άλλων διακρίναμε τον Δήμαρχο Βέροιας Κώστα Βοργιαζίδη, τον αντιδήμαρχο Θανάση Σιδηρόπουλο, τον πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Βέροιας Τηλέμαχο Χατζηαθανασίου, τους δημοτικούς συμβούλους Γιώργο Κάκαρη, Πέτρο Τσαπαρόπουλο, Θωμά Αγγελίνα και Σάκη Αποστολόπουλο.
Επίσης, τον πολιτευτή της ΝΔ και δικηγόρο Τάσο Μπαρτζώκα, τον αντιπρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Βέροιας και πολιτευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώτη Καραβασίλη, τον πρώην αντιδήμαρχο Βέροιας και πρώην διοικητή των Νοσοκομείων "Παπανικολάου" και Βέροιας Αργύρη Γκαμπέση, εκπροσώπους της Τ.Ε Ημαθίας του ΚΚΕ, ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, όπως ο σπουδαίος ποιητής και φιλόλογος Θανάσης Μαρκόπουλος, ο πρόεδρος της Εταιρείας Μελετών Ιστορίας και Πολιτισμού Ν. Ημαθίας (Ε.Μ.Ι.Π.Η.) Μανώλης Ξυνάδας, ο πρόεδρος του ΜΑΣ "Η Καλλιθέα" Κώστας Τοπαλίδης, ο πρόεδρος του Ε.Χ.Κ. Σελίου Κ. Τζελέπης κ.α.
Για το βιβλίο μίλησαν οι:
- O Γιάννης Κρανιάς, Εκπρόσωπος των εκδόσεων «ΕΝΤΥΠΟΙΣ». Ο Γ. Κρανιάς είπε αναφέρθηκε στην έναρξη της συενργασίας με τον βεροιώτη συγγραφέα καθώς και στα ιστορικά γεγονότα που βασίζεται το βιβλίο του.
- O Λάζαρος Κουμπουλίδης, Δικηγόρος. Ο Λ. Κουμπουλίδης ανέφερε ότι πρόκειται για ένα αστυνομικό - ιστορικό μυθιστόρημα, με αναφορές σε ανθρώπους της καθημερινότητας, το οποίο σε χαλαρώνει με τη ροή του, με αισθηματικό στοιχείο, ενώ υποκρύπτεται η σαφής πολιτική τοποθέτηση του συγγραφέα. Η ιστορία εξελίσσεται αντίστροφα, από το παρόν στο παρελθόν. Με αναφορές σε ιστορικά γεγονότα που φτάνουν μέχρι το σήμερα. Ο λόγος είναι απλός κι ο αναγνώστης θέλει να το διαβάσει αμέσως, με μια ανάσα.
- O Παντελής Τσαλουχίδης, Φιλόλογος, Κριτικός Λογοτεχνίας. Ο κος Τσαλουχίδης αναφέρθηκε στην συγγραφική πορεία του συγγραφέα. Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το αγαπημένο είδος του συγγραφέα. Όσον αφορά το βιβλίο, αυτό μοιάζει με εκτεταμένη νουβέλα που ρέει προς το μυθιστόρημα. Η πλοκή είναι ικανοποιητική με ιστορικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς σχολιασμούς. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια στρωτή γλώσσα με έντονο γλωσσικό πλούτο.
- Στην παρέμβαση του ο Αλέκος Χατζηκώστας υπογράμμισε: «...1.Το βιβλίο είναι η πρώτη μου προσπάθεια για ακόμη μεγαλύτερη λογοτεχνική φόρμα. Ξεπερνώ δηλαδή το διήγημα και προχωρώ προς τη νουβέλα και το μυθιστόρημα. Το άλμα μεγάλο και πρωτόγνωρο για μένα. Δεν θέλω την επιείκεια σας, αλλά την κατανόησή σας, καθώς και την δίκαιη κριτική σας, με την υπόσχεση ότι στην επόμενη προσπάθεια θα είμαι σαφώς καλύτερος!
2.Τα όσα αναφέρονται για ιστορικά ή πολιτικά γεγονότα είναι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ. Δεμένα πάντα με το στοιχείο της μυθοπλασίας. Για παράδειγμα τα όσα αναφέρονται για την τύχη των περιουσιών των Εβραίων έχουν ως βάση τα όσα συνέβησαν στην γειτονική μας Θεσσαλονίκη, αλλά και γιατί όχι και στη Βέροια. Οι αναφορές για περιουσίες που έγιναν την περίοδο αυτή αλλά και το πώς μεγάλωσαν τα επόμενα χρόνια στηρίζεται σε πολλά παραδείγματα. Δεν λείπει επίσης ο κοινωνικός πολιτικός σχολιασμός για τα χρόνια αυτά αλλά και για τα σημερινά της αλλαγής κυβερνήσεων, και φτάνει η ιστορία μας μέχρι την πρώτη εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο του «δημοσιογραφικού σιναφιού». Πολλά σχόλια δηλαδή (σαν ένα είδος αυτοκριτικής) για τον τρόπο που δρουν πολλά ΜΜΕ, για τον ρόλο των σοσιαλ μιντια, για τις εργασιακές συνθήκες κ.α
3.Αξίζει τον κόπο να γράφει και να διαβάζει κανείς γενικά και ειδικά λογοτεχνία στην περίοδο της κρίσης; Όταν ο αγώνας της επιβίωσης πνίγει κάθε σκέψη και δραστηριότητα;
Κατά τη γνώμη μου στις συνθήκες αυτές ισχύει περισσότερο από κάθε άλλη φορά η ρήση ότι: Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΜΗ. Προφανώς και ένα λογοτεχνικό βιβλίο δεν μπορεί από μόνο του όσο και καλό να είναι ν’ αλλάξει την κατάσταση. Όμως μπορεί πέρα από την αισθητική απόλαυση που θα προσφέρει (φυσικά και δεν συμφωνώ με τα βιβλία εκείνα που απλά σε οδηγούν σε κόσμους μακρινούς και ονειρεμένους) μπορεί και να προβληματίσει, φωτίζοντας με λογοτεχνικό τρόπο αθέατες πλευρές της πραγματικότητας». Και κατέληξε λέγοντας: «Στο νομό μας έχει σχηματιστεί ένα πυρήνας πλέον ανθρώπων που γράφουν.
Αρκετοί ποιητές, λιγότεροι πεζογράφοι και ακόμη λιγότεροι ιστορικοί συγγραφείς. Πεποίθησή μου είναι ότι αυτές οι προσπάθειες θα πρέπει να αγκαλιαστούν από την λεγόμενη «τοπική κοινωνία» να στηριχτούν πολύπλευρα από τον κόσμο και τις κάθε είδους τοπικές αρχές.»