Ως κύριες τελετές των Θεοφανείων είναι: Μέγας Αγιασμός (Θρησκευτική τελετή που λαμβάνει χώρα εντός των Εκκλησιών). Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού (Θρησκευτική τελετή που ακολουθεί του Μεγάλου Αγιασμού και γίνεται η κατάδυση του Σταυρού σε ακτή Θάλασσας, εντός λιμένων, όχθες ποταμών ή λιμνών και στην ανάγκη σε δεξαμενές νερού όπως στην Αθήνα. Επίσημη κατάδυση του Σταυρού: Πολιτειακή, Πολιτική και Θρησκευτική (Αρχιερατική) εορτή της επίσημης κατάδυσης του Σταυρού όπου παρίστανται οι Αρχές της Χώρας.
Από τις αρχές του 1900 επίσημη κατάδυση ορίστηκε να γίνεται στον Πειραιά έναντι της παλαιάς βασιλικής αποβάθρας ή του παλιού Δημαρχείου, σήμερα μπροστά από τον Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα. Παρόμοιες τελετές γίνονται σε όλους τους Νομούς της Χώρας.
Σε αυτή την εορτή γιορτάζουν τα ονόματα Φωτεινή, Φανή, Φώτιος (Φώτης), Τριάδα, Ουρανία, Ιορδάνης, Ιορδάνα, Περιστέρης, Περιστέρα, Θεοφάνης, Θεοφανία και Θεοχάρης.
Η βάφτιση του Χριστού
Όταν ο Χριστός ήταν περίπου 30 χρόνων εμφανίσθηκε στον Ιορδάνη ποταμό. Εκεί κήρυττε και βάφτιζε τους πιστούς του θεού, ο Ιωάννης ο γιος του ιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, που ήταν συγγενής της Θεοτόκου. Επειδή με τη διδασκαλία του ετοίμαζε τον κόσμο για την έλευση του Μεσσία και άνοιγε τον πνευματικό δρόμο για Αυτόν, ονομάστηκε Πρόδρομος.
«Μετανοείτε γιατί έφθασε η βασιλεία των ουρανών», ήταν η συνηθισμένη φράση του, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια. Αναμφισβήτητα ήταν πολύ αυστηρός με τους αμαρτωλούς και ειδικά με τους έχοντες, όπως ο Βασιλιάς Ηρώδης, που ζούσε με τη γυναίκα του αδελφού του, την Ηρωδιάδα.
Ζούσε μια αυστηρά ασκητική ζωή, τρώγοντας μέλι και ακρίδες, που λογικά ήταν κάποιο χόρτο της περιοχής, που έτρωγε τις άκρες του, όπως οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.
Στα νερά του ποταμού αναβάπτιζε όσους ήταν έτοιμοι για τη μετάνοια, από τις αμαρτίες τους. Όταν το μεγάλο συμβούλιο έστειλε κάποιους να τον ακούσουν και να βγάλουν ένα συμπέρασμα για τη δράση του, οι απεσταλμένοι είπαν: φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Ο Ιωάννης ήταν μόλις έξι μήνες μεγαλύτερος του Ιησού. Όταν είδε τον Ιησού αναγνώρισε αμέσως τον Υιό του Θεού και αρνήθηκε να τον βαφτίσει λέγοντας ότι δεν είναι άξιος ούτε τα κορδόνια από τα σανδάλια του να λύσει.
Φυσικά έγινε το θέλημα του Ιησού και την ώρα της βάφτισης, εμφανίσθηκε ένα περιστέρι, που ήταν το Άγιο Πνεύμα, ενώ ακούστηκε η φωνή του θεού να λέει: «αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός». Έχουμε λοιπόν τη φανέρωση του Θεού και γι΄ αυτό η σημαντική αυτή γιορτή της χριστιανοσύνης ονομάζεται Θεο- φάνεια....
Πως πρόεκυψε η ονομασία
Οι πρώτοι Χριστιανοί έμεναν ξάγρυπνοι ολονυχτίς με αναμένες λαμπάδες, προμηνύοντας έτσι τον επερχόμενο Φωτισμό. Από εδώ προέκυψε και η ονομασία Θεοφάνεια, Φώτα. Ο αγιασμός του νερού γινότανε το βράδυ και ήταν έτσι έτοιμο για την βάπτιση το πρωί.
«Η γιορτή των Φώτων εντάσσεται στις γιορτές του 13ημέρου. Αφορά ουσιαστικά την περίοδο που γιορτάζουμε από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα. Κατά τη διάρκεια του εορτασμού των Φώτων διασταυρώνονται ειδωλολατρικά και χριστιανικά έθιμα», εξηγεί ο καθηγητής λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης.
Οπως σημειώνει ο κ. Αλεξιάδης « Την πρώτη μαρτυρία μας την δίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στις αρχές του 3ου αιώνα. Ο Κλήμης αναφέρει ότι οι οπαδοί του αιρετικού γνωστικού βασιλείου γιόρταζαν την βάπτιση του Χριστού στις 6 Ιανουαρίου, γιατί πίστευαν ότι τότε γινόταν η ενσάρκωση του Θεού στον Χριστό».
«Ο λαός μας ονομάζει ποιητικά τα Θεοφάνεια "Φώτα", "Ολόφωτα", "Ξέφωτα" και "Φωτόγενα", γιατί τότε φωτίζεται ο κόσμος, αγιάζονται τα νερά και εκδιώκονται τα δαιμονικά όντα.
Στις εκκλησίες ψάλλεται το "Εν Ιορδάνη βαπτιζόμενου Σου Κύριε..." και κατόπιν κλήρος και προσκυνητές κατευθύνονται στην πλησιέστερη θάλασσα, λίμνη, πηγή, ποτάμι, δεξαμενή για το ρίξιμο του σταυρού που θα αγιάσει τα νερά.
Αμέσως οι κολυμβητές πέφτουν στο νερό σε μιαν άμιλλα για το ποιος θα κατορθώσει να πιάσει πρώτος το Σταυρό τον οποίο παλαιότερα συνήθιζαν να περιφέρουν στα σπίτια τους ως νικητές και συγκέντρωναν χρήματα για λογαριασμό τους ή για κάποιο φιλανθρωπικό σκοπό.
Σε ορισμένα μέρη η περιφορά του σταυρού γίνεται ακόμη και σήμερα στα σπίτια. Το έθιμο της κατάδυσης του σταυρού εξακολουθεί να γίνεται με θρησκευτική ευλάβεια και σε ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, όσες τουλάχιστον είναι κοντά σε θάλασσα, λίμνη ή ποτάμι (όπως στο Τάρπον Σπρίνγκς της Φλόριντα, αλλά και στο Λονδίνο)».
Σε μερικά μέρη της Ελλάδος, ο ιερέας της Εκκλησίας ραντίζει τα σπίτια με το μικρό αγιασμό για να φύγουν οι καλικάντζαροι. Σε άλλες περιοχές ραντίζουν ακόμα και τα χωράφια τους για να είναι εύφορα την καινούρια χρονιά.
Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός
η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθετ' η κυρά μας η Παναγιά.
'Οργανoβαστάει, κερί κρατεί
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.
'Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.
Ν' ανεβώ στον ουρανό
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.
Εκτός από την παραπάνω εκτέλεση, συναντάμε μεγάλη ποικιλία τόσο στο κείμενο όσο και στη μελωδία. Όπως π.χ. τα Φωτοκάλαντα της Βορείου Ηπείρου: Σήμερα ειν’ τα φώτα κι ο Φωτισμός κι αύριο Αγιογιάννης και Αγιασμός. Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό, κάθετα’ η Κυρά μας η Παναγιά. Σπάργανα κρατάει, κερί κρατεί, και τον 'Αγιο Γιάννη παρακαλεί: «'Αγιο Γιάννη αφέντη και Πρόδρομε βάφτισε και μένα Θεού παιδί...»,
Κάλαντα της Κάσου: Δεν είναι τούτη η γιορτή ωσάν την περασμένη, μόνον η μέρα η φρικτή η δοξολογημένη, που οι παππάδες πορπατούν με το σταυρό στο χέρι, και μπαίνουν μες τα σπήλαια και λεν τον Ιορδάνη. Βοήθεια να έχετε τον Μέγαν Ιωάννη. Κάτου στα Γεροσόλυμα και στου Χριστού τον τάφον, εκεί δένδρον εν ύπηρχε, δένδρον εξεφυτρώθη, στη μέση κάθετ’ ο Χριστός, στην άκρα η Παναγία, και τα περικλωνάρια του Αγγέλοι κι Αρχαγγέλοι.
Τα Θεοφάνεια κλείνουν το εορταστικό Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων.
Ηθη και έθιμα
Στην Ελλάδα ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά την παραμονή των Θεοφανείων και λέγεται «Μικρός Αγιασμός» ή «Πρωτάγιαση» ή «Φώτιση». Με την Πρωτάγιαση, ο ιερέας γυρίζει όλα τα σπίτια και με το Σταυρό και ένα κλωνί βασιλικό «αγιάζει» ή «φωτίζει» (ραντίζει) τους χώρους των σπιτιών για να φύγει μακριά κάθε κακό. Παλαιότερα, οι λαϊκές δοξασίες συνέδεαν τον φωτισμό των σπιτιών με την εξαφάνιση των καλικάντζαρων, τους οποίους φαντάζονταν να φεύγουν περίτρομοι με την έλευση του ιερέα...
Ο μεγάλος αγιασμός γίνεται ανήμερα τα Θεοφάνεια στις 6 Ιανουαρίου. Μια μεγάλη πομπή σχηματίζεται και παίρνει το δρόμο που οδηγεί στη θάλασσα ή σε κάποιο ποτάμι, μπορεί και σε μια δεξαμενή. Μπροστά τα εξαπτέρυγα, πίσω οι παπάδες με τα καλά τους άμφια, ύστερα οι αρχές του τόπου και παραπίσω το πλήθος. Στις πόλεις η πομπή γίνεται πιο πλούσια με τη μουσική και τη στρατιωτική παράταξη.
Όταν γίνει ο αγιασμός, ρίχνει ο παπάς το Σταυρό στο νερό, πραγματοποιώντας έτσι τον Αγιασμό των Υδάτων.
Το πιάσιμο του Σταυρού γίνεται από κολυμβητές, τους λεγόμενους Βουτηχτάδες, κατά την τελετή της Κατάδυσης του Τιμίου Σταυρού.
Νεαρά κυρίως άτομα βουτούν στα παγωμένα νερά για να πιάσουν τον Σταυρό και να λάβουν την ευλογία του ιερωμένου, αλλά και να δεχθούν τις τιμές και τις ευχές των συντοπιτών τους.
Οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα, το ίδιο και οι σειρήνες των πλοίων. Όλοι οι πιστοί πίνουν με ευλάβεια από τον αγιασμό, συμβολικά με τρεις γουλιές, και ραντίζουν μ’ αυτόν τα σπίτια, τα δέντρα, τα χωράφια και τα ζώα τους.
Για τα Φώτα ο λαός πιστεύει πως είναι ο καιρός, η γιορτή που φεύγουν οι καλικάντζαροι γιατί φοβούνται την αγιαστούρα του παπά.
Ο τρόμος τους αρχίζει από την παραμονή των Φώτων που γίνεται ο μικρός αγιασμός. Γι αυτό και το έθιμο του λαού λέει:
Στις πέντε του Γενάρη
Φεύγουν οι καλικαντζάροι
Αλλά ο μεγάλος τους τρόμος είναι τα Φώτα.
Φεύγουν τότε λέγοντας:
Φεύγετε να φεύγουμε
κι έφτασε ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του...
Η εορτή των Θεοφανείων περικλείει άλλωστε και πολλές εκδηλώσεις που αποτελούν διαιώνιση αρχαίων ελληνικών εθίμων. Ο Αγιασμός στη χώρα μας έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων, καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η τελευταία αυτή έννοια δεν είναι αυστηρά χριστιανική, αλλά έχει τις ρίζες της στην αρχαία λατρεία.
Τα ρουγκατσάρια
Η Ελλάδα είναι πλούσια σε έθιμα των Φώτων. Ρουγκατασάρια, αράπηδες, καμήλες, μπαμπόγεροι, μωμόγεροι, φωταράδες είναι κάποια από τα έθιμα που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα και τις διονυσιακές γιορτές αλλά και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και αναβιώνουν κάθε χρόνο τις ημέρες των Θεοφανείων.
Στη Θεσσαλία ανήμερα των Θεοφανείων αναβιώνουν τα ρουγκάτσια (ρουγκατσάρια). Αυτά αποτελούνταν από ομάδες (10 - 15 μεταμφιεσμένων ατόμων) οι οποίες περιφέρονταν από σπίτι σε σπίτι παίρνοντας την ανάλογη αμοιβή. Μερικά από τα απαραίτητα μέλη του κάθε ομίλου ήταν ο γαμπρός, η νύφη (νέος μεταμφιεσμένος), ο παπάς, ο παππούς, ο γιατρός και οι "αρκουδιάρηδες". Εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των τραγουδιών με τα οποία οι ρουγκατσάρηδες συνόδευαν το πέρασμά τους.
Στην Καστοριά αναβιώνουν τα «Ραγκουτσάρια». Οι κάτοικοι μεταμφιέζονται και φορούν απαραιτήτως μάσκες που έχουν συμβολικό χαρακτήρα, αφού η όψη τους είναι τρομακτική και αποσκοπούν στο να ξορκίσουν το κακό από την πόλη. Οι μασκαράδες έχουν τη συνήθεια να ζητιανεύουν από τον κόσμο την ανταμοιβή τους, επειδή διώχνουν τα κακά πνεύματα. Το ίδιο έθιμο αναβιώνει και σε χωριά της Δράμας με το όνομα ροκατζάρια. Οι κάτοικοι φορούν τρομακτικές μάσκες και κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους με τα κουδούνια που φέρουν περιφέρονται στους δρόμους.
Τα μπαμπούγερα είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες εθιμικές παραδόσεις στην Καλή Βρύση της Δράμας. Το εθιμικό πλαισίωμα της θρησκευτικής γιορτής αρχίζει το πρωί της παραμονής. Οι γυναίκες παίρνουν στάχτη και τη σκορπίζουν με το δεξί χέρι γύρω από το σπίτι προφέροντας ξορκιστικές λέξεις για να φύγουν τα καλακάντζουρα και να μην έχει φίδια το καλοκαίρι. Μετά το τέλος της τελετής του αγιασμού των υδάτων τα μπαμπούγερα συγκεντρώνονται έξω από την εκκλησία. Η αμφίεσή τους είναι ζωόμορφη και παλιότερα κρατούσαν στα χέρια ένα μικρό σακούλι με στάχτη με το οποίο, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, χτυπούσαν όσους συναντούσαν για να φοβερίζουν τα καλακάντζουρα. Σήμερα, για αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων από τους αμύητους στο τοπικό έθιμο επισκέπτες, επειδή η στάχτη λέρωνε τα ρούχα, το σακίδιο είναι κενό. Ομάδες-ομάδες τα μπαμπούγερα ή χωριστά γυρίζουν τους δρόμους του χωριού κυνηγώντας όσους συναντούν και ζητώντας συμβολικά κάποιο φιλοδώρημα.
Οι Μωμόγεροι είναι ένα Ποντιακό έθιμο που γινόταν στον Πόντο τα αρχαία χρόνια μέχρι και τις ημέρες μας. Το έθιμο είναι σατιρικό και συνηθίζετε κατά τη διάρκεια της περιόδου των Χριστουγέννων (15 Δεκεμβρίου) μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, άλλα μερικές φορές μέχρι τον μήνα του Φεβρουαρίου. Λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης των Ποντίων, το έθιμο ήταν μια μορφή αναγνώρισης της Ελληνικής προέλευσής τους, και επίσης ένας τρόπος να ξεχαστεί από την Τουρκική δουλεία, και τις βίαιες εξισλαμίσεις.
Το έθιμο Μωμόγεροι είναι ζωντανό ακόμα και σήμερα ιδιαίτερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας όπου οι πολύ Πόντιοι κατοικούν. Στην εβδομάδα πριν από το νέο έτος, τα άτομα θα ντυθούν με διάφορα κοστούμια, όπου κάθε κοστούμι συμβολίζει ένα μέρος του πολιτισμού και της λαογραφίας των Ποντίων. Η αρκούδα συμβολίζει τη δύναμη, η ηλικιωμένη γυναίκα ένα σύμβολο του παρελθόντος, η νύφη για το μέλλον, το άλογο για την ανάπτυξη, ο γιατρός για την υγεία, ο στρατιώτης για την υπεράσπιση, την αίγα (κατσίκα) για τα τρόφιμα και ο Άγιος Βασίλης συμβολίζει το νέο έτος που θα φτάσει σε μερικές μέρες. Σήμερα το έθιμο είναι περισσότερο ψυχαγωγικό, ενώ στο παρελθόν ήταν μαγικό.
Στο Παλαιόκαστρο της Χαλκιδικής τηρείται το έθιμο των φωταράδων. Ο «βασιλιάς» φορώντας το ταλαγάνι και φορτωμένος με κουδούνια ανοίγει το χορό ενώ ακολουθούν οι φωταράδες κρατώντας ξύλινα σπαθιά για να ξυλοφορτώσουν εκείνους που θα επιδιώξουν να πάρουν το λουκάνικο που στήνεται στη μέση του χωριού.
Στον Άγιο Πρόδρομο της Χαλκιδικής πρωταγωνιστές των Θεοφανείων είναι οι φούταροι. Την παραμονή των Φώτων νεαροί άντρες λένε τα κάλαντα μαζεύοντας κρέας, λουκάνικα και χρήματα και την ημέρα του Αϊ Γιαννιού χορεύουν στην πλατεία του χωριού. Όταν κάνουν διάλειμμα τρέχουν να πάρουν από ένα ρόπαλο και όταν ξαναμπαίνουν στο χορό πετούν τα ρόπαλα ψηλά σφυρίζοντας με όλη τους τη δύναμη για να σηματοδοτήσουν το τέλος του Δωδεκαημέρου.
Σε χωριά της Καβάλας και της Δράμας, όπως η Νικήσιανη, το Μοναστηράκι, ο Ξηροπόταμος, η Πετρούσα και ο Βώλακας αναβιώνει το έθιμο των αράπηδων. Άντρες ντύνονται με προβιές και ζώνονται κουδούνια. Λέγεται ότι οι αράπηδες ήταν πολεμιστές που μετείχαν στην εκστρατεία του Μεγαλέξανδρου και έδιωξαν με τους αλαλαγμούς τους ελέφαντες των Ινδών.
Η καμήλα που στολίζεται μετά τον αγιασμό των υδάτων είναι ένα έθιμο της Γαλάτιστας Χαλκιδικής. Συνήθως έξι άντρες μπαίνουν κάτω από το ομοίωμα μιας καμήλας βαδίζοντας ρυθμικά ή χορεύοντας, κουνώντας κουδούνια και τραγουδώντας. Πρόκειται για την αναπαράσταση ενός πραγματικού γεγονότος, την απαγωγής μιας όμορφης κοπέλας από το γιο του Τούρκου επιτρόπου που συνέβη στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ο αγαπημένος της για να την ξαναπάρει πίσω έστησε γλέντι και για να μπει στο τούρκικο σπίτι έφτιαξε ένα ομοίωμα καμήλας κάτω από το οποίο κρύφτηκαν οι φίλοι του. Αφού έκρυψαν την κοπέλα κάτω από την καμήλα την έβγαλαν έξω και την επομένη τη στεφάνωσαν με τον αγαπημένο της πριν προλάβουν να την ξαναπάρουν οι Τούρκοι.
newsbomb.gr