Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τῶν πειρασμῶν διαλύουσαν ὄχλον καί ἐπηρείας δαιμόνων ἐλαύνουσαν, καί δέομαι διά παντός ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ρυσθῆναι με».
Ἀνάμεσα στίς πολλές ἰδιότητες πού ἀποδίδει στήν Παναγία μας ἀλλά καί τίς ἀναρίθμητες δωρεές γιά τίς ὁποῖες τήν εὐχαριστεῖ ἀλλά καί τήν ἱκετεύει ὁ ἱερός ποιητής τοῦ Μικροῦ Παρακλητικοῦ Κανόνος, εἶναι καί αὐτή πού ἀναφέρει στό δεύτερο τροπάριο τῆς ἕκτης ὠδῆς, τό ὁποῖο προέταξα. «Τῶν πειρασμῶν διαλύουσαν ὄχλον καί ἐπηρείας δαιμόνων ἐλαύνουσαν».
Τήν ὑμνεῖ ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὡς αὐτήν ἡ ὁποία διαλύει τήν ἐνόχληση πού προκαλοῦν οἱ πειρασμοί καί ἀπομακρύνει τήν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων.
Καί ποιός ἀπό ἐμᾶς δέν ἔχει αἰσθανθεῖ κάποιες φορές στή ζωή του τόν πειρασμό νά τόν ἐνοχλεῖ, νά τοῦ σκοτίζει τόν νοῦ, νά τόν ἐμποδίζει στήν προσπάθειά του καί νά ἐπιχειρεῖ νά τόν παρασύρει; Ποιός δέν ἔχει αἰσθανθεῖ τήν πίεση τοῦ πειρασμοῦ νά τόν ὁδηγήσει στό κακό, νά τοῦ ἐξαντλεῖ τίς δυνάμεις, νά ἐπιδιώκει νά τοῦ προκαλέσει ἀθυμία καί ἀπογοήτευση;
Ὅλοι τόν ἔχουμε αἰσθανθεῖ, γιατί ὁ πειρασμός εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὁ πονηρός προσπαθεῖ νά μᾶς βλάψει, προσπαθεῖ νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό, προσπαθεῖ νά μᾶς ἀποσπάσει ἀπό τόν ἀγώνα μας γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καί νά μᾶς καταστήσει ὑποχείριά του. Γι᾽ αὐτό καί ἐπεμβαίνει στή ζωή μας καί στόν ἀγώνα μας μέ σκέψεις, μέ εἰκόνες, μέ λόγια, μέ ἀνθρώπους, πού χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανά του, μέ δυσκολίες, μέ προβλήματα, μέ ἀσθένειες, καί μᾶς δημιουργεῖ ταραχή καί ἀναστάτωση, ἀποσκοπώντας στό νά μᾶς ἀναγκάσει νά ἐγκαταλείψουμε τήν προσπάθεια καί ἔτσι νά μᾶς παρασύρει εὐκολότερα στό κακό.
Αὐτοί οἱ πειρασμοί, μέ τούς ὁποίους ἐπιχειρεῖ νά μᾶς ἐξαπατήσει ὁ διάβολος καί νά μᾶς ἁρπάξει ἀπό τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, εἶναι ἡ μεγαλύτερη δυσκολία τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος, γιατί δέν εἶναι μία πάλη «πρός αἷμα καί σάρκα», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀλλά εἶναι μία σύγκρουση «πρός τάς ἀρχάς καί τάς ἐξουσίας» τοῦ κόσμου. Γι᾽ αὐτό καί ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τή θεία βοήθεια καί χάρη.
Καί αὐτή τή βοήθεια πού μπορεῖ νά μᾶς προσφέρει ὡς στοργική μητέρα καί μεσίτρια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στόν Υἱό της ζητᾶ ὁ ἱερός ὑμνογράφος ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Καί τήν ζητᾶ ὄχι μόνο γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά καί γιά ὅλους ἐμᾶς πού συγκεντρωθήκαμε καί ἀπόψε στόν ἱερό αὐτό ναό τῆς Κοιμήσεώς της καί ψάλαμε ἐνώπιον τῆς σεπτῆς της εἰκόνος τήν ἱερά Παράκλησή της, γιά νά τῆς ἐκφράσουμε τήν εὐγνωμοσύνη καί τόν σεβασμό μας ἀλλά καί γιά νά τῆς ἐμπιστευθοῦμε τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας.
Γιατί ὅμως ζητοῦμε τή βοήθεια αὐτή ἀπό τήν Παναγία μας καί πῶς εἴμεθα βέβαιοι ὅτι μπορεῖ νά ἱκανοποιήσει τό αἴτημά μας;
Τήν ζητοῦμε ἀπό τήν Παναγία μας πρωτίστως γιατί ὡς ἄνθρωπος καί ἐκείνη, ὅπως καί ἐμεῖς, δοκίμασε στή ζωή της τήν κακία τοῦ πονηροῦ, πού ἐπιχειροῦσε ἐπανειλημμένα νά βλάψει τόν Υἱό της καί νά ἀκυρώσει τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, καί τήν ἔκανε νά αἰσθάνεται νά διαπερνᾶ τήν ψυχή της ρομφαία ὀδυνηρή.
Τήν ζητοῦμε ὅμως ἀπό τήν Παναγία μας καί γιά ἕναν δεύτερο λόγο, γιατί γνωρίζουμε τή μητρική της ἀγάπη, γιατί γνωρίζουμε ἀπό τά ἀπειράριθμα θαύματά της ὅτι ὡς στοργική μητέρα εἶναι πάντοτε πρόθυμη νά σπεύσει πρός βοήθεια τῶν τέκνων της καί ὅσων τήν ἐπικαλοῦνται.
Τήν ζητοῦμε ἀκόμη, γιατί ἡ Παναγία μας ἔχει τή δύναμη καί τή διάθεση νά μᾶς βοηθήσει. Ἔχει πανσθενῆ δύναμη γιά νά ἐκπληρώσει τό αἴτημά μας, καθώς ὁ Υἱός της τῆς τήν παραχώρησε ὡς δῶρο τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀφοσιώσεώς της, τῆς πίστεώς της καί τῆς καθαρότητος τῆς ζωῆς της.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε, λοιπόν, αὐτή τήν εὐκαιρία πού μᾶς προσφέρει ἡ Παναγία μας καί ἄς καταφεύγουμε καθημερινά, διαρκῶς, πρός τήν Κυρία Θεοτόκο. Ἄς τήν παρακαλοῦμε καί ἄς τήν ἱκετεύουμε νά διαλύσει καί γιά ἐμᾶς τόν ὄχλο τῶν πειρασμῶν, νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ καί νά μᾶς ἐνισχύει στόν ἀγώνα μας γιά νά ζοῦμε καί ἐμεῖς ὅπως ἔζησε καί ἐκείνη. Νά ζοῦμε μέ ταπείνωση καί ὑπακοή στόν Υἱό της, προσπαθώντας νά ἐφαρμόζουμε πάντοτε τό θέλημα του καί τίς ἐντολές του.
Ἰδιαιτέρως ὅμως αὐτή τήν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου ἄς παρακαλοῦμε καί ἄς ἱκετεύουμε τήν Παναγία μας νά ἀποδιώξει καί τόν πειρασμό καί τήν ἐπήρεια τοῦ κορωνοϊοῦ πού καί πάλι μᾶς ἀπειλεῖ καί νά μᾶς προστατεύσει ἀπό τή φθορά τῆς ἀσθενείας, ὥστε νά τήν ὑμνοῦμε καί νά τήν δοξάζουμε ὡς προστάτιδα τῆς ζωῆς μας καί ὡς αἰτία τῆς σωτηρίας καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας.