σήμερα, Κυριακή του Θωμά ή του Αντιπάσχα και η Αγίας μας Εκκλησία, μας έχει εισαγάγει ήδη από την προηγούμενη Κυριακή του Πάσχα, στη ζωή, στη δράση και στη μαρτυρία των πρώτων της ημερών μέσα στον κόσμο, καθώς μας τα διηγείται μέσα στα Αποστολικά Αναγνώσματα της περιόδου που είναι παρμένα από το ιερό βιβλίο «Πράξεις Αποστόλων» της Αγίας μας Γραφής. Μια μαρτυρία βέβαια, άρρηκτα συνδεδεμένη και με το «μαρτύριο», μια που δυστυχώς, τη μαρτυρία αυτή του Φωτός, που «῏Ην τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ιωάννου, κεφαλαιο 1, στίχος 9) και της Αλήθειας του Χριστού, «οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος» (Εβραίους, κεφάλαιο 11, στίχος 38), μια που «ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» και «οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον» (Ιωάννου, κεφάλαιο 1, στίχοι 10-11). Και ίσχυσε τελικά και για τους μαθητές, αλλά και για όλους τους Χριστιανούς (όλων των εποχών) εκείνο που είχε προφητικά πει ο Κύριός μας Ιησούς, το βράδυ εκείνο του Μυστικού Δείπνου: «μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με». (Ιωάννου, κεφάλαιο 15, στίχοι 20-21)
Αυτή τη «διὰ τὸ ὄνομα» του Ιησού Χριστού, δίωξη και μαρτύριο βίωσε η Εκκλησία μας από τις πρώτες της ημέρες και ένα περιστατικό της μας διηγείται και το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, που ακούσαμε στους ναούς μας απόψε. Ας το δούμε όμως ξανά στην καθημερινή μας γλώσσα και στη συνέχεια να μοιραστούμε μερικές ωφέλιμες σκέψεις επ’ αυτού.
Διηγείται, λοιπόν, ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Εκείνη την εποχή, ο βασιλιάς Ηρώδης άρχισε το διωγμό εναντίον μερικών μελών της Εκκλησίας. Πρώτα αποκεφάλισε τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιωάννη. Όταν είδε ότι αυτό άρεσε στους Ιουδαίους, αποφάσισε στη συνέχεια να συλλάβει και τον Πέτρο. Αυτό έγινε τις μέρες του Πάσχα. Τον συνέλαβε, λοιπόν, και τον έριξε στη φυλακή, και έβαλε να τον φυλάνε διαδοχικά τέσσερις ομάδες από τέσσερις στρατιώτες στην κάθε μία, σκοπεύοντας να τον φέρει σε δημόσια δίκη μετά το Πάσχα. Ενώ ο Πέτρος ήταν στη φυλακή, η Εκκλησία προσευχόταν αδιάκοπα στο Θεό γι’ αυτόν. Τη νύχτα που ο Ηρώδης επρόκειτο να φέρει τον Πέτρο, εκείνος κοιμόταν ανάμεσα σε δύο στρατιώτες, δεμένος με δύο αλυσίδες, και δύο φύλακες μπροστά στην πόρτα φύλαγαν σκοπιά. Ξαφνικά φανερώθηκε ένας άγγελος Κυρίου και ένα φως έλαμψε στο κελί. Ο άγγελος ξύπνησε τον Πέτρο σκουντώντας τον στο πλευρό και του είπε: «Σήκω γρήγορα». Αμέσως έπεσαν οι αλυσίδες από τα χέρια του. Ο άγγελος συνέχισε: «Βάλε τη ζώνη σου και τα σανδάλια σου». Ο Πέτρος το έκανε. Ύστερα του λέει ο άγγελος: «Βάλε το ιμάτιό σου και ακολούθησέ με». Ο Πέτρος τον ακολούθησε και βγήκε έξω. Δεν καταλάβαινε ότι συνέβαιναν πραγματικά αυτά που γίνονταν μέσω του αγγέλου, αλλά νόμιζε ότι έβλεπε όραμα. Πέρασαν την πρώτη φρουρά και τη δεύτερη και έφθασαν στη σιδερένια πύλη που βγάζει στην πόλη. Η πύλη άνοιξε από μόνη της και βγήκαν έξω. Πέρασαν ένα στενό, και αμέσως ο άγγελος εξαφανίστηκε. Τότε ο Πέτρος συνήλθε και είπε: «Τώρα κατάλαβα πραγματικά ότι ο Κύριος έστειλε τον άγγελό Του και με γλίτωσε από τα χέρια του Ηρώδη και από αυτό που οι Ιουδαίοι περίμεναν να πάθω!». (Πράξεις Αποστόλων κεφάλαιο 12, στίχοι 1-11)
Θύμα του «λαϊκισμού» της εποχής (για να θυμηθούμε και λίγο τη «ρητορεία» του σήμερα), είχε πέσει ο Απόστολος Πέτρος, όπως διαβάσαμε. Ενός «λαϊκισμού» βίαιοι και αιματηρού. Φυλακίστηκε όχι εξαιτίας κάποιου εγκλήματός του ή κάποιας αδικίας που είχε διαπράξει, αλλά γιατί απλά αυτό έκρινε η εξουσία εκείνου του καιρού, πως «άρεσε στους Ιουδαίους». Αδικημένος ο ίδιος από την κατάφορη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του, αδικημένη και η Εκκλησία του Χριστού που στερήθηκε το στήριγμά της -κατά την ρήση του ίδιου του Ιησού προς τον Πέτρο: «ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου· καὶ σύ ποτε ἐπιστρέψας στήριξον τοὺς ἀδελφούς σου» (Λουκά, κεφάλαιο 22, στίχος 32)- σε εκείνες τις δύσκολες πρώτες ημέρες μετά τον αποχωρισμό των μαθητών από τον αγαπημένο Διδάσκαλό τους.
Καίτοι όμως αδικημένοι, δεν αντέδρασαν βίαια, δεν εξεγέρθηκαν, δεν «πήραν τα όπλα» για να διεκδικήσουν το δίκαιό τους (όπως θα δικαιολογούνταν ίσως να κάνουν κάποιοι άλλοι). Αντέδρασαν με τον δικό τους τρόπο, με τα «όπλα» που τους διέθεσε ο Λόγος του Κυρίου, στην παντοδυναμία των οποίων στήριξαν τις ελπίδες τους και όχι μάταια, όπως τελικά αποδείχθηκε. Τι έκανε; «Ενώ ο Πέτρος ήταν στη φυλακή, η Εκκλησία προσευχόταν αδιάκοπα στο Θεό γι’ αυτόν», όπως μας πληροφορεί λιτά και απλοϊκά το ιερό κείμενο που διαβάσαμε πριν. Προσευχή, αυτό είναι το «όπλο» και το μέσο «αντίδρασης» της Εκκλησίας των πιστών. Κι αυτή τους η αδιάκοπη προσευχή, έγινε αιτία να αποστείλει ο Θεός τον άγγελό Του και να σώσει τον Πέτρο «από τα χέρια του Ηρώδη». Ας πούμε λοιπόν, κλείνοντας, λίγα λόγια για την προσευχή, όχι βέβαια δικά μας -μια που προσωπικά είμαστε ως προς αυτήν σε κατάσταση πενίας-, αλλά ενός μεγάλου Αγίου της Πίστεώς μας, που γνώριζε καλά το κάλλος και τη δύναμή της, του Οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου, οποίος στο βιβλίο του «Κλίμαξ», μιλάει γι’ αυτήν ονομάζοντάς την «ιερά, και μητέρα όλων των αρετών».
Γράφει, λοιπόν, ο Όσιος εισαγωγικά, αλλά πολύ γλαφυρά και χαρακτηριστικά, για την προσευχή: «Η προσευχή, ως προς την ποιότητά της, είναι συνουσία και ένωσις του ανθρώπου με τον Θεόν, και ως προς την ενέργειά της, σύστασις και διατήρησις του κόσμου, συμφιλίωσις με τον Θεόν, μητέρα των δακρύων, καθώς επίσης και θυγατέρα, συγχώρησις των αμαρτημάτων, γέφυρα που σώζει από τους πειρασμούς, τοίχος πού μας προστατεύει από τις θλίψεις, συντριβή των πολέμων, έργο των Αγγέλων, τροφή όλων των ασωμάτων, η μελλοντική ευφροσύνη, εργασία που δεν τελειώνει, πηγή των αρετών, πρόξενος των χαρισμάτων, αφανής πρόοδος, τροφή της ψυχής, φωτισμός του νου, πέλεκυς πού κτυπά την απόγνωσι, απόδειξις της ελπίδος, διάλυσις της λύπης, πλούτος των μοναχών, θησαυρός των ησυχαστών, μείωσις του θυμού, καθρέπτης της πνευματικής προόδου, φανέρωσις των μέτρων, δήλωσις της πνευματικής καταστάσεως, αποκάλυψις των μελλοντικών πραγμάτων, σημάδι της πνευματικής δόξης που έχει κανείς. ... Όποιος κρατά στα χέρια του το ραβδί της προσευχής, δε πρόκειται να σκοντάψη. Αλλά και αν ακόμη σκοντάψη, δε θα πέση εντελώς. Την ωφέλεια εκ της προσευχής μπορούμε να την καταλάβουμε από τα εμπόδια πού μας φέρνουν οι δαίμονες κατά τις ώρες των Ακολουθιών. Τον δε καρπό της προσευχής, από την ήττα του εχθρού... Εάν αδιάκοπα προσεύχεσαι στον Βασιλέα κατά των εχθρών σου, οσάκις έρχονται να σε πειράξουν, έχε θάρρος και δεν πρόκειται να κοπιάσης πολύ. Διότι αυτοί οι ίδιοι θα απομακρυνθούν από κοντά σου σύντομα, επειδή δεν θέλουν οι ανόσιοι να σε βλέπουν να στεφανώνεσαι πολεμώντας εναντίον τους με την προσευχή. ... Δείξε όλη την ανδρεία σου και την προθυμία σου (όταν προσεύχεσαι), και θα έχης τον ίδιον τον Θεόν διδάσκαλο στην προσευχή σου. Δεν μπορούμε να διδαχθούμε το πώς να βλέπωμε, διότι έκ φύσεως το γνωρίζομε μόνοι μας. Παρόμοια δεν μπορούμε να γνωρίσωμε με την διδασκαλία του άλλου το κάλλος της προσευχής. Διότι η προσευχή έχει ως διδάσκαλό της τον Θεόν, «τον διδάσκοντα άνθρωπον γνώσιν, και διδόντα ευχήν τώ ευχομένω και ευλογούντα έτη δικαίων».
Είθε να καταστήσουμε, αδελφοί μου, όλοι μας την προσευχή άγρυπνο σύντροφο της ζωής μας. Και να είμαστε βέβαιοι πως μόνο ωφέλη, νίκες και θαύματα έχουμε να απολαύσουμε από αυτήν. Αμήν.
Με αγάπη Χριστού.
«ο γραφέας»
** Σας ζητούμε συγνώμη για την καθυστέρηση του Αναστάσιμου κειμένου το οποίο δημοσιεύουμε σήμερα και ζητούμε την κατανόησή σας λόγω των ημερών
Κυριακή του Πάσχα 16 Απριλίου 2017 «... θα γίνετε μάρτυρες δικοί μου...»
Αγαπητοί μου αδελφοί, Χριστός Ανέστη! Από χθες το βράδυ, από τη στιγμή που ακούστηκε για ακόμη μια φορά, στον λυπηρό μας κόσμο, το χαρμόσυνο μήνυμα πως «Χριστός Ανέστη», τα «πάντα νῦν πεπλήρωται φωτός», όπως πανηγυρικά ψάλλουμε στον Πασχάλιο Όρθρο της ημέρας. Για ακόμα μια φορά, η Αγία μας Εκκλησία έρχεται να ανάψει πάλι το φως της ελπίδας στις καρδιές όλων μας· σε μας τους σύγχρονους ανθρώπους που ζούμε μέσα στο άγχος, στα προβλήματα, στην ανασφάλεια, στο φόβο, στην αμαρτία, στον θάνατο.
Έρχεται η Μητέρα μας Εκκλησία, με το θριαμβικό ύμνο «Χριστός Ανέστη», να μας στηρίξει, να μας παρηγορήσει, να μας ενδυναμώσει, θυμίζοντάς μας αυτό που έλεγε χαρακτηριστικά και ο Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, πως: «Ο Χριστός με την Ανάσταση Του ... μας πέρασε απέναντι από ένα χάος, που ήταν αδύνατο να το περάσει ο άνθρωπος μόνος. Μας πέρασε από τον θάνατο στη ζωή. Τώρα όλα είναι χαρά χάρη στην Ανάσταση του Χριστού μας. Σε κάθε θλίψη σου, σε κάθε αποτυχία σου, να συγκεντρώνεσαι στον εαυτό σου και να λες αργά αργά το τροπάριο: «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...». Θα βλέπεις ότι το μεγαλύτερο πράγμα στη ζωή σου και στη ζωή του κόσμου όλου έγινε. Η Ανάσταση του Χριστού, η σωτηρία μας». Αφού λοιπόν ο Χριστός μας «έλυσε» το μεγαλύτερο «πρόβλημα» που αντιμετώπιζε η θνητή μας φύση -νίκησε, δηλαδή, με την Ανάστασή Του τον θάνατο-, δεν υπάρχει τίποτα πλέον πάνω σε αυτόν τον κόσμο, για το οποίο ο πιστός άνθρωπος θα πρέπει να λυπάται, να φοβάται, να ανησυχεί.
Ίσως αυτό το μήνυμα της αισιοδοξίας, αυτή τη μαρτυρία της χαράς, να έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε τι άλλο ο σύγχρονος άνθρωπος, προκειμένου να σταθεί όρθιος και δυνατός απέναντι στα προβλήματα και τις προκλήσεις της σκληρής καθημερινής του ζωής. Της ζωής, που τείνει να του αποστερήσει κάθε τι το «ανώτερο», το «πνευματικό» και να περιορίσει την ανθρώπινή του φύση, μόνο στην ενασχόληση με την ύλη κι έτσι να τον αποπροσανατολίσει από τον παραδείσιο σκοπό και την προς τη Βασιλεία του Θεού πορεία του.
Κι αυτή τη μαρτυρία της χαράς κοντά στον Αναστάντα Χριστό και της κατά Θεόν αντίληψης και τρόπου ζωής, θα τη μεταφέρουμε στον κόσμο, όλοι όσοι τη ζούμε εντός της μεγάλης οικογένειας της μητέρας μας Εκκλησίας και γευόμαστε τα «χαροποιά» αποτελέσματα της Έγερσης του Θεανθρώπου. Αυτό ίσως είναι και το μήνυμα που θα έπρεπε να εξάγουμε από το Αποστολικό Ανάγνωσμα -που ακούσαμε χθες βράδυ στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία- συγγραφέας του οποίου είναι ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, και που είναι παρμένο από την εισαγωγή του βιβλίου του, «Πράξεις Αποστόλων», της Καινής μας Διαθήκης. Πριν ολοκληρώσουμε τις σκέψεις μας και κλείσουμε το σημερινό μας λόγο, ας το ακούσουμε ξανά στην καθημερινή μας γλώσσα.
Γράφει, λοιπόν, ο Άγιος Ευαγγελιστής Λουκάς: «Στο πρώτο μου βιβλίο (εννοεί το ευαγγέλιο που συνέγραψε πρώτα), Θεόφιλε, διηγήθηκα όλα όσα ο Ιησούς έκανε και δίδαξε, από την αρχή ως την ημέρα που αναλήφθηκε, αφού πρώτα έδωσε εντολές, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, στους αποστόλους που είχε διαλέξει ο ίδιος. Μετά τον θάνατό Του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τους εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού. Ενόσω ήταν μαζί τους κι έτρωγε, τους παρήγγελλε: «Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα· ότι, δηλαδή, ενώ ο Ιωάννης βάφτιζε με νερό, εσείς θα βαφτιστείτε σε λίγες μέρες με το Άγιο Πνεύμα». Οι μαθητές, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν μια μέρα και τον ρωτούσαν: «Κύριε, έφτασε άραγε η ώρα να αποκαταστήσεις τη βασιλεία στον Ισραήλ;» Κι Αυτός τους απάντησε: «Εσείς δεν μπορείτε να γνωρίζετε τον ακριβή χρόνο· αυτόν τον κρατάει ο Πατέρας στην αποκλειστική του εξουσία. Θα λάβετε όμως δύναμη όταν θα έρθει το Άγιο Πνεύμα σ’ εσάς, και θα γίνετε μάρτυρες δικοί μου, στην Ιερουσαλήμ, σε όλη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια και ως τα πέρατα της γης». (Πράξεων Αποστόλων κεφάλαιο 1, στίχοι 1-8)
«... μάρτυρες δικοί μου, ...» μας καλεί και μας προκαλεί να γίνουμε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Να καταθέσουμε στον κόσμο γύρω μας την χαρά της Ανάστασης του Χριστού, αλλά και της δικής μας στην οποία μας συμπαρασείρει Εκείνη του αγαπημένου μας Διδασκάλου. Να κάνουμε γνωστό στους συνανθρώπους μας πως δεν είναι μονόδρομος -πολύ δε μάλλον αδιέξοδος- τα πράγματα στη ζωή μας. Να μαρτυρήσουμε στους συγγενείς, στους φίλους, στους κοντινούς και μακρινούς μας, πόσο μας έχει ευεργετήσει προσωπικά η πίστη μας στον Ιησού Χριστό, πόσο μας έχει θετικά αλλοιώσει, πόσο μας έχει «αλλάξει» προς το καλύτερο, πόσο μας έχει βοηθήσει να ξεπεράσουμε τα προβλήματά μας, να αυξήσουμε τις αντοχές μας, να πολλαπλασιάσουμε τις δυνάμεις μας, να νικήσουμε τις μικρότητες, τις αδυναμίες, τους εγωισμούς και τις κακίες μας, να αγωνιστούμε και να παλέψουμε για ανώτερες αξίες, για πνευματικότερα αγαθά, για υψηλούς στόχους.
Και όλα αυτά γιατί ξέρουμε μετά την Ανάσταση του Κυρίου μας, πως η ζωή δεν τελειώνει στο μνήμα, δεν την περιορίζει ο τάφος, δεν σταματά με τους χτύπους της καρδιάς. Η ζωή, η όντως ζωή, συνεχίζεται. Νικά το θάνατο και προσφέρει στον νέο άνθρωπο τη δυνατότητα της μετοχής στην αιώνια Βασιλεία του Θεού. Εκεί όπου δεν υπάρχει πόνος, λύπη και στεναγμός, δεν υπάρχει αρρώστια, φθορά, δάκρυα, δεν υπάρχει μοναξιά, απόρριψη, πικρία, αλλά αιώνια ζωή σε κοινωνία αγάπης με το Δημιουργό Πατέρα. Εκεί που κατά τον Απόστολο Παύλο μας περιμένουν: «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Κορινθίους Α΄ κεφάλαιο 2, στίχος 9).
Αυτή την καλή μαρτυρία, τη μαρτυρία που θα αλλάξει τον κόσμο όλο, ας μην την κρατήσουμε εγωιστικά για τον εαυτό μας, αλλά αντίθετα υπακούοντας στην προτροπή του Κυρίου μας Ιησού, ας προσπαθήσουμε να την «σπείρουμε», σαν τον Θείο εκείνο σπόρο της παραβολής, στην αγαθή γη των καρδιών των συνανθρώπων μας. Έτσι η χαρά μας θα αυξάνει, η καρδιά μας θα ευφραίνετε, η ψυχή μας θα αναπαύεται, μέσα από το «διακόνημα» της ωφέλιμης μαρτυρίας μας στον κόσμο, και μαζί με τους συνανθρώπους μας θα πλησιάζουμε μέρα με την ημέρα προς την αιώνια μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού. Αμήν.
Με αγάπη Χριστού.
«ο γραφέας