Το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού Ναούσης. Στο τέλος του εσπερινού ομίλησε ο πανοσιολογιώτατος Ιερομόναχος π. Αντίπας Αγιορείτης.
Την Κυριακή της Ορθοδοξίας 25 Φεβρουαρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Ναούσης. Στο τέλος της θείας Λειτουργίας τέλεσε την καθιερωμένη τελετή της Κυριακής της Ορθοδοξίας και αμέσως μετά Δοξολογία για την επέτειο της κηρύξεως της Επαναστάσεως (1822) μέσα στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Ναούσης.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Ὅτι εἶδον σε ὑποκάτω τῆς συκῆς πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψῃ».
Τό θέμα τῆς πίστεως στόν λόγο καί τή δύναμή του θέτει στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Χριστός πρός τόν Ναθαναήλ, ὁ ὁποῖος μόλις τόν ἔχει πλησιάσει συνοδευόμενος ἀπό τόν Φίλιππο, πού περιχαρής τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι «εὑρήκαμεν τόν Ἰησοῦν», αὐτόν γιά τόν ὁποῖο ἔγραφαν ὁ Μωυσῆς καί οἱ προφῆτες.
Πρώτη φορά συναντᾶ τόν Χριστό ὁ Ναθαναήλ, καί ὅμως καλεῖται νά ἀπαντήσει σέ ἕνα τόσο σημαντικό καί κρίσιμο ἐρώτημα, στό ἐρώτημα τῆς πίστεως. Διότι ὁ Χριστός δέν ἐπιθυμεῖ νά συγκεντρώνει γύρω του ὀπαδούς· δέν ἐπιδιώκει νά συγκεντρώνει ἀνθρώπους πού ἁπλῶς τόν ἀκολουθοῦν, ἀλλά δέν τόν πιστεύουν· δέν ἐπιδιώκει νά συγκεντρώνει ἀνθρώπους πού τόν ἀκολουθοῦν χωρίς νά ξέρουν γιά ποιόν λόγο τό κάνουν ἤ τό κάνουν μόνο ἀπό συνήθεια. Διότι ὅλοι αὐτοί στήν πρώτη δυσκολία θά τόν ἐγκαταλείψουν καί θά τόν ἀρνηθοῦν.
Ζητᾶ ὅμως ὁ Χριστός τήν πίστη καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο. Γιατί ἡ πίστη εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά κατανοήσουν ὅσα θέλει νά τούς ἀποκαλύψει· εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά κατανοήσουν τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ καί νά ἑνωθοῦν μαζί του, πράγμα τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ἦρθε ὁ Χριστός στή γῆ καί ἔγινε ἄνθρωπος.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός συνδυάζει τήν ἐρώτησή του σχετικά μέ τήν πίστη μέ μία ὑπόσχεση: «μείζω τούτων ὄψῃ».
Ἐάν πιστεύεις, λέει στόν Ναθαναήλ, ὅτι σέ εἶδα, ὅταν ἤσουν κάτω ἀπό τή συκιά, τότε θά γίνεις μάρτυς μεγαλυτέρων ἀποκαλύψεων καί ἀληθειῶν ἀπό αὐτή.
Καί ἡ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀληθινή, διότι ἐάν δέν ὑπάρχει πίστη, δέν ὑπάρχει καί ἀποκάλυψη. Καί ἀκόμη ἐάν δέν πιστεύουμε στά ἁπλά καί βασικά, δέν ἔχει νόημα νά μᾶς ἀποκαλύψει ὁ Θεός τά μεγαλύτερα καί σημαντικότερα, γιατί δέν θά μπορέσουμε νά τά πιστεύσουμε.
Ἀπόδειξη, ἄλλωστε, τῶν θαυμάτων τῆς πίστεως, τήν ὁποία εὔστοχα χαρακτηρίζει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος ὡς «ἐλπιζομένων ὑπόστασιν, πραγμάτων ἔλεγχον οὐ βλεπομένων», ἀποτελεῖ καί ὁ ἱερός κατάλογος ὅλων ἐκείνων τούς ὁποίους ἀκούσαμε νά ἀναφέρονται στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀλλά καί οἱ τιμώμενοι σήμερα ὅσιοι καί θεοφόροι πατέρες καί πρόμαχοι τῆς ἀληθείας καί τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν ὄχι μόνο γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἀλλά καί γιά τή διατήρηση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἀκαινοτομήτου καί ἀπαραχαράκτου ἀπό αἱρετικές κακοδοξίες καί κοσμικές κενοφωνίες.
Ἀπόδειξη τοῦ θαύματος τῆς πίστεως εἶναι ἀκόμη καί οἱ ἡρωικοί πρόγονοί μας, οἱ ὁποῖοι σάν σήμερα ἀποφάσισαν μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας νά ξεσηκωθοῦν γιά νά διεκδικήσουν τό δίκαιό τους, γιά νά διεκδικήσουν τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος τους, παρότι τό ἐγχείρημά τους φαινόταν ἀδύνατο καί ἀκατόρθωτο.
Ἡ πίστη ὅμως ὅλων αὐτῶν πού μνημονεύουμε καί τιμοῦμε σήμερα μᾶς δίνει, ἀδελφοί μου, τήν ἀφορμή νά ἐξετάσουμε καί νά ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας ὡς πρός τήν πίστη μας. Μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά ἀπαντήσουμε καί ἐμεῖς εἰλικρινά στήν ἐρώτηση πού θέτει ὁ Χριστός σήμερα στόν Ναθαναήλ.
Ἐκεῖνος ἀπήντησε μέ τήν ἀπόφασή του νά τόν ἀκολουθήσει ὡς μαθητής του καί νά μείνει κοντά του «πιστός ἄχρι θανάτου», καί ἀξιώθηκε νά δεῖ τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ὅμως πόσο πιστεύουμε; Κατά πόσο ἀκολουθοῦμε τόν Χριστό, ἐπειδή πιστεύουμε ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Θεός, αὐτός εἶναι ὁ σωτήρας καί λυτρωτής μας, καί ὄχι ἀπό συνήθεια;
Καί ἐάν τόν πιστεύουμε πραγματικά, τότε πῶς ἐκφράζουμε αὐτή τήν πίστη μέ τή ζωή μας; Διότι δέν μποροῦμε νά λέμε ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό, ἀλλά στή συνέχεια νά κάνουμε τίς δικές μας ἐπιλογές γιά τή ζωή μας, ἤ νά ἀκολουθοῦμε τίς ἐντολές του μόνο ὅπου δέν ἔρχονται σέ σύγκρουση μέ τίς προσωπικές μας ἀπόψεις καί τά συμφέροντα, ὅπου δέν ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τίς συνήθειες καί τίς ἀδυναμίες μας.
Δέν μποροῦμε νά λέμε ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό, ὅταν ἀμφισβητοῦμε ἤ ἀρνούμεθα βασικές ἀρχές τῆς διδασκαλίας του μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι δέν μποροῦν νά ἰσχύουν στήν ἐποχή μας πού ὁ κόσμος ἔχει ἀλλάξει.
Ὁ Χριστός ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς, ζητᾶ ἀπό ὅσους τόν ἀκολουθοῦν, ἀδελφοί μου, πίστη στό θεανθρώπινο πρόσωπό του καί σέ ὅλα ὅσα μᾶς δίδαξε καί μᾶς διδάσκει διά τῆς Ἐκκλησίας του.
Καί ἐάν ὁ Ναθαναήλ, πού ἔβλεπε τόν Χριστό γιά πρώτη φορά καί δέν ἤξερε ποιός ἦταν, τόν πίστευσε, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχουμε τή μαρτυρία ἑκατομμυρίων πιστῶν εἴκοσι αἰῶνες τώρα, ὀφείλουμε νά πιστεύουμε χωρίς καμία ἀμφιβολία τόν Χριστό καί νά ἀποδεικνύουμε τήν πίστη μας μέ τήν ἀδιαμφισβήτηση τήρηση τῶν ἐντολῶν του, ἀκολουθώντας τόν ἔτσι ὄχι μόνο μέ τά λόγια μας ἀλλά καί μέ τή ζωή μας.
Αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄς εἶναι γιά ὅλους μας τό μήνυμα τῆς μεγάλης αὐτῆς ἡμέρας καί ἑορτῆς τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἄς ἐλέγξουμε τήν πίστη μας, ἄς προβληματισθοῦμε γιά τήν ἀπάντηση πού θά δίναμε στό ἐρώτημα τοῦ Ἰησοῦ, καί ἄς τοῦ ζητοῦμε πάντοτε, σάν τούς μαθητές του, νά μᾶς προσθέσει πίστη, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά τόν ἀκολουθοῦμε μέ πίστη γιά νά γίνουμε μέτοχοι καί τῶν θείων ἀποκαλύψεων πού ὑπόσχεται.