τίς προσωπικές, οἰκογενειακές καί ἐπαγγελματικές ὑποχρεώσεις μας.
Δέν ἀρκεῖ ὅμως μόνο νά ξυπνήσουμε καί νά ἀναγνωρίσουμε ὅτι ὁ Χριστός θυσιάσθηκε γιά μᾶς, θυσιάσθηκε γιά τή σωτηρία μας. Χρειάζεται νά διατηρήσουμε αὐτή τήν ἐγρήγορση. Γιατί, ἐάν περιορισθοῦμε μόνο σέ αὐτό, σύντομα ἡ συγκίνηση καί ἡ κατάνυξη θά περάσει καί ἐμεῖς θά ξεχάσουμε τή θυσία τοῦ Χριστοῦ, θά ξεχάσουμε τόν Χριστό καί θά ἀπορροφηθοῦμε καί πάλι ἀπό τήν καθημερινότητά μας. Ὅμως ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει νόημα γιά ἐμᾶς, ἐάν δέν ἔχει ἀποτέλεσμα γιά τήν ψυχή μας, ἐάν δέν μᾶς ὁδηγήσει σέ μία διαρκῆ ἐγρήγορση, ὥστε νά ἔχουμε πάντοτε στραμμένο τό βλέμμα μας καί τήν ψυχή μας στόν Χριστό· ὥστε νά ἀγωνιζόμαστε νά ζοῦμε κατά τό δυνατόν σύμφωνα μέ τό θέλημά του· νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία· νά προσπαθοῦμε νά ἀποφεύγουμε τίς παγίδες τοῦ διαβόλου, ἀλλά καί νά καλλιεργοῦμε στήν ψυχή μας τήν ἀρετή, νά ἐπιδιώκουμε τά καλά ἔργα της, νά ἐπιδιώκουμε τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό μέσα ἀπό τήν προσευχή, τή μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τή μετοχή μας στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, καί νά κρατοῦμε τήν ψυχή μας σέ ἐγρήγορση ἔχοντας πάντοτε ζωντανή μέσα μας τή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Διότι ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἡ μνήμη τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας γιά τή σωτηρία μας, θά μᾶς βοηθᾶ νά μήν ξεχνιόμαστε, ἀλλά νά θυμόμαστε τό χρέος μας νά τήν ἀξιοποιήσουμε γιά τή σωτηρία μας. Καί ἔτσι θά προφυλασσόμεθα ἀπό τούς πειρασμούς πού εὔκολα μποροῦν νά μᾶς παρασύρουν στήν ἁμαρτία καί νά ὁδηγήσουν τήν ψυχή μας στή ραθυμία καί τίς ὀλέθριες συνέπειές της.
Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, αὐτές τίς ἡμέρες, ἀλλά καί σέ ὅλη μας τή ζωή, νά εἴμαστε σέ πνευματική ἐγρήγορση γιά νά ἀξιωθοῦμε καί νά ζήσουμε τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, συμπορευόμενοι καί συσταυρωνόμενοι μαζί του, ἀλλά καί νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά τόν συναντήσουμε, ὅταν θά μᾶς καλέσει κοντά του.