Ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί,
καθημερινῶς τελοῦμε στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Δοβρᾶ τίς ἀκολουθίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τίς τελοῦμε χωρίς τούς εὐλαβεῖς προσκυνητές καί τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς πού τίς ἀκοῦτε ἀπό τόν «Παύλειο Λόγο», τόν ραδιοφωνικό σταθμό τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως καί τίς παρακολουθεῖτε πλέον μέ τίς ἀπευθείας μεταδόσεις μέσα ἀπό τήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.
Γνωρίζω ὅτι πολλοί ἀπό σᾶς θά θέλατε νά εἶστε παρόντες καί παροῦσες στή θεία Λειτουργία, ὅμως μέ ἀπόφαση τῆς πολιτείας ἀπαγορεύθηκε ἡ τέλεση ὅλων τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν στούς ἐνοριακούς ναούς, ἐξαιτίας τοῦ μεγάλου κινδύνου πού ὑπάρχει γιά τήν ἐξάπλωση τῆς πανδημίας τόν ὁποῖο προκαλεῖ ὁ συγχρωτισμός περισσοτέρων ἀτόμων στόν ἴδιο χῶρο.
Εἶναι ἀσφαλῶς μία δυσάρεστη ἀπόφαση γιά ὅλους μας, γιατί γιά ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους καί πολύ περισσότερο γιά τούς κληρικούς καί τούς μοναχούς ἡ λατρευτική ζωή εἶναι ἡ ζωή μας, εἶναι ἡ δύναμή μας, εἶναι ἡ καταφυγή καί ἡ παρηγορία μας.
Ἡ στέρηση αὐτή εἶναι πιό δύσκολη ἀπό τή στέρηση τῆς προσωπικῆς ἐπικοινωνίας μέ τά οἰκεῖα καί προσφιλῆ μας πρόσωπα, ἀλλά, ὅπως δυστυχῶς ἐξελίσσεται ἡ πανδημία σέ ὅλο τόν κόσμο, ἦταν ἀναγκαστική. Ἔτσι δέν ἔγινε δεκτή ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό τούς ὑπευθύνους τῆς πολιτείας γιά λόγους δημοσίας ὑγείας, γιά τήν ὑγεία τοῦ κάθε πιστοῦ ἀλλά καί ὅλων τῶν ἐπαφῶν του. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε νά ὑπάρχουν κάποιες δυνατότητες τελέσεως τῆς θείας Λειτουργίας λίαν πρωί μέ λίγα ἄτομα, ἀλλά καί αὐτό εἶχε κινδύνους. Γι᾽ αὐτό καί ἀκριβῶς πάρθηκαν αὐτά τά μέτρα.
Αὐτή τή δύσκολη ὥρα γιά ὅλους μας, γιά τήν Ἐκκλησία, γιά τόν λαό μας, γιά τήν πατρίδα μας, γιά τόν κόσμο ὁλόκληρο, δέν ἔχουμε τήν πολυτέλεια νά εἴμαστε διχασμένοι, νά κατηγοροῦν κάποιοι τούς ἄλλους. Δέν πρέπει νά θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς πολιτείας στρέφεται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς πίστεώς μας, ὅπως λένε κάποιοι. Ἡ Ἐκκλησία καί οἱ Πατέρες ἀντιμετώπισαν πάντοτε τά κρίσιμα προβλήματα μέ πίστη ἀλλά καί μέ ρεαλισμό.
Ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι κανείς δέν ἔχει δικαίωμα νά βάλει σέ κίνδυνο τή ζωή του ἀλλά περισσότερο τή ζωή τῶν ἀδελφῶν του ἐνεργώντας ἀπερίσκεπτα ἤ κάνοντας ἐπίδειξη ζήλου καί πίστεως.
Ἡ πανδημία πού μᾶς ταλαιπωρεῖ τίς τελευταῖες ἑβδομάδες εἶναι μία δοκιμασία, εἶναι ἕνας μεγάλος πειρασμός καί μάλιστα αὐτή τήν ἱερώτατη καί κατανυκτική περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Γιά νά περάσει χρειάζεται πίστη, ὑπομονή καί προσευχή. Καί ἐάν ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, ὅταν ὁ διάβολος τόν ἀνέβασε στό πτερύγιο τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί τοῦ εἶπε ἄν εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ νά πέσει κάτω, γιατί ὁ Θεός ὑποσχέθηκε ὅτι θά στείλει τούς ἀγγέλους του νά τόν προστατεύσουν, τοῦ ἀπήντησε «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τόν Θεόν», νομίζουμε πώς ἔχουμε ἐμεῖς τό δικαίωμα νά ἐκπειράζουμε τόν Θεό, ἀδιαφορώντας γιά τίς ὁδηγίες τῶν εἰδικῶν καί τούς κινδύνους μολύνσεως καί διαδόσεως τοῦ ἰοῦ πού ἐλλοχεύουν ἐκεῖ πού βρίσκονται περισσότεροι ἄνθρωποι μαζί; Ἀσφαλῶς ὄχι.
Δέν ὑπάρχει βέβαια ἀπολύτως καμία ἀμφιβολία ὅτι ἡ θεία Κοινωνία εἶναι Σῶμα καί Αἶμα Χριστοῦ, εἶναι φάρμακο ἀθανασίας, ἀπό τό ὁποῖο, ὅπως εἶπα πολλές φορές τό τελευταῖο διάστημα, δέν κινδυνεύουμε νά κολλήσουμε καμία ἀσθένεια. Αὐτή εἶναι ἡ ἀκράδαντη πίστη μας, ἀνεξάρτητα ἐάν κάποιοι δέν τήν ἀποδέχονται ἤ καί τήν χλευάζουν.
Ὅμως ὁ συνωστισμός εἶναι αἰτία γιά νά κολλήσει κανείς ἀπό τόν διπλανό του καί ὄχι μόνο νά θέσει τή δική του ὑγεία σέ κίνδυνο ἀλλά καί τῶν συνανθρώπων του μέ τούς ὁποίους θά ἔρθει σέ ἐπαφή. Καί δέν ἔχουμε δικαίωμα νά παίζουμε μέ τήν ὑγεία καί τή ζωή μας καί αὐτή τῶν ἀδελφῶν μας. Ἔχουμε εὐθύνη πού ἀπορρέει ἀπό τήν πίστη μας. Ἔχουμε ὑποχρέωση νά κάνουμε ὑπακοή καί στούς ἰατρούς, γιατί εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά τούς τιμοῦμε, ἐπειδή αὐτός μᾶς τούς ἔδωσε.
Ἡ θεία Κοινωνία εἶναι Ἄρτος Ζωῆς, καί ὀφείλουμε νά μετέχουμε σέ αὐτήν «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης», «ἵνα μή», ὅπως λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἐπί πολύ ἀφιστάμενος θηριάλωτος ὑπό τοῦ νοεροῦ λύκου γένωμαι», καί εἶναι ὀδυνηρό νά τή στερούμεθα παρά τή θέληση καί τήν ἐπιθυμία μας.
Ὅμως ὁ Χριστός δέν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ, ἐάν δέν τόν ἐγκαταλείψουμε ἐμεῖς. Καί ὑπάρχουν μεγάλοι ὅσιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐρημίτες καί ἀσκητές, ὅπως ὁ πολιοῦχος τῆς Βεροίας, ὁ ὅσιος Ἀντώνιος ὁ νέος, ἤ ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, πού θά ἑορτάσουμε σέ λίγες ἡμέρες, οἱ ὁποῖοι λόγω τῶν ἰδιαιτέρων συνθηκῶν τῆς ζωῆς τους κοινώνησαν μετά ἀπό 40 χρόνια. Αὐτό ὅμως δέν στάθηκε ἐμπόδιο οὔτε στή σωτηρία οὔτε στόν ἁγιασμό τους.
Ἡ κατάσταση αὐτή πού ζοῦμε εἶναι κατάσταση πολέμου, «ἀοράτου» ἀπό τήν ἰατρική της πλευρά, ὅπως λένε πολλοί ὑπεύθυνοι, ἀλλά συγχρόνως καί ἀπό τήν πνευματική της πλευρά. Κι ὅπως οἱ εἰδικοί, οἱ ἰατροί, ἡ πολιτεία ἀγωνίζονται νά νικήσουν στόν ἀόρατο πόλεμο κατά τῆς πανδημίας, ἔτσι καί ἐμεῖς θά πρέπει νά ἀγωνιζόμεθα νά μήν ἡττηθοῦμε στόν ἀόρατο πνευματικό πόλεμο πού ἔχει προκύψει.
Καί δέν θά ἡττηθοῦμε, ἐάν ἀντί νά ἀσχολούμεθα μέ τό θέμα τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς θείας λατρείας, κρίνοντας καί κατακρίνοντας τή στάση ὅλων τῶν ἐμπλεκομένων πλευρῶν, ὑπακούσουμε μέ συνέπεια καί αὐστηρότητα στίς ὁδηγίες τῶν εἰδικῶν καί χρησιμοποιήσουμε ὡς ὅπλο μας στόν πόλεμο αὐτό τήν προσευχή.
«Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», μᾶς προτρέπει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.
Ἄς τό κάνουμε καθημερινή μας πράξη. Ἄς μήν νικηθοῦμε ἀπό τόν πειρασμό, ἀλλά ἄς καταφύγουμε μέ ταπείνωση καί μέ πίστη στήν ἀδιάλειπτη προσευχή πρός τόν Θεό καί πρός τούς ἁγίους μας, γιά νά μᾶς προστατεύσουν καί νά μᾶς ἀπαλλάξουν ἀπό αὐτόν τόν πειρασμό, γιά νά μήν θρηνήσουμε ἄλλα θύματα, γιά νά ἐνισχύουν καί νά στηρίζουν τό ἰατρικό καί νοσηλευτικό προσωπικό, τούς ἐρευνητές καί τούς ὑπευθύνους, ὅσους φροντίζουν καί κοπιάζουν γιά νά εἴμεθα ἐμεῖς ὑγιεῖς, χωρίς νά διαμαρτυρόμεθα, χωρίς νά δείχνουμε ἀνυπακοή στίς ἐντολές τῶν εἰδικῶν καί τοῦ κράτους μας, χωρίς νά ἁμαρτάνουμε κρίνοντας καί κατακρίνοντας ἀδελφούς μας, ἀλλά ἀκόμη καί ἱερεῖς, ἐπισκόπους ἤ τήν Ἐκκλησία μας, χωρίς νά διχαζόμεθα καί νά διασπαζόμεθα ὡς σῶμα Χριστοῦ.
Μαζί μέ ὅλους ἐσᾶς θά προσεύχονται νύκτα καί ἡμέρα οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές ὄχι μόνο τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως ἀλλά καί ὅλης τῆς πατρίδος μας καί θά τελοῦν «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν», ὅπως ἀποφασίσθηκε, τίς ἱερές Ἀκολουθίες καί τή θεία Λειτουργία, ὅπου εἶναι δυνατόν, γιά ὅλους τούς «δι᾽ εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντας», τίς ὁποῖες θά μπορεῖτε νά παρακολουθεῖτε μέ ἀπευθείας μεταδόσεις ἀπό τόν ραδιοφωνικό σταθμό καί τήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.
Ἄς ἀντλοῦμε δύναμη ἀπό τήν προσευχή καί ὁ Θεός, εἶναι βέβαιο, θά μᾶς δώσει μέ τόν τρόπο πού ἡ ἀγάπη του γνωρίζει τή χάρη καί τήν εὐλογία πού στερούμεθα αὐτή τήν περίοδο τῆς δοκιμασίας καί θά δώσει καί τήν ἔκβαση τοῦ πειρασμοῦ.
Ἀλλά ἄς στρέψουμε καί τόν νοῦ μας σέ ὅλα ἐκεῖνα τά παιδιά μας, τούς ἀστυνομικούς, τούς στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι φυλάσσουν τά σύνορά μας κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες καί ἄς προσευχηθοῦμε καί γι᾽ αὐτούς.
Βλέπετε δύο μεγάλοι πειρασμοί μέσα στήν περίοδο αὐτή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἐμεῖς ὅμως ἔχουμε ὅπλα καί τά ὅπλα μας εἶναι ἡ προσευχή, εἶναι νά στραφοῦμε στόν Κύριο καί νά ζητήσουμε καί τά ἀδέλφια μας νά ἐνισχύσει μέ τήν ἀγάπη καί τή φροντίδα τῶν ἁγίων Πατέρων καί μοναχῶν, καί σέ ἐμᾶς νά χαρίσει ὑπομονή καί ὑπακοή στό θέλημα καί τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Θεός νά εἶναι μαζί μας.
Διάπυρος πρός τόν φιλάνθρωπο Θεό εὐχέτης
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καὶ Καμπανίας Παντελεήμων