ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ: Κυριακή των Μυροφόρων «... αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος.» Κύριο

ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ: Κυριακή των Μυροφόρων «... αποκλειστικά στην προσευχή  και στο έργο του κηρύγματος.»

Αγαπητοί μου αδελφοί, Χριστός ανέστη!

Κυριακή των Μυροφόρων γυναικών αλλά και των ανδρών κηδευτών του Κυρίου μας Ιησού, η σημερινή και η Αγία μας Εκκλησία, μας προβάλει το θαρραλέο παράδειγμα των πιστών αυτών μαθητών του Χριστού, που αψήφησαν κινδύνους και προσωπικό «κόστος» προκειμένου να υπηρετήσουν τον πολυαγαπημένο νεκρό του Διδασκάλου τους και να ανταμειφθούν από Αυτόν για την αγάπη αυτή, με το να καταστούν οι πρώτοι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του.

Από την άλλη στο Αποστολικό Ανάγνωσμα της ημέρας, συνεχίζεται η παρουσίαση των πρώτων ημερών της ζωής της Εκκλησίας των πιστών του Χριστού, όχι μόνο εντός ενός εχθρικού περιβάλλοντος, αλλά και με όλες τις αδυναμίες, ατέλειες και προβλήματα, η ανθρώπινη φύση των μελών της, της προκαλούσαν. Ας δούμε όμως το ιερό κείμενο του σημερινού Αποστολικού Αναγνώσματος στην δική μας καθημερινή γλώσσα, προκειμένου να το κατανοήσουμε καλύτερα και στη συνέχεια να εμβαθύνουμε κατά το δυνατόν στα νοήματά του.

Διηγείται, λοιπόν, ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Εκείνες τις μέρες, καθώς μεγάλωνε ο αριθμός των μαθητών, άρχισαν να παραπονιούνται οι ελληνόφωνοι πιστοί εναντίον των εβραιοφώνων, ότι στην καθημερινή διανομή των τροφίμων δεν φρόντιζαν τις ελληνόφωνες χήρες όσο έπρεπε. Τότε οι δώδεκα Απόστολοι σύναξαν όλους τους μαθητές και τους είπαν: «Δεν είναι σωστό εμείς να αφήσουμε το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να ασχολούμαστε με διανομές τροφίμων. Φροντίστε, λοιπόν, αδελφοί, να εκλέξετε απ’ ανάμεσά σας επτά άντρες με καλή φήμη, γεμάτους από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος. Θα ορίσουμε αυτούς να κάνουν αυτό το έργο, και εμείς θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Μ’ αυτά τα λόγια συμφώνησε όλη η κοινότητα. έτσι διάλεξαν τον Στέφανο, άνθρωπο γεμάτο πίστη και Άγιο Πνεύμα. Επίσης τον Φίλιππο, τον Πρόχωρο, τον Νικάνορα, τον Τίμωνα, τον Παρμενά και τον Νικόλαο από την Αντιόχεια, ο οποίος προηγουμένως είχε προσχωρήσει στον Ιουδαϊσμό. Η κοινότητα τους έφερε μπροστά στους Αποστόλους, οι οποίοι προσευχήθηκαν και έβαλαν τα χέρια πάνω στα κεφάλια αυτών των επτά. Στο μεταξύ ο λόγος του Θεού είχε μεγάλη διάδοση. Ο αριθμός των μαθητών την Ιερουσαλήμ μεγάλωνε πολύ. Ακόμη και πάρα πολλοί Ιουδαίοι αποδέχονταν την πίστη.» (Πράξεις Αποστόλων κεφάλαιο 6, στίχοι 1-7)

Η αύξηση των μελών της Εκκλησίας, έφερε μαζί με τη χαρά και την ικανοποίηση για τη διάδοση του μηνύματος του Ευαγγελίου, και τα πρώτα «ανθρώπινα» προβλήματα. Δυσανασχετούσαν οι ελληνόφωνες χήρες και τα ορφανά τους, για τις «αδικίες» που ένιωθαν να γίνονται εις βάρος τους κατά τη διανομή των τροφίμων, που μοιράζονταν οι πρώτοι Χριστιανοί μεταξύ τους. Δυσανασχέτηση που δεν άργησε να φτάσει ως τους Αποστόλους, οι οποίοι κλήθηκαν να αναλάβουν την επίλυση του προβλήματος. Κλήθηκαν να μετριάσουν τη διακονία του ευαγγελισμού των ανθρώπων, προκειμένου να διευθετήσουν τα ζητήματα που είχαν ανακύψει στο φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας. Διαθέτοντας όμως ορθή κρίση και αξιολογώντας σοφότερα τις ανάγκες από τη μια αλλά και τη Θεόσδοτη Αποστολή τους από την άλλη, ιεράρχησαν την «αξία» των πραγμάτων και αποφάσισαν να αναθέσουν σε άλλους, «πλήρης Πνεύματος Αγίου» άνδρες, το επίσης σπουδαίο έργο της φιλανθρωπίας, μένοντας εκείνοι αφιερωμένοι «αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Έτσι, με τον τρόπο αυτό, αντιμετώπισαν με επιτυχία, έναν από τους πιο «κλασικούς πειρασμούς» στη ζωή και τη διακονία των εκκλησιαστικών ανδρών, αυτόν που θέλει τον Απόστολο (τότε) και τον Κληρικό (σήμερα) να επιλέγει ή να συνδυάζει τη διακονία του Θείου Λόγου (είτε αυτή αφορά τη λατρεία είτε το κήρυγμα) από τη μια, και άλλα πιθανά έργα που απορρέουν από τη θέση, την ιδιότητα και τις ευθύνες ή προσδοκίες που δημιουργούνται στην κοινωνία μέσα στην οποία δραστηριοποιούνται.

Δυστυχώς, αυτός ο πειρασμός της «πολυπραγμοσύνης» δεν έπαψε ποτέ να απασχολεί και να προβληματίζει τους Κληρικούς όλων των εποχών, μέχρι και των ημέρων μας. Ο Κληρικός του τότε και του σήμερα, προσπαθεί να ισορροπήσει (πολλές φορές χωρίς μεγάλη επιτυχία) μεταξύ της ιερατικής του ιδιότητας (η οποία πρέπει να είναι αποκλειστικά προσανατολισμένη στη Λατρεία του Θεού και τον ευαγγελισμό της ανθρωπότητος), του απαραίτητου φιλανθρωπικού έργου της Εκκλησίας εντός της ενορίας του και τέλος των διοικητικών του ευθυνών ως προεξάρχοντος της ενορίας του, απέναντι στην δημόσια διοίκηση. Και η ισορροπία αυτή, επιτρέψτε μου να το παραδεχθώ πως δεν είναι πάντα επιτυχής, για να μην πω, πως τις περισσότερες φορές, είναι ανεπιτυχής.

Κρίνοντας πρώτα από τον ίδιο μου τον εαυτό και παρατηρώντας με αγάπη τους συν-πρεσβύτερούς μου, δεν μπορώ παρά να προβληματιστώ έντονα με αυτή τη δυσάρεστη διαπίστωση. Η «δημοσιοϋπαλληλική» μας ιδιότητα, οι αυξημένες διοικητικές υποχρεώσεις, η τριβή με δημόσιες υπηρεσίες, οι οικονομικές υποχρεώσεις των ενοριών μας, τα οικοδομικά έργα και η κόπωση που όπως είναι φυσικό όλα αυτά προκαλούν, δεν μας επιτρέπουν να αφιερωθούμε στο έργο της διδασκαλίας του Θείου Λόγου, πολύ δε περισσότερο όταν αυτό αφορά τα παιδιά και τους νέους μας. Έτσι δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως στις μέρες μας οι ιερείς έχουμε πέρα από τα λειτουργικά μας καθήκοντα (όταν κι αυτά τα τελούμε με ακρίβεια και σύμφωνα με την Ορθόδοξη λειτουργική τάξη) έχουμε μετατραπεί σε προϊσταμένους, διοικητές, γραφειοκράτες, οικονομολόγους, λογιστές, εργολάβους, οικοδόμους, διακοσμητές, τουριστικούς πράκτορες, θρησκευτικούς περιηγητές, και άλλα παρόμοια που «κλέβουν» το ενδιαφέρον και την προσοχή μας και κατασπαταλούν το χρόνο και δυστυχώς τη ζωτικότητά μας. Τη διακονία του Θείου λόγου την έχουμε περιορίσει στο Κυριακάτικο κήρυγμα (όταν κι αυτό δεν παραλείπεται «χάριν οικονομίας χρόνου»), τη δε κατήχηση των ενηλίκων, αλλά και των παιδιών μας αναγκαζόμαστε να τη «φορτώσουμε» στις πλάτες λαϊκών συνεργατών μας. Όμως δεν θα έπρεπε να είναι έτσι.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο χρυσορήμων κήρυκας του Θείου λόγου, μιλώντας για την πνευματική διδασκαλία και συγκρίνοντάς την με το κορυφαίο έργο της φιλανθρωπίας, λέγει σχετικά: «Μεγάλο αγαθό είναι το να ελεεί κανείς τους φτωχούς. Αλλά τίποτα δεν είναι τόσο μεγάλο, όσο το να απαλλάσσει κάποιον από την άγνοια και πλάνη» . Φτάνει μάλιστα και κάπου αλλού να πει: «Τι είναι ισάξιο της διδασκαλίας; Αφού αυτή μας αξιώνει να συναγωνιζόμαστε ακόμη και με τους αγγέλους».

Ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, αναφερόμενος στους πρεσβύτερους, τους ιερείς της Εκκλησίας, τους ονομάζει «Θείο συνέδριο» και τους παρομοιάζει με τους ιερούς Αποστόλους. Όπως εκείνοι περιστοίχιζαν τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, έτσι και οι πρεσβύτεροι περιστοιχίζουν και συνδράμουν το έργο του επισκόπου, που στέκει τον τόπο του Χριστού. Στο πόδι των Αποστόλων εμείς οι ιερείς και όπως εκείνοι αντιμετώπισαν τον πειρασμό της «πολυπραγμοσύνης» αφιερώνοντας τον εαυτό τους «αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος», έτσι οφείλουμε να πράττουμε κι εμείς, ιεραρχώντας ορθά τόσο τις υλικές όσο και τις πνευματικές ανάγκες των συνανθρώπων μας. Το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα μας λέγει μια μεγάλη αλήθεια: ότι αρεστό στο Θεό και το πλέον ωφέλιμο για τους πιστούς και την Εκκλησία είναι να αφοσιωθούμε εμείς οι ιερείς στα πνευματικά μας καθήκοντα, την προσευχή και τη διδασκαλία του Θείου λόγου, τα δε υπόλοιπα να τα εμπιστευτούμε στην κρίση του πληρώματος της Εκκλησίας και στα χέρια συνετών και πνευματικών ανθρώπων. Κι εδώ ακριβώς είναι ένα άλλο κομβικό σημείο: υπάρχουν τέτοιοι; κι αν ναι, είναι διατεθειμένοι να συμπράξουν έμπρακτα στο έργο της Εκκλησίας;

Αν θέλουμε να δούμε τους Κληρικούς μας να αγιάζονται μέσα στην προσευχή, στη Θεία Λατρεία και να αγιάζουν κι εμάς με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου -μα κυρίως με το ζωντανό τους παράδειγμα- ας τους βοηθήσουμε στο πολυδιάστατο και πολυποίκιλο έργο τους, προσφέροντας τον εαυτό μας, τα χαρίσματά μας, τις δεξιότητές μας, την καλά διάθεσή μας ή έστω και λίγο από τον ελεύθερο χρόνο μας, στη διακονία των αναγκών της Εκκλησίας και της ενορίας μας. Έτσι, θα τους ξεκουράσουμε από το βάρος των πολλών ευθυνών, θα τους απαλλάξουμε από μέριμνες και φροντίδες που μπορούμε (και με καλύτερα αποτελέσματα ίσως) να αναλάβουμε εμείς, θα τους προφυλάξουμε από λάθη και αστοχίες, δίνοντας τους από την άλλη το χρόνο εκείνο και την ενεργητικότητα -που σήμερα τους λείπει- προκειμένου να αφιερωθούν «αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Και να είστε βέβαιοι, αδελφοί μου, πως αυτοί που θα ωφεληθούν τελικά θα είσαστε εσείς οι ίδιοι, οι οικογένειες, οι φίλοι, οι συμπολίτες σας και ο κόσμος ολόκληρος.

Ας μην περιοριζόμαστε, λοιπόν, να ασκούμε μόνο «εύκολη κριτική» από τους καναπέδες μας, στα όσα (ανεπαρκή ή και άτοπα ακόμα) πράττουν οι «πολυπράγμονες» Κληρικοί μας, αλλά ας σηκώσουμε με ζήλο τα «μανίκια» μας και ας τους βοηθήσουμε έμπρακτα στο δύσκολο έργο που έχουν επωμισθεί, γιατί όπως και η Γραφή λέγει: «Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι» (Ματθαίου κεφάλαιο θ΄, στίχος 37)....

Με αγάπη Χριστού.

«ο γραφέας»

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας