Την Κυριακή των Βαΐων 9 Απριλίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Ναό του Αγίου Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τά πάντα προσίεται, ἵνα σώσῃ τόν ἄνθρωπον».
Σέ αὐτή τή φράση, τήν ὁποία ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο στά τροπάρια τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Δευτέρας, συνοψίζει ὁ ἱερός ὑμνογράφος τό νόημα ὄχι μόνο ὁλόκληρης τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, στήν ὁποία εἰσήλθαμε ἀπό ἀπόψε, ἀλλά καί ὅλης τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου μας.
«Τά πάντα προσίεται, ἵνα σώσῃ τόν ἄνθρωπον». Δέχεται τά πάντα γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο, λέγει. Καί πράγματι. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή δική μας σωτηρία. Καί ὅλα ὅσα ἔκανε στήν ἐπίγεια ζωή του, ὅλα ὅσα ὑπέμεινε, ὅλα ὅσα ἔπαθε, ὅλα ὅσα θά δοῦμε καί θά ἀκούσουμε τίς ἑπόμενες ἡμέρες στά ἀναγνώσματα καί τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπηρετοῦσαν καί ὑπηρετοῦν ἕνα σκοπό: τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τή σωτηρία ὄχι μόνο τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς του ἀλλά ὅλων τῶν ἐποχῶν, τή σωτηρία τοῦ καθενός μας προσωπικά.
Ὁ Χριστός δέν ὑπέμεινε μόνο τόν Σταυρό καί τόν θάνατο γιά τή σωτηρία μας. Ὑπέμεινε ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἦρθε στόν κόσμο ταπεινώσεις, διωγμούς, συκοφαντίες καί συγχρόνως τήν κακία καί τό μίσος τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους ὑποκινοῦσε ὁ ἀντίδικός μας, ὁ διάβολος, πού ἤθελε νά ἀκυρώσει τή σωτηρία μας.
Ἄν ἀνατρέξουμε στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, θά διαπιστώσουμε πόσα ὑπέμεινε ὁ Χριστός γιά χάρη μας. Ὁ Ἡρώδης ὡς βρέφος τόν ἐδίωξε, γιατί φοβήθηκε ὅτι θά χάσει ἐξαιτίας του τήν ἐξουσία του, καί ἔτσι ἀνάγκασε τόν Χριστό νά φύγει μέ τήν Παναγία Μητέρα του καί τόν Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο.
Ὁ ἴδιος ὁ διάβολος, μέ τούς τρεῖς πειρασμούς του, λίγο πρίν ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημόσιας ζωῆς του, ἐπιχείρησε νά τόν ἐξοντώσει σωματικά.
Οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι, βλέποντας τά θαύματά του, τόν συκοφαντοῦσαν καί ἔλεγαν ὅτι «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τά δαιμόνια», καί ὅτι εἶναι παραβάτης τοῦ θείου νόμου, καθώς δέν τηρεῖ τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου.
Δέν ἦταν λίγες μάλιστα οἱ φορές πού προσπαθοῦσαν μέ τά λόγια καί τίς ἐρωτήσεις τους νά τόν παγιδεύσουν, νομίζοντας ὅτι θά τόν ἐκθέσουν ἔτσι στά μάτια τῶν ἀνθρώπων καί θά τόν ἀποδυναμώσουν. Καί ἀκόμη ἀπειλοῦσαν κάποιους ἀπό ἐκείνους πού τόν πίστευαν, ὅπως τόν θεραπευθέντα τυφλό ἤ τόν κεκρυμμένο μαθητή του, τόν Νικόδημο, ὅτι, ἄν συνεχίσουν, θά γίνουν «ἀποσυνάγωγοι».
Ἀλλά καί οἱ Γεργεσηνοί, ἀντί νά τοῦ ἐκφράσουν τήν εὐγνωμοσύνη τους γιά τούς δύο δαιμονισμένους πού θεράπευσε, τόν ἔδιωξαν ἀπό τήν πόλη τους.
Ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα, πού θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε, τά ὑπέμεινε ὁ Κύριός μας γιά χάρη μας, ὅπως ὑπέμεινε καί τούς ἐμπτυσμούς, τούς κολαφισμούς, τά ραπίσματα, τόν σταυρό καί τόν θάνατο, «διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν». Καί ἄς μήν νομίσουμε ὅτι ὅλα αὐτά πού ὑπέστη καί ὑπέμεινε στή ζωή του δέν ἦταν ὀδυνηρά γιά τόν Χριστό, πού γνώριζε ὅτι Ἐκεῖνος εἶχε ἔλθει γιά νά μᾶς σώσει καί ἐμεῖς φερόμασταν σάν νά μήν θέλαμε τή σωτηρία μας, σάν νά μᾶς ἐνοχλοῦσε ἡ παρουσία του.
Καί ὅμως Ἐκεῖνος ἐπέμενε καί ὑπέμεινε γιά χάρη μας τά πάντα. «Τά πάντα προσίεται, ἵνα σώσῃ τόν ἄνθρωπον», μᾶς ὑπενθυμίζει ἀπόψε ὁ ἱερός ὑμνογράφος, λίγο πρίν νά δοῦμε τόν Κύριό μας νά ὑπομένει τόν Σταυρό καί τόν θάνατo γιά τή σωτηρία μας.
Ἄς μήν ἀφήσουμε τίς ἡμέρες αὐτές νά περάσουν σάν νά εἶναι σάν τίς ὑπόλοιπες ἡμέρες τοῦ χρόνου, σάν νά μήν μᾶς ἀφοροῦν ὅσα συμβαίνουν, σάν νά θυσιάσθηκε ὁ Χριστός γιά ἄλλους καί ὄχι γιά ἐμᾶς.
Ἄς προσπαθήσουμε νά τίς ζήσουμε, νά ζήσουμε τό Πάθος καί τή σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου μας μέσα ἀπό τίς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, νά τίς ζήσουμε μετέχοντας στό μυστήριο τῆς μετανοίας καί τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καί κοινωνώντας τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά κυρίως προσπαθώντας νά ἀξιοποιήσουμε τή σωτηρία πού μᾶς προσφέρει, ἐναρμονίζοντας τή ζωή μας μέ τίς ἐντολές καί τό θέλημά του. Γιά νά μήν εἴμαστε ἀδιάφοροι θεατές τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς του, ἀλλά μέτοχοι καί συμμέτοχοι τῆς θυσίας του γιά τή σωτηρία μας.