Αυξήσεις στις συντάξεις θα επιφέρει η αλλαγή των ποσοστών αναπλήρωσης που σχεδιάζει το υπουργείο Εργασίας, ενώ κερδισμένοι θα είναι και όσοι είναι ήδη συνταξιούχοι.
Ειδικότερα αναμένεται η οικονομική μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής η οποία θα αποτυπώνει όλα τα σενάρια αύξησης των ποσοστών αναπλήρωσης. Σύμφωνα με πληροφορίες τα 30 συντάξιμα χρόνια θα αποτελέσουν την βάση για την αύξηση της ανταποδοτικότητας των συντάξεων.
Επομένως με τα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης, θα πρέπει να επανυπολογιστεί πλέον η νέα σύνταξη και κατά συνέπεια σε πολλές περιπτώσεις να αυξηθεί, επομένως για όσους είναι ήδη συνταξιούχοι θα μικρύνει η προσωπική διαφορά. Για παράδειγμα η νέα σύνταξη ήδη συνταξιούχου μετά τον επανυπολογισμό είναι 950 ευρώ ενώ η παλιά είναι 1100. Συνεχίζει να παίρνει την παλιά και η προσωπική διαφορά του είναι 150 ευρώ. Με το νέο ποσοστό αναπλήρωσης η επανυπολογισμένη σύνταξή του φτάνει τα 1040 ευρώ. Συνεχίζει να παίρνει την παλιά , αλλά η προσωπική διαφορά του πλέον μειώνεται στα 60 ευρώ, κάτι που είναι θετικό, διότι κινδυνεύει να χάσει μικρότερο ποσό εάν δεν μονιμοποιηθεί η προστασία της.
Όσοι έχουν πάνω από 30 συντάξιμα χρόνια θα δουν αύξηση στη συνταξή τους και μάλιστα με αναδρομική ισχύ απο 4/10/2019.
Σύμφωνα με πληροφορίες αναμένεται να αυξηθούν οι σημερινοί συντελεστές του νόμου Κατρούγκαλου κατά 8- 10% μετά τα 30 έτη ασφάλισης, όπου και παρατηρούνται οι μεγαλύτερες μειώσεις συντάξεων ανεξαρτήτως μισθού, σε σχέση με τα ποσά συντάξεων πριν από τον νόμο 4387/2016.Η αυξηση θα είναι κλιμακωτή όσο αυξάνονται τα συνταξιμα έετη.
Επισημαίνεται ότι το τελικό σχέδιο-το οποίο θα επιλεγεί εντός του ετους- θα βασιστεί σε οικονομική μελέτη από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, η οποία θα αποτυπώνει τα βασικά σενάρια με τους νέους συντελεστές και τις επιπτώσεις (δαπάνη) που προκαλούν στο ασφαλιστικό σύστημα. Το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο ετοιμάζεται από το υπουργείο Εργασίας με στόχο να κατατεθεί στις αρχές Ιανουαρίου.
Σήμερα, η αναπλήρωση της ανταποδοτικής σύνταξης φτάνει στο 26,37% στην 30ετία ασφάλισης, στο 33,81% για όσους αποχωρούν με 35ετία και αγγίζει το 42,80% για όσους μετρούν 40 χρόνια δουλειάς. Μετά τη 40ετία η αύξηση είναι πιο ραγδαία, καθώς στα 41 έτη φτάνει στο 44,80%, στα 42 στο 46,80% κ.ο.κ. Η αλλαγή της εν λόγω κλιμάκωσης καθίσταται αναγκαία μετά και τις αποφάσεις του ΣτΕ για τον νόμο Κατρούγκαλου που έκριναν αντισυνταγματικά τα ποσοστά αναπλήρωσης.
Για παράδειγμα ένας μισθωτός με 42 έτη και μέσες μηνιαίες αποδοχές 2.000 ευρώ παίρνει σύνταξη 1.320 ευρώ με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου. Με μια αύξηση των ποσοστών 10% η σύνταξή του αυξάνεται στα 1.414 ευρώ, γιατί το ποσοστό αναπλήρωσης για τα 42 έτη ασφάλισης, από 46,8% που είναι σήμερα, ανεβαίνει στο 51,48% και του δίνει μεγαλύτερη σύνταξη κατά 95 ευρώ, ή κατά 7,1%.
Σήμερα η ανταποδοτικότητα είναι στο 46,80% για 42 χρόνια ασφάλισης, δηλαδή δεν φτάνει ούτε στο μισό του συντάξιμου μισθού.
Στον αντίποδα υπάρχουν ασφαλισμένοι με λιγότερα έτη ασφάλισης και χαμηλές αποδοχές, οι οποίοι μπορούν να πετύχουν ποσοστό αναπλήρωσης άνω του 107% του μισθού τους λαμβάνοντας και την εθνική σύνταξη των 384 ευρώ.
Ενδεικτικά κάθε χρόνο αποχωρούν από την αγορά εργασίας περίπου 25.000 ασφαλισμένοι με περισσότερα από 35 έτη ασφάλισης. Στο τραπέζι βρίσκονται σενάρια για αύξηση της αναπλήρωσης σε όσους έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν με περισσότερα από 30 και κυρίως με πάνω από 35 χρόνια ασφάλισης. Τις μεγαλύτερες, ωστόσο, αυξήσεις θα έχουν όσοι συνταξιοδοτήθηκαν ή συνταξιοδοτούνται με 40ετή ασφαλιστικό βίο και πάνω, καθώς στόχος του υπουργείου Εργασίας είναι όσοι παραμένουν στην αγορά εργασίας να λαμβάνουν υψηλότερες συντάξιμες αποδοχές.